Ολοκλήρωσε τις εργασίες της η τρίτη και τελευταία ημέρα του συνεδρίου με θέμα «ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ: 50 Χρόνια Μετά», το οποίο συνδιοργάνωσε η «Καθημερινή», το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ), το Οικονομικό Φόρουμ Δελφών και το Ελληνικό Παρατηρητήριο του London School of Economics. Το συνέδριο διεξήχθη από τις 29 Φεβρουαρίου έως τις 2 Μαρτίου στην Εθνική Πινακοθήκη.

Σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο πραγματοποιήθηκε το πρωί του Σαββάτου η συζήτηση «Τα επόμενα 50 χρόνια είναι ασφαλής η Δημοκρατία; Είναι η Ελλάδα μεταρρυθμίσιμη;», στην οποία συμμετείχαν ο Γιάννης Στουρνάρας, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, ο Kevin Featherstone, Καθηγητής της Έδρας Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών «Ελευθέριος Βενιζέλος» και Διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του London School of Economics, ο Στάθης Καλύβας, Κάτοχος της Έδρας Gladstone, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και Εταίρος (fellow) του Κολλεγίου All Souls, ο Γιώργος Παγουλάτος, Πρέσβης της Ελλάδας στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), και η Χριστίνα Κουλούρη, Πρύτανης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Τη συζήτηση συντόνισε ο HugoDixon, Δημοσιογράφος του Reuters.

O κ. Dixon ζήτησε από τους συμμετέχοντες να τοποθετηθούν σε μια σειρά από σημαντικά ζητήματα για τις προσδοκίες και τα οράματα της Ελλάδας, την πιο σημαντική πιθανή απειλή για τη δημοκρατία, την ικανότητα της χώρας να δεχθεί μεταρρυθμίσεις, το αν και κατά πόσο το δημογραφικό πρόβλημα θα επηρεάσει αυτές τις μεταρρυθμίσεις, καθώς και για τον ρόλο του πολιτικού συστήματος.

Ο κ. Στουρνάρας ανέφερε “αν δεν υπήρχε η ΤτΕ ως ανεξάρτητος θεσμός, ίσως να μην ήμασταν στο ευρώ μετά την περιπέτεια του 2015” και τόνισε ότι “πριν από 50 χρόνια το ελληνικό χρέος ήταν στο 60% του ΑΕΠ. Οφείλουμε να θέσουμε ως στόχο, για το μέλλον των επόμενων γενιών, σε 50 χρόνια να έχουμε μειώσει το χρέος ξανά σε αυτό το επίπεδο.” «Θα πρέπει να φτιάξουμε μια καλύτερη Δημοκρατία, με πρώτη προτεραιότητα την παιδεία» υποστήριξε καθώς και ότι «η ποιότητα της Δημοκρατίας θα βελτιωθεί με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς». Ακολουθώντας την άποψη του κ. Dixonότι «αυτό που τροφοδοτεί τον λαϊκισμό είναι το πρόβλημα της μετανάστευσης», ισχυρίστηκε ότι «οι ανισότητες δημιουργούν λαϊκισμό», ενώ για την ικανότητα της Ελλάδας να δεχτεί μεταρρυθμίσεις τόνισε πως «ο τελικός σκοπός είναι η ευημερία, η μεταρρύθμιση είναι το μέσο».

Ο κ. Καλύβας, αφού προσδιόρισε το όραμά του για την Ελλάδα ως «χώρα στην οποία θα έρχονται άνθρωποι από τον υπόλοιπο πλανήτη για να βρουν νόημα στη ζωή τους», τόνισε ότι το μάθημα από την κρίση στη χώρα είναι ότι οι πολίτες «βλέποντας την “άβυσσο”, απέκτησαν μια ωριμότητα που δεν υπήρχε πριν». Σήμερα διαβλέπει πως «ο μεγάλος κίνδυνος για την Ελλάδα είναι το μέλλον της Δύσης».

Ο κ. Featherstone εξέφρασε την άποψη ότι «είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα πιο φιλελεύθερο κράτος με μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις», αλλά και την πεποίθηση ότι «μπορεί η Ελλάδα να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις χωρίς εξωτερικούς περιορισμούς».

Ο κ. Παγουλάτος, ξεκινώντας με τη δήλωση ότι «δεν είναι καθόλου αυτονόητη η ειρήνη σήμερα», επισήμανε ότι «οι νεότερες γενιές χρεώνουν στη Δημοκρατία οτιδήποτε πηγαίνει λάθος», ενώ σε άλλο σημείο των τοποθετήσεών του εξέφρασε την άποψη ότι «δεν μπορούμε να μη συσχετίσουμε την άνοδο της ακροδεξιάς με την αντιμεταναστευτική ατζέντα».

Η κ. Κουλούρη όρισε ως «βασικό πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουμε τα επόμενα 50 χρόνια την κλιματική αλλαγή». Αναφέρθηκε επίσης σε έρευνες σύμφωνα με τις οποίες «οι Έλληνες εμφανίζονται με το χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης από τη ζωή τους μεταξύ των πολιτών της ΕΕ», ενώ σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις δήλωσε πως «κρίνονται από τους σκοπούς και το περιεχόμενό τους» και ότι «βασικό εμπόδιο για την εφαρμογή μιας μεταρρύθμισης είναι η απουσία κοινωνικής συναίνεσης».

