Του Γρηγόρη Σαμπάνη*

Τρεις μεγάλες προκλήσεις αντιμετωπίζει η οικονομική πολιτική το 2021: να συνεχισθεί η στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, να αποφευχθεί ένας δημοσιονομικός εκτροχιασμός και να αξιοποιηθούν γρήγορα και αποτελεσματικά τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης για την επανεκκίνηση της ανάπτυξης. Για το πολιτικό σύστημα, μια πρόκληση, όχι λιγότερο σημαντική, είναι η αποκατάσταση της σοβαρότητας στο δημόσιο διάλογο για τα θέματα της οικονομίας, μακριά από το λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Μετά τις πρόσθετες δυσκολίες που δημιούργησε στις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τον κρατικό προϋπολογισμό το δεύτερο lockdown, δεν παύουν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για ισχυρή οικονομική ανάκαμψη τον επόμενο χρόνο, εφόσον εφαρμοσθεί η στρατηγική που έχει χαράξει η κυβέρνηση και αποτυπώνεται στον προϋπολογισμό και στο σχέδιο αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Η ισορροπημένη οικονομική πολιτική που ακολουθείται έχει τρεις στόχους:

  1. Να εξακολουθήσει και το 2021, στο βαθμό που θα απαιτηθεί, να αξιοποιείται ο κρατικός προϋπολογισμός για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών σε αυτή τη δύσκολη δοκιμασία της πανδημίας. Τα 7,5 δισ. ευρώ που έχουν μείνει «στην άκρη» για τη στήριξη της οικονομίας φαίνεται ότι είναι επαρκή για να συνεχίσει να υποστηρίζεται η πραγματική οικονομία, ενώ υπάρχουν περιθώρια και για πρόσθετες παρεμβάσεις, εάν αυτό απαιτηθεί. Χρειάζεται, πάντως, και ήδη εξετάζεται από την κυβέρνηση μια νέα στόχευση στα μέτρα στήριξης: τα γενικά μέτρα πρέπει να δώσουν τη θέση τους σε καλύτερα στοχευμένες παρεμβάσεις, καθώς τα δημοσιονομικά περιθώρια αρχίζουν να στενεύουν.
  2. Να επανέλθει σταδιακά η δημοσιονομική σταθερότητα, με τη μείωση του ελλείμματος από το 2021, καθώς από το 2022 όλα δείχνουν ότι η χώρα θα χρειασθεί να επανέλθει σε πρωτογενή ελλείμματα που θα είναι συμβατά με το στόχο της διατήρησης της βιωσιμότητας του χρέους. Έχει κρίσιμη σημασία να παραμείνουν πεπεισμένοι οι επενδυτές της αγοράς ομολόγων ότι η μεγάλη διόγκωση του ελλείμματος το 2020 ήταν μια πρόσκαιρη επίδραση της πανδημίας και δεν θα επανέλθει η χώρα στην κακοδιαχείριση του παρελθόντος. Μόνο έτσι θα εξακολουθήσει η Ελλάδα να απολαμβάνει τα πολύ χαμηλά επιτόκια δανεισμού που έχουμε σήμερα ακόμη και μετά τη λήξη των έκτακτων μέτρων στήριξης που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
  3. Να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι πόροι των 32 δισ. ευρώ που θα διατεθούν στην Ελλάδα, ως επιδοτήσεις και φθηνά δάνεια, είναι μια μοναδική ευκαιρία για να ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια ο ρυθμός ανάπτυξης περισσότερο από 2% ετησίως, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος. Όμως, πρέπει να κατευθυνθούν σε πραγματικά παραγωγικές επενδύσεις και να ξεπερασθούν τα χρόνια προβλήματα της δημόσιας διοίκησης στην αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων. Ο σχεδιασμός που έχει γίνει ως τώρα από την κυβέρνηση φαίνεται επαρκής, όμως πολλά θα κριθούν από την αποτελεσματικότητα στην υλοποίηση του σχεδίου.

Δύσκολα θα διαφωνήσει κανείς, εξετάζοντας σοβαρά τις παραμέτρους της οικονομικής πολιτικής σε αυτή τη δύσκολη και κρίσιμη συγκυρία, με τη διαπίστωση που έκανε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, στη συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού, ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης «σχεδιάζει και υλοποιεί τις βέλτιστες πολιτικές, εντός του πεδίου των εφικτών λύσεων». Όπως πρόσθεσε, «στοχεύουμε, εκπέμποντας ασφάλεια και σταθερότητα, στην υπέρβαση της κρίσης, με την οικονομία σε λειτουργία και την κοινωνία όρθια, και θέτουμε τις βάσεις, αρχικά, για ταχεία ανάκαμψη και, στη συνέχεια, για διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη».

