Η ψηφιακή τεχνολογία έχει την προοπτική να βελτιώσει τη θεσμική ισχύ των ευρωπαϊκών κρατών καθώς και να εξοικονομεί κόστος και να αυξάνει τα φορολογικά έσοδα, αναφέρει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s σε έκθεσή του.
Ωστόσο, τα σημερινά επίπεδα ψηφιοποίησης των ευρωπαϊκών κρατών δεν είναι ίδια και η στροφή σε μεγαλύτερη χρήση της τεχνολογίας θα έχει κόστος, σημειώνει η έκθεση.
«Η ψηφιοποίηση θα είναι βασικός προωθητικός παράγοντας των μεταρρυθμίσεων για τις δημόσιες διοικήσεις στην Ευρώπη τα επόμενα χρόνια», δήλωσε ο Olivier Chemla, αντιπρόεδρος του Moody’s – υψηλόβαθμος αναλυτής και συντάκτης της έκθεσης.
«Η τάση προσφέρει ευκαιρίες και προκλήσεις στα ευρωπαϊκά κράτη, με τις μεγάλες οικονομίες της Γερμανίας και της Ιταλίας να αναμένεται να έχουν τα μεγαλύτερα κέρδη, με δεδομένα τα σχετικά χαμηλά επίπεδα ψηφιοποίησής τους».
Αν και η ψηφιοποίηση αποτελεί πολιτική προτεραιότητα στην Ευρώπη, η πρόοδος διαφέρει μεταξύ των χωρών της: Η Εσθονία, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης και η Ισπανία έχουν υψηλές επιδόσεις στον δείκτη της Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αντίθετα, οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όπως και η Γερμανία και η Ιταλία έχουν ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις. Η Βρετανία βρίσκεται επίσης κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Η μεταφορά των δημόσιων υπηρεσιών σε ψηφιακές πλατφόρμες έχει την προοπτική να βελτιώνει τη θεσμική ισχύ των χωρών, που είναι ένας από τους τέσσερις παράγοντες κατά την εκτίμηση του αξιόχρεου των χωρών από τον Moody’s.
Οι βελτιώσεις θα μπορούσαν να φανούν στη διαφάνεια, τη λογοδοσία, την παροχή υπηρεσιών και τη διακυβέρνηση. Η ψηφιοποίηση έχει επίσης την προοπτική να ενισχύει τη λειτουργική ικανότητα των φορολογικών Αρχών, μεταξύ άλλων με την παρακολούθηση της είσπραξης των εσόδων σε πραγματικό χρόνο, τη διασταύρωση πληροφοριών, τους ελέγχους και την ανάλυση μεγάλων στοιχείων.
Προκαταρκτικά αποτελέσματα δείχνουν αυξημένες εισπράξεις εσόδων και αυξημένη αποτελεσματικότητα σε όλες τις χώρες και όλα τα επίπεδα ανάπτυξης.
Πέρα από τις «παραδοσιακές» δραστηριότητες, η ψηφιοποίηση αυξάνει τη διεθνή διάσταση της φορολογίας, με την πρόκληση του ακριβούς καθορισμού της φορολογικής βάσης σχετικά με την ψηφιακή οικονομία.
Η ψηφιοποίηση μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του διοικητικού βάρους και στη μείωση των δημόσιων δαπανών μακροπρόθεσμα, αν και είναι δύσκολο να εκτιμηθεί με ακρίβεια το μέγεθος της δυνητικής εξοικονόμησης και κόστους.
Σε ένα φόντο υψηλού δημόσιου χρέους και της ανάγκης αποκατάστασης των δημοσιονομικών «μαξιλαριών» μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, η ψηφιοποίηση προσφέρει στις κυβερνήσεις ένα μοναδικό εργαλείο για τη διεξαγωγή πιο αυστηρών ελέγχων κόστους και την επίτευξη μεγάλης εξοικονόμησης στον προϋπολογισμό.
Ωστόσο, η στροφή από ένα παραδοσιακό μοντέλο σε ένα ψηφιακό απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και επαναλαμβανόμενους πόρους συντήρησης. Οι χώρες θα επωμισθούν το κόστος που σχετίζεται με τη στροφή αυτή.
Επιπλέον, η επίπτωσή του στην αγορά εργασίας και τις κρατικές δαπάνες για κοινωνική πρόνοια θα μπορούσε να είναι μεγάλη, ιδιαίτερα καθώς αυτό αντικαθιστά το παραδοσιακό μοντέλο της ίδιας απασχόλησης σε όλο τον εργασιακό βίο στο δημόσιο τομέα.
Η σύνθεση της δημόσιας διοίκησης θα εξελιχθεί πιθανόν στην κατεύθυνση μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας θέσεων εργασίας, σε εναρμόνιση με το έργο που θα πρέπει να επιτελούν στο μέλλον οι δημόσιες διοικήσεις.