Της Κυρέλας Πέτρου
Η αύξηση κατά 125% του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα αλκοολούχα ποτά κατά τα προηγούμενα χρόνια, δεν έφερε τα επιδιωκόμενα έσοδα για το κράτος, αντιθέτως οδήγησε σε λουκέτο πολλές εταιρείες και σε άνθηση του λαθρεμπορίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι και το 2016 η απόκλιση από τα προϋπολογισθέντα έσοδα για το κράτος ήταν της τάξης των 97 εκατ. ευρώ.
Όπως τόνισε χθες σε ενημερωτική συνάντηση με εκπροσώπους των ΜΜΕ, ο πρόεδρος της Ένωσης Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών (ΕΝΕΑΠ), κ. Ισίδωρος Ρεβάχ, επιβάλεται να υπάρξει σταδιακή αποκλιμάκωση του ΕΦΚ και άρση των στρεβλώσεων που εντοπίζονται σήμερα στη συγκεκριμένη αγορά. Επεσήμανε δε, ότι η κατηγορία των αλκοολούχων ποτών έχει εξαντλήσει τη φοροδοτική της ικανότητα λόγω της δυσμενούς και ανισοβαρούς φορολόγησης σε βάρος της.
Στην πορεία και τις προοπτικές του κλάδου αναφέρθηκαν εκπρόσωποι του ΙΟΒΕ, που εκπόνησαν σχετική μελέτη. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της μελέτης, η συνολική συνεισφορά του κλάδου των αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία και την απασχόληση είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ο κλάδος συνεισφέρει €1,5 δισεκ. στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας, ενώ υποστηρίζει περισσότερες από 31.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών βρέθηκε αντιμέτωπος με τη συρρίκνωση κατά περίπου 50% της νόμιμης αγοράς και τη διόγκωση του παράνομου εμπορίου, εξαιτίας των αρνητικών εξελίξεων στην οικονομία και των αυξήσεων στους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) αλκοολούχων ποτών και του ΦΠΑ.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η αύξηση των φόρων στα αλκοολούχα ποτά ενισχύει τα κίνητρα για διασυνοριακές αγορές από γειτονικές χώρες, στις οποίες εφαρμόζονται χαμηλότεροι συντελεστές ΕΦΚ και δίνει ώθηση στη διεξαγωγή λαθρεμπορίου και νοθείας, με αρνητικές συνέπειες στην ανθρώπινη υγεία, οδηγώντας τελικά σε μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή.
Βάσει συντηρητικών εκτιμήσεων, το λαθρεμπόριο κυμάνθηκε το 2016 περίπου σε 340-680 χιλ. 9λιτρα κιβώτια, δηλαδή περίπου στο 9%-18% της συνολικής αγοράς, με τις απώλειες φορολογικών εσόδων από το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών να υπολογίζονται σε τουλάχιστον 42 εκ. ευρώ, λόγω μη καταβολής του ΕΦΚ και ΦΠΑ.
Η μελέτη κατέγραψε, επίσης, τις μεγάλες διαστάσεις που έχει λάβει η παραγωγή και εμπορία του προϊόντος απόσταξης διημέρων, πέρα από τα όρια που ορίζονται από το νομικό πλαίσιο των διήμερων παραγωγών. Οι απώλειες φορολογικών εσόδων που προκύπτουν από την χωρίς έλεγχο διακίνηση χύμα αποσταγμάτων υπολογίζονται βάσει συντηρητικών εκτιμήσεων σε περίπου 48 εκ. ευρώ μόνο για το 2016.
Ο περιορισμός του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών θα μπορούσε επομένως να προσφέρει άμεσα έσοδα στα δημόσια ταμεία. Ενδεικτικά, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου (π.χ. μείωσή του κατά 50%) και η μεταφορά αυτών των ποσοτήτων κατανάλωσης στη νόμιμη αγορά, θα οδηγούσε, σύμφωνα με τη μελέτη, σε πρόσθετα φορολογικά έσοδα ύψους 33,5 εκ. ευρώ.
Συμπερασματικά, η όποια πρόσκαιρη αύξηση των εσόδων δεν αντισταθμίζει τις συνολικές απώλειες από τη μείωση της δαπάνης κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών, καθώς την περίοδο 2009-2016 χάθηκαν €2 δισ. στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας (μείωση ΑΕΠ), ενώ τα εισοδήματα από εργασία υποχώρησαν κατά €404 εκ. με επιπτώσεις στην κατανάλωση και στους φόρους χάθηκαν 40.000 θέσεις εργασίας στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
Το επόμενο διάστημα, ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών έχει να αντιμετωπίσει δύο προκλήσεις, που θα επηρεάσουν σημαντικά τη μελλοντική του πορεία:
-Η παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με κίνδυνο να καταργηθεί η εφαρμογή μειωμένου ΕΦΚ που εφαρμόζεται στο εμφιαλωμένο τσίπουρο/τσικουδιά, δύναται να επιβάλει εξαιρετικά δυσμενείς όρους στους εγχώριους αποσταγματοποιούς νόμιμων προϊόντων, καθώς θα διευρύνει ακόμα περισσότερο τα κίνητρα διάθεσης χύμα προϊόντων.