Αυτές, πράγματι, είναι οι βασικές παράμετροι της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται και, όχι τυχαία, επιδοκιμάζεται σταθερά από τους Ευρωπαίους εταίρους και τους ξένους επενδυτές. Όμως, μπροστά στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομική πολιτική έχει κρίσιμη σημασία να αναπτυχθεί στο εσωτερικό της χώρας ένας ώριμος πολιτικός διάλογος, χωρίς υπερβολές, λαϊκισμό και μικροπολιτικούς υπολογισμούς, που θα επιτρέψει πραγματικά να στρατευθούν οι παραγωγικές δυνάμεις σε μια κοινή προσπάθεια. Όσο και αν είναι πολιτικά χρήσιμο για τα κόμματα της αντιπολίτευσης να συντηρείται η πόλωση, σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία είναι απολύτως κρίσιμο και αναγκαίο να ξεφύγουμε από άγονες διαιρέσεις του παρελθόντος («μνημονιακοί» – «αντιμνημονιακοί» κ.ο.κ.), οι οποίες θα μας αποπροσανατολίσουν από την κοινή, την εθνική προσπάθεια για ανάταξη της οικονομίας.

Δυστυχώς, από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι δίνεται προτεραιότητα σε τέτοια διχαστική αντιπολίτευση, με επιχειρήματα που συχνά κινούνται εντελώς εκτός πραγματικότητας. Ο Χρήστος Σταϊκούρας, στη συζήτηση του προϋπολογισμού, απάντησε με πειστικό τρόπο σε αυτές τις αιτιάσεις, που όχι μόνο υποβιβάζουν τη δημόσια συζήτηση για τα θέματα της οικονομικής πολιτικής σε πολύ χαμηλό επίπεδο, αλλά τελικά υπονομεύουν την προσπάθεια για την οικονομική ανάκαμψη.

Ο υπουργός Οικονομικών τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι:

  1. Δεν ευσταθεί το επιχείρημα περί καθοδικής τροχιάς της οικονομίας πριν την πανδημία. Η αλήθεια είναι, όπως είπε, ότι ο ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας επιταχύνθηκε το 2019, σε σχέση με το 2018 και, για πρώτη φορά από το 2007, η ανάπτυξη ήταν υψηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, δυναμική που συνεχίστηκε και το πρώτο τρίμηνο του 2020, παρά το γεγονός ότι η Ευρώπη επέστρεψε στην ύφεση. Η ύφεση του πρώτου εξαμήνου, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν αισθητά χαμηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ακόμη και στο 9μηνο, η Ελλάδα παρέμεινε σε καλύτερη θέση από αρκετές άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως είναι η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία. Μάλιστα, αν εξαιρεθεί η επίπτωση από τη συμπίεση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 80%, εξαιτίας των δυσμενών εξελίξεων στον τουρισμό, οι υπόλοιπες συνιστώσες του ΑΕΠ (κατανάλωση και επενδύσεις) αθροιστικά παρουσιάζουν τη 2η καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη.
  2. Στις αιτιάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τις αλλαγές προβλέψεων του οικονομικού επιτελείου για την πορεία της οικονομίας, η απάντηση είναι ότι σε ένα τόσο ευμετάβλητο περιβάλλον, οι προβλέψεις διαρκώς μεταβάλλονται. Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι σε λιγότερο ευμετάβλητες περιόδους, οι κυβερνήσεις του σταθερά αποτύγχαναν στις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη.
  3. Στο επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ ότι, δήθεν, τα μέτρα στήριξης που εφαρμόζει η κυβέρνηση είναι μικρότερα από όσα παρουσιάζονται, δόθηκε μια οριστική απάντηση με τον πίνακα που απεικονίζει τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας και από τον οποίο προκύπτει ότι τα μέτρα προστασίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων ανέρχονται στα 24 δισ. ευρώ το 2020.
  4. Στην ανεύθυνη πλειοδοσία του ΣΥΡΙΖΑ, για ακόμη περισσότερα μέτρα στήριξης, η απάντηση που δόθηκε ξεκαθαρίζει ότι, ευτυχώς για τη χώρα, η κυβέρνηση της ΝΔ δεν ακολούθησε τις λαϊκιστικές προτροπές του ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή της κρίσης. Εάν το είχε κάνει, δεδομένης και της εξέλιξης της πανδημίας, σήμερα η χώρα θα βρισκόταν σε αδιέξοδο και η κυβέρνηση θα αδυνατούσε να βοηθήσει εργαζόμενους και επιχειρήσεις.

Είπε πολλά ο υπουργός Οικονομικών σε αυτή τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό και τοποθέτησε στις σωστές βάσεις τη συζήτηση για την οικονομία και την οικονομική πολιτική. Σε μια χώρα με νωπά «τραύματα» από την ανεύθυνη και εκτός πραγματικότητας, πολωτική συζήτηση για τα μείζονα θέματα της οικονομίας, που είχε ως συνέπεια να διχασθεί ο λαός και να καθυστερήσει τραγικά η ολοκλήρωση των προγραμμάτων σταθεροποίησης της προηγούμενης δεκαετίας, έχει μεγάλη αξία να αντιληφθεί και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης την κρισιμότητα των περιστάσεων και να αρχίσει να συζητά με σοβαρότητα για τα θέματα της οικονομίας. Θα προσφέρει υπηρεσία στη χώρα, εάν το πράξει!

 

*Οικονομολόγος, πρώην στέλεχος τραπεζών