Μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική, στο ΒΒ+ διατήρησε την πιστοληπτική αξιοπιστία της Ελληνικής Οικονομίας ο Οίκος FITCH, διατηρώντας σταθερές προοπτικές.
Tο αξιόχρεο υποστηρίζεται από διαρθρωτικούς δείκτες:
- Eπιδόσεις στη διακυβέρνηση,
- Aνάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού
- Kατά κεφαλή εισόδημα το οποίο είναι από τα υψηλότερα μεταξύ των χωρών που δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα.
Μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική διατηρεί την Ελλάδα και o S&P ο οποίoς στις 21 Απριλίου είχε αναβαθμίσει τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές,
- O Moody’s διατήρησε στις 17 Μαρτίου την πιστοληπτική αξιολόγηση Βa3 για το ελληνικό αξόχρεο αναβαθμίζοντας τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές.
O FITCH προχώρησε σε θετική αναθεώρηση των προβλέψεων για το ΑΕΠ.
- Aναμένει ανάπτυξη +2,3% (από προηγούμενη εκτίμηση για +0,9%), λόγω της θετικής επίπτωσης βάσης (+1,5 ποσοστιαία μονάδα λόγω των πολύ καλύτερων επιδόσεων το 4o τρίμηνο του 2022) και του μειωμένου ενεργειακού ρίσκου.
Ο οίκος συνεχίζει να αναμένει σημαντική επιβράδυνση στις καταναλωτικές δαπάνες εφέτος, αντανακλώντας την επίπτωση του πληθωρισμού και της μειωμένης ζήτησης για δάνεια.
Στον αντίποδα, η αύξηση των επενδύσεων αναμένεται ισχυρή, χάρη και στην απορρόφηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ κλάδοι όπως ο τουρισμός συνεχίζουν να στηρίζουν τις εξαγωγές.
Ο οίκος αναμένει άνοδο του ΑΕΠ κατά 2-2,5% ετησίως ως το 2026, στηριζόμενη από τις επενδύσεις και την ανάκαμψη στις καταναλωτικές δαπάνες. Οι προβλέψεις του βασίζονται στην υπόθεση ότι οι ελληνικές αρχές θα συνεχίσουν να πετυχαίνουν τους στόχους του Ταμείου Ανάκαμψης, που αποτελεί το κλειδί για το ξεκλείδωμα δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων μεσοπρόθεσμα.
- Η αντιμετώπιση των δημογραφικών προκλήσεων παραμένει σημαντική δομική πρόκληση, ενώ είναι κρίσιμες οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά.
O FITCH αναμένει συνεχή δημοσιονομική εξυγίανση το 2023, αντανακλώντας εν μέρει την καλύτερη εκκίνηση, δεδομένου ότι το έλλειμμα είναι χαμηλότερο από το αναμενόμενο το 2022.
Ο οίκος προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα αυξηθεί στο 1% του ΑΕΠ (και στο 2% το 2024), με τους βραχυπρόθεσμους κινδύνους να παραμένουν περιορισμένοι, δεδομένης της μεγάλης αύξησης των εσόδων τους πρώτους μήνες του έτους (τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 12% σε ετήσια βάση το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου).
Το πρόγραμμα σταθερότητας προβλέπει συνεχή βελτίωση στα δημόσια οικονομικά μέχρι το 2026, με το πρωτογενές πλεόνασμα να αυξάνεται στο 2,5% και το δημόσιο χρέος/ΑΕΠ να μειώνεται κατά 38 ποσοστιαίες μονάδες το 2022-2026.
Το πρόγραμμα υπογραμμίζει την ευρεία δέσμευση των ελληνικών αρχών στη δημοσιονομική σύνεση, με ορισμένες μεταρρυθμίσεις (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης των εσόδων) να οδηγούν πιθανώς σε διαρθρωτικές βελτιώσεις.
Ωστόσο, ο οίκος προειδοποιεί για κινδύνους ασθενέστερης ανάπτυξης και ενδεχόμενης ανάγκης για αύξηση των δαπανών.