-Σημαντική επίπτωση θα έχει και ενδεχόμενη αλλαγή του ευρωπαϊκού κανονισμού για τα αλκοολούχα ποτά, εφόσον καταργηθεί η υποχρέωση εμφιάλωσης προϊόντων με γεωγραφική ένδειξη εντός της περιοχής της γεωγραφικής ένδειξης, με την αιτιολογία ότι συνιστά περιορισμό του ελεύθερου εμπορίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως επισημαίνει η μελέτη, θετική επίδραση για τον κλάδο θα είχε η σταδιακή σύγκλιση του φορολογικού συντελεστή ΕΦΚ στον ευρωπαϊκό μέσο όρο ή εναλλακτικά η εξασφάλιση της φορολογικής σταθερότητας, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει συμβάλει στη σχετική σταθεροποίηση της εγχώριας αγοράς αλκοολούχων ποτών.
Ταυτόχρονα, επιβάλλεται να εφαρμοστούν πρόσθετα μέτρα, διοικητικού ή εποπτικού χαρακτήρα που θα διασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία της αγοράς αλκοολούχων ποτών, όπως:
-Εντατικοποίηση των ελέγχων, τόσο στα σύνορα, όσο και επιτόπια στην εγχώρια αγορά για τον περιορισμό του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών.
-Εξίσωση όρων εμπορίας για τα αποστάγματα που διοχετεύονται στα κανάλια διάθεσης.
-Αποτελεσματική χρήση των ηλεκτρονικών μέσων για τον εντοπισμό της φοροδιαφυγής, και επέκταση των ηλεκτρονικών πληρωμών και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης σε όλα τα επίπεδα συναλλαγών για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου.
-Δημιουργία και λειτουργία ενιαίας βάσης δεδομένων όλων των αρχών με μητρώο για όσους συλλαμβάνονται για λαθρεμπορία και ηλεκτρονικής πλατφόρμας με στοιχεία ιχνηλασιμότητας.
-Δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου διήμερων αποσταγματοποιών και αμβυκούχων (ιδιοκτητών καζανιών), στη βάση του πληροφοριακού συστήματος των Τελωνείων ICIS-net, για τη διευκόλυνση του έργου των ελεγκτικών μηχανισμών.
-Έλεγχος του τρόπου συσκευασίας και εμπορίας του προϊόντος απόσταξης των διημέρων.
-Συντονισμός των ελεγκτικών μηχανισμών για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα: η δημιουργία του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου (ΣΕΚ) για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου προϊόντων με ΕΦΚ συμβάλλει σημαντικά προς αυτήν την κατεύθυνση.
Η μείωση της φορολόγησης, σε συνδυασμό με τη λήψη διαρθρωτικών μέτρων, εκτιμάται ότι θα έχουν θετικές επιδράσεις στον κλάδο των αλκοολούχων ποτών, με προεκτάσεις και στην οικονομία συνολικά.
Η οικονομική και φορολογική σταθερότητα, καθώς και η ενίσχυση του τουριστικού προϊόντος της χώρας δύναται να επηρεάσουν θετικά την πορεία του κλάδου τα προσεχή χρόνια. Ωστόσο, η πραγματική ώθηση για τον κλάδο των αλκοολούχων ποτών, αναφέρεται ότι θα δοθεί μέσα από την αποτελεσματική αντιμετώπιση των φαινομένων παραοικονομίας που τον πλήττουν.
Σε ό,τι αφορά την δυναμική του κλάδου, αναφέρεται ότι ως προς την αξία, το 2016, οι εξαγωγές αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκαν σε €74 εκ. από €60 εκ. το 2009, αύξηση της τάξης του 23%. Ως προς τον όγκο, οι εξαγωγές του κλάδου αυξήθηκαν το διάστημα 2010-2016 κατά 63%, από 19,3 εκ. λίτρα τελικού προϊόντος το 2010 σε 31,4 εκ. λίτρα το 2016.
Ο όγκος των πωλήσεων αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκε το 2016 στα 2,9 εκ. 9λιτρα κιβώτια, μειωμένος κατά περίπου 50% σε σχέση με το 2009. Στο επίσημο (εμφιαλωμένο από ποτοποιούς) τσίπουρο καταγράφεται μικρή μείωση την περίοδο 2009-2016, στα 310 χιλ. 9λιτρα κιβώτια, έναντι 346 χιλ. 9λιτρων το 2009, ενώ στο ούζο σημειώνεται υποχώρηση, στα 823 χιλ. 9λιτρα κιβώτια, έναντι 1,6 εκ. 9λιτρα κιβώτια το 2009, δηλαδή στο ήμισυ των επιπέδων του 2009.