Παράνομη χαρακτήρισε ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, την απόφαση των κέντρων να αναστείλουν την εκτέλεση παραπεμπτικών, δίνοντας νέες διαστάσεις στην διαμάχη με τα διαγνωστικά.
Προανήγγειλε δε προσπάθειες αύξησης των εξετάσεων που γίνονται στις δημόσιες δομές, για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των ασθενών σε διαγνωστικές εξετάσεις.
Αισθητή παρέμβαση βελτίωσης της χρηματοδότησης αυτού του πολύ ευαίσθητου τομέα που είναι τα διαγνωστικά εργαστήρια χαρακτήρισε την ενίσχυση του προϋπολογισμού, ο Υπουργός Υγείας μιλώντας στην ΕΡΤ. Ο κ. Ξανθός σημείωσε πως τα 39 εκατ. ευρώ που προστέθηκαν στον προϋπολογισμό του 2019 είναι «μία σημαντική ενίσχυση της τάξης του 10% της αρχικής προϋπολογισθείσας δαπάνης».
«Το αίτημα από την πλευρά των εργαστηριακών, των διαγνωστικών κέντρων και των διαγνωστικών εργαστηρίων είναι να υπάρξει προσαύξηση στον προϋπολογισμό του 2018. Εξηγήσαμε στους εκπροσώπους τους ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί αυτή την περίοδο διότι και να υπήρχαν τα χρήματα χρειάζεται νομοθετική ρύθμιση. Και η Βουλή είναι γνωστό ότι είναι κλειστή άρα δεν είναι δυνατόν σε μια προεκλογική περίοδο να αντιμετωπιστεί ως αίτημα αιχμής μια τέτοια διεκδίκηση», συμπλήρωσε.
Ο Υπουργός, πάντως, κατηγόρησε ευθέως τα μεγάλα διαγνωστικά κέντρα πως τίναξαν τις προσπάθειες συμβιβασμού στον αέρα, αφού μετά το τέλος της χθεσινής συνάντησης η αίσθηση ήταν πως το θέμα πάει σε αποκλιμάκωση.
«Με τη μοναδική εξαίρεση του εκπροσώπου των μεγάλων διαγνωστικών κέντρων ο οποίος από εχθές άρχισε να ναρκοθετεί αυτή τη λύση και να στέλνει μια τροχιοδεικτική βολή ότι δεν θα υπάρξει υποχώρηση και θα παραμείνουμε σε μια σκληρή γραμμή. Φαίνεται ότι τα μεγάλα διαγνωστικά κέντρα και οι εκπρόσωποί τους κατάφεραν να επιβάλουν αυτή τη γραμμή στη σημερινή σύσκεψη», υποστήριξε.
Για το κ. Ξανθό, η λύση επιλέχθηκε έχει σαφέστατα κοινωνικό κόστος και οδηγεί σε μια επιβάρυνση των ασθενών. Επιπλέον, δεν προβλέπεται συμβατικά και κατά τον Υπουργό είναι παράνομη.
«Η σύμβαση, την οποία έχουν συνυπογράψει τα εργαστήρια με τον ΕΟΠΥΥ δεν προβλέπει, πέραν της θεσμοθετημένης συμμετοχής του 15% καμία άλλη επιβάρυνση του ασθενή. Αυτό, λοιπόν, μοιραία και με μαθηματική ακρίβεια, οδηγεί στην de facto καταγγελία των συμβάσεων», συμπλήρωσε.
Τους κατηγόρησε, δε, πως επιδιώκουν την ακύρωση των συμβάσεων, ώστε «η επόμενη κυβέρνηση, όποτε σχηματιστεί, να προχωρήσει σε μία επαναδιαπραγμάτευση των όρων της σύμβασης και της συναλλαγής του ΕΟΠΥΥ με τα διαγνωστικά εργαστήρια, υπέρ των δικών τους συμφερόντων».
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες που θα δημιουργηθούν Αριστοτέλους ξεκίνησε, σε συνεννόηση με τις Υγειονομικές περιφέρειες και με τις διοικήσεις των νοσοκομείων, μία προσπάθεια διεξαγωγής εργαστηριακών εξετάσεων, είτε στα νοσοκομεία είτε στις δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας, δηλαδή, στα Κέντρα Υγείας αγροτικού και αστικού τύπου, εκτός ραντεβού.
Απηύθυνε, όμως, έκκληση στους εργαστηριακούς γιατρούς, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα και την επιβάρυνσή τους, τον περιορισμό που προκαλούν οι κλειστοί προϋπολογισμοί, «να αναλογιστούν και την κρισιμότητα της συγκυρίας και να προσπαθήσουμε να οδηγηθούμε σε μία διέξοδο η οποία θα διευκολύνει μία μακροπρόθεσμη συζήτηση για μέτρα αντιμετώπισης σε βάθος χρόνου του προβλήματος αυτού».
Virus.com.gr