Οι υπουργοί Οιικονομικών και κεντρικοί τραπεζίτες της ομάδας του G20 έχουν συγκεντρωθεί στην πρωτεύουσα της Αργεντινής, για να συζητήσουν τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, το μέλλον της αγοράς εργασίας στην εποχή της αυτοματοποίησης, την πρόκληση των κρυπτονομισμάτων και την φοροαποφυγή των πολυεθνικών. Όμως τα θέματα της επίσημης ατζέντας ξεχάστηκαν. Οι πρόσφατες πρωτοβουλίες Τραμπ επισκίασαν κάθε άλλη συζήτηση.
Οι ΗΠΑ έχουν αποφασίσει να επιβάλλουν δασμούς 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου. Όλες οι μεγάλες οικονομίες μάχονται να εξαιρεθούν, το ελεύθερο εμπόριο ήταν το κυρίαρχο θέμα να είναι τελικά αυτό του εμπορίου.
Την αντίθεσή τους στις πρακτικές του προστατευτισμού διεκήρυξαν οι εκπρόσωποι των 19 από τις 20 μεγαλύτερες ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες του πλανήτη στο Μπουένος Άιρες,. Οι 19 δεσμεύθηκαν να στηρίξουν τις πολυμερείς συμφωνίες και το ελεύθερο εμπόριο.
Μοναδική εξαίρεση οι ΗΠΑ, που ξεκαθάρισαν πως δεν θα θυσιάσουν το εθνικό συμφέρον.
Η Σύνοδος G20 συμπίπτει μάλιστα με τις πληροφορίες, που θέλουν την αμερικανική κυβέρνηση έτοιμη να ανακοινώσει και νέους δασμούς, αυτή τη φορά αποκλειστικά κατά της Κίνας. Οι νέοι δασμοί θα αφορούν εισαγωγές προϊόντων τεχνολογίας και καταναλωτικών αγαθών συνολικής αξίας 60 δισ. δολαρίων, καθώς οι ΗΠΑ διαμαρτύρονται για ευρύτατες παραβιάσεις πατέντας και πνευματικών δικαιωμάτων.
O εμπορικό πόλεμο θα έχει αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία.
- «Ο πρώτος κίνδυνος είναι ο κίνδυνος των εσωστρεφών πολιτικών και του προστατευτισμού» υπογράμμισε ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιέρ Μοσκοβισί.
«Και είναι ένας κίνδυνος που μπορεί να πλήξει σοβαρά την ανάπτυξη» πρόσθεσε.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ιάπωνας κεντρικός τραπεζίτης, Χαρουχίκο Κουρόντα, ο οποίος καταδίκασε τις πρακτικές προστατευτισμού και τις μονομερείς ενέργειες, σημειώνοντας πως υπάρχει ευρεία συναίνεση στην παγκόσμια κοινότητα για τη σπουδαιότητα του ελεύθερου εμπορίου.
Οι θέσεις αυτές αποτυπώνονται και σε προσχέδιο του κοινού ανακοινωθέντος, που περιήλθε στην κατοχή του Reuters. Ωστόσο είναι αμφίβολο εάν θα παραμείνουν οι σχετικές αναφορές στην τελική μορφή του κειμένου, καθώς η έκδοση του ανακοινωθέντος απαιτεί ομοφωνία και είναι βέβαιο ότι οι ΗΠΑ θα απαιτήσουν αλλαγές…