Τη συζήτηση που συνόψισε τα συμπεράσματα του συνεδρίου, αυτής της τριήμερης «ανασκαφής» και περιήγησης στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης από ανθρώπους που πρωταγωνίστησαν στο πολιτικό σκηνικό της χώρας τη συγκεκριμένη περίοδο, συντόνισε ο Ηλίας Μαγκλίνης, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Καθημερινή», ο οποίος ζήτησε μια καταληκτική τοποθέτηση από τους συμμετέχοντες.

Ο Mark Mazower, Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης», επισήμανε ότι «είναι δύσκολο να κρίνουμε τη Μεταπολίτευση με κριτήρια ισολογισμού, ζυγίζοντας τα θετικά και τα αρνητικά σημεία της, και ότι πρέπει να σκεφτόμαστε περισσότερο τι δούλεψε και τι δεν δούλεψε». Στη συνέχεια συνέκρινε την κατάσταση της ελληνικής κοινωνίας το 1974 με αυτή σήμερα και κατέδειξε πως η ελληνική κοινωνία επούλωσε τις πληγές της και διόρθωσε παραδοσιακές παθογένειες (π.χ. ρουσφέτια) με αποτελεσματικό τρόπο. Αν αναλογιστούμε πόσο βαθιές ήταν οι ρίζες της διαφθοράς, θα κατανοήσουμε πόσο καλά τα πήγαμε στην καταπολέμησή της, ανέφερε.

Η Ελένη Παπούλια, Εκτελεστική Διευθύντρια στο Minda de Gunzburg Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, θέλησε να επισημάνει δύο συγκεκριμένα σημεία. Πρώτον, την άποψη του Αλέξη Τσίπρα για την κόπωση της κοινωνίας, που δημιουργεί την ανάγκη να εμπλέξουμε τους νέους ως πολίτες, όχι μόνο παροτρύνοντάς τους να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα, αλλά και να αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι στην κοινωνία. Το δεύτερο ζήτημα στο οποίο αναφέρθηκε ήταν σχετικά με την ποιότητα της Δημοκρατίας στη «γειτονιά» μας, τα Δυτικά Βαλκάνια, εστιάζοντας στα συμφέροντα της χώρας στην περιοχή «και στον ρόλο που θα πρέπει να παίξει η Ελλάδα ως αρωγός, facilitator και επιταχυντής για να μη χαθούν ευκαιρίες».

Ο Στάθης Καλύβας, Κάτοχος της Έδρας Gladstone, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και Εταίρος (fellow) του Κολλεγίου All Souls, επισήμανε την αντίφαση ανάμεσα στη σφαίρα της πολιτικής και στη σφαίρα της οικονομίας και πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η πολιτική στη Μεταπολίτευση τα πήγε πολύ καλά, όχι όμως και η οικονομία. Τόνισε ότι οι «βαρετοί» καιροί στην πολιτική είναι κάτι καλό και, κάνοντας αριθμητική αναφορά στις δημοκρατίες που αναπτύχθηκαν σε παγκόσμια κλίμακα από το 1974 μέχρι σήμερα, υποστήριξε πως η πορεία της χώρας δεν ήταν εξασφαλισμένη και ότι τα πράγματα εξελίχθηκαν καλά γιατί βοήθησε καθοριστικά και το διεθνές περιβάλλον. «Η οικονομία όμως την ίδια περίοδο δεν πήγε καλά γιατί δεν την προσέξαμε όσο την πολιτική σφαίρα. Το πρόβλημα της ετεροβαρούς προσοχής ήρθε να λύσει η κρίση, που έδωσε και πάλι την έμφαση στην ισορροπία ανάμεσα στις δύο αυτές σφαίρες».

Ο Κώστας Κωστής, Καθηγητής Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας στο ΕΚΠΑ και Διευθυντής του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, υποστήριξε την άποψη ότι «η Ελλάδα δεν είναι κάτι μοναδικό. Η Μεταπολίτευση εντάσσεται σε ένα μακρύ κύμα εκδημοκρατισμού σε παγκόσμια κλίμακα, το οποίο όμως από το 2008 έχει περάσει στη φάση της αποπαγκοσμιοποίησης και δέχεται ισχυρές πιέσεις. Στον οικονομικό τομέα οι Έλληνες έπρεπε να εκπαιδευτούν στη Δημοκρατία και αυτό είχε σημαντικό δημοσιονομικό κόστος. Η Μεταπολίτευση πέτυχε τον στόχο της εδραίωσης της Δημοκρατίας, με ένα μεγάλο όμως κόστος» και κατέληξε ότι «το μέλλον όμως εξαρτάται από εμάς».

Τέλος, ο Αλέξης Παπαχελάς, Διευθυντής στην «Καθημερινή» περιέγραψε το συνέδριο ως μια καλή ευκαιρία ώστε να συγκεντρωθούν πολιτικοί από όλους τους χώρους και να μοιραστούν ή να εξομολογηθούν ιστορίες. Στη συνέχεια, επισήμανε τρία σημεία: «Πρώτον, τη μεγάλη σημασία που έχει να μην ξεχνάμε πού έχουμε καταλήξει. Δεύτερον, ότι χρειάζεται μπούσουλας αισιοδοξίας σε αυτή τη χώρα και, τρίτον, ότι ο μπούσουλας αυτός δεν μπορεί να είναι ιδιοκτησία μιας ελίτ, αλλά πρέπει να ανήκει σε όλους και κυρίως στους νέους».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