“Ο χαρακτηρισμός μιας περιοχής ως περιοχής Natura 2000 δεν σημαίνει ότι πρέπει να διακοπούν όλες οι οικονομικές δραστηριότητες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ενδέχεται να απαιτηθούν προσαρμογές ή αλλαγές, με στόχο την προστασία των ειδών και των οικοτόπων χάριν των οποίων η περιοχή εντάχθηκε στο δίκτυο Natura 2000, ή μέτρα αποκατάστασης προκειμένου να επανέλθει μια ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρέπει να αξιολογούνται οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, σε συνδυασμό με τις ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες, κάθε περιοχής”.
Αυτό σημείωσε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, Κωνσταντίνος Μίχαλος σήμερα το απόγευμα στην εκδήλωση του τμήματος οικολογίας του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα: “Διακυβέρνηση και Οικο-Ανάπτυξη των Ελληνικών Προτατευόμενων Περιοχών της φύσης (Περιοχές του Οικολογικού Δικτύου NATURA 2000)”.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Μίχαλος, η ΚΕΕ ως κοινωνικός εταίρος και εκπρόσωπος της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, είχε πάντοτε στραμμένη την προσοχή της και υποστήριζε τον ιδανικό συνδυασμό του επιχειρείν και της προστασίας των φυσικών πόρων και της φύσης γενικότερα, στο πλαίσιο μιας αειφορικής και βιώσιμης ανάπτυξης.
Ο πρόεδρος της ΚΕΕ συμπλήρωσε ότι η οριστικοποίηση και έγκριση του νέου εθνικού καταλόγου περιοχών του δικτύου Natura 2000 το 2017 έκλεισε ένα μεγάλο μέρος εκκρεμοτήτων της χώρας μας και παράλληλα, η ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου των προστατευόμενων περιοχών, με το νόμο 4519 του 2018, αποτέλεσε ένα φιλόδοξο πυλώνα προστασίας και διαχείρισης της φύσης.
“Δυστυχώς, έως σήμερα, συνέχισε ο ίδιος, δεν έχουμε τη δυνατότητα να αξιολογήσουμε την αποτελεσματικότητα του, καθώς βασικές προβλέψεις του που αφορούν στην ενίσχυση των φορέων διαχείρισης, δεν ολοκληρώθηκαν (χρηματοδότηση, προσλήψεις, οργανισμοί φορέων κλπ). Σήμερα, η κυβέρνηση ετοιμάζει νέες νομοθετικές ρυθμίσεις. Είναι πιο αναγκαίο από ποτέ, να εντείνουμε τις προσπάθειες, ώστε οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις να βελτιώσουν ουσιαστικά το υφιστάμενο σύστημα διαχείρισης, χωρίς να το κατεδαφίσουν. Για το λόγο αυτό επιβάλλεται η ανοικτή διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη”.