Ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) αποτελεί σήμερα μια από τις πιο διαδεδομένες απειλές που αντιμετωπίζουν τα παιδιά, που συντηρείται ακόμη περισσότερο καθώς σπάνια θύματα και μάρτυρες θα ζητήσουν βοήθεια.

Όπως αναφέρεται σε έκθεση της πρωτοβουλίας Safe2Tell, οι μαθητές επιλέγουν να μην αναφέρουν περιστατικά σχολικού εκφοβισμού, παρόλο που τα γνωρίζουν, στο 81% των περιπτώσεων. Σύμφωνα με την ESET, οι επιπτώσεις του cyberbullying μπορούν να μειωθούν αν τα παιδιά είναι καλύτερα προετοιμασμένα απέναντι στους online κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσουν. Για το λόγο αυτό, η εταιρεία κυβερνοασφάλειας συγκέντρωσε τα βασικά σημεία στα οποία πρέπει να δίνεται έμφαση από γονείς και εκπαιδευτικούς, ώστε οι μαθητές να μπορούν να αντιμετωπίσουν όσους τους εκφοβίζουν στο διαδίκτυο.

Ανατρέφοντας τα παιδιά να γίνονται σωστοί ψηφιακοί πολίτες. Ο ψηφιακός κόσμος αποτελεί μέρος της πραγματικής ζωής, επομένως θα πρέπει να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες. Κατά την ανατροφή των παιδιών, θέματα όπως η αγωγή του πολίτη, ο σεβασμός στη διαφορετικότητα, οι ηθικές αρχές και οι αξίες θα πρέπει να αφορούν και τον ψηφιακό κόσμο και όχι μόνο την πραγματική ζωή.

Έμφαση στην ευαισθητοποίηση και όχι στην απαγόρευση. Τα παιδιά πλέον ταυτίζονται τόσο πολύ με την τεχνολογία, ώστε οποιαδήποτε μορφή απαγόρευσής της να καταλήγει ουσιαστικά αναποτελεσματική. Είναι προτιμότερο γονείς και εκπαιδευτικοί να διδάσκουν τα παιδιά πώς μπορούν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία για το κοινό καλό, όπως για να μοιραστούν τη γνώση ή να υποστηρίξουν το ένα το άλλο. Αντί να καλλιεργείται αίσθημα φόβου για τη χρήση της τεχνολογίας, είναι προτιμότερο να δίνεται έμφαση στο πώς να γίνεται σωστή χρήση της με ηθικό τρόπο.

Συλλογική αλληλεγγύη στην αναφορά του διαδικτυακού εκφοβισμού. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα παιδιά δεν αναφέρουν τα περιστατικά εκφοβισμού, φοβούμενα ότι θα τιμωρηθούν, ή αν είναι μάρτυρες, ότι θα είναι τα ίδια τα επόμενα θύματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι το πρόβλημα δεν είναι η τεχνολογία, αλλά οι άνθρωποι που τη χρησιμοποιούν με λάθος τρόπους. Προς αυτή την κατεύθυνση βοηθά η ύπαρξη ανοιχτής επικοινωνίας με τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, ώστε τα παιδιά να γνωρίζουν σε ποιον να στραφούν εάν αντιμετωπίζουν καταχρηστική συμπεριφορά.

Η σημασία του διαλόγου. Οι μαθητές πρέπει να γνωρίζουν σε ποιον μπορούν να απευθυνθούν για βοήθεια, πριν προκύψει κάποιο πρόβλημα, και στον τομέα αυτό, η εμπιστοσύνη είναι το κλειδί για την έναρξη διαλόγου. Οι συζητήσεις γονιών/εκπαιδευτικών και παιδιών σχετικά με την ασφάλεια στο διαδίκτυο πρέπει να ξεκινούν από τη στιγμή που τα παιδιά αρχίζουν να χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, και να συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων θέματα όπως οι τεχνολογικοί κίνδυνοι, η ασφάλεια στο Διαδίκτυο και η κατάλληλη διαδικτυακή συμπεριφορά.

Το σωστό παράδειγμα. Τα παιδιά μιμούνται τους μεγαλύτερους, οπότε το σωστό παράδειγμα από πλευράς τους είναι πολύ σημαντικό. Η υπεύθυνη χρήση της τεχνολογίας μπορεί να διδαχθεί από τους ίδιους τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς: προσέχουμε πως συμπεριφερόμαστε online, θυμόμαστε ότι οποιαδήποτε ενέργεια στο διαδίκτυο αφήνει ίχνη, ότι οτιδήποτε μοιραστεί ή δημοσιευτεί μπορεί ενδεχομένως να παραμείνει εκεί για πάντα και πόσο σημαντικό είναι να προστατεύουμε τα δεδομένα μας με σωστούς κωδικούς πρόσβασης.

Μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι πρακτικά αδύνατον ένας γονιός ή ένας εκπαιδευτικός να απαγορεύσει ή να περιορίσει τη χρήση των social media στα παιδιά. Μπορεί ωστόσο να τα εκπαιδεύσει να είναι προσεκτικά με τις απειλές που κρύβονται στα κοινωνικά μέσα, διατηρώντας επιφυλακτική στάση απέναντι σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουν και στις πληροφορίες που μοιράζονται, αλλά και στην αλληλεπίδραση με γνωστούς και με συνομηλίκους. Αν το παιδί αντιμετωπίσει εκφοβιστική συμπεριφορά, καλό είναι να γνωρίζει ότι σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υπάρχει η δυνατότητα να υποβάλλει αναφορά για καταχρηστικά προφίλ, χωρίς να φοβάται για την προστασία του, καθώς διατηρείται η ανωνυμία του.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