Για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων που τα νοίκιαζαν στις τράπεζες, η απόφαση ισοδυναμεί με οικονομική καταστροφή. Δύσκολα θα βρουν τόσο καλοπληρωτές πελάτες. Για το προσωπικό υποστήριξης (φύλαξη, καθαριότητα, υποστήριξη) η απόφαση ισοδυναμεί με καταστροφή. Η απόφαση όμως είναι ειλλημμένη. Στην μείωση των καταστημάτων τους κατά 50% θα προχωρήσουν οι τράπεζες την επόμενη διετία στο πλαίσιο συρρίκνωσης του λειτουργικού κόστους με στόχο την τόνωση των εσόδων τους, δηλαδή της κερδοφορίας, αλλά και της προσαρμογής τους με τις επιταγές της νέας ψηφιακής εποχής.
Τα business plan των τραπεζών προβλέπουν ότι τη διετία 2019-2020 θα κλείσουν συνολικά 1.000 καταστήματα -από 2.000 που έχουν σήμερα- καθώς έχει υπολογισθεί ότι η δύναμη που πρέπει να διαθέτει σε αυτό το κομμάτι κάθε πιστωτικό ίδρυμα δεν πρέπει να ξεπερνά τα 300 καταστήματα. Η ανάγκη περιορισμού του δικτύου των καταστημάτων πέραν της ψηφιακής αναπροσαρμογής υποδεικνύεται και από τα αναιμικά έσοδα των ελληνικών τραπεζών, τα οποία πλήττουν ευθέως την κερδοφορία. «Δεν δίνουμε νέα δάνεια, τα επιτόκια των υφιστάμενων χορηγήσεων, κυρίως στα στεγαστικά δάνεια, είναι χαμηλά και την ίδια στιγμή ο περιορισμός των εξόδων έχει φρενάρει».
Αναπόφευκτα το μικρότερο δίκτυο φέρνει και μείωση των εργαζομένων και σύμφωνα με τον προγραμματισμό των τραπεζών μέχρι το 2021 αναμένεται να αποχωρήσουν τουλάχιστον 6.000 τραπεζοϋπάλληλοι. Πέραν των πλάνων αναδιάρθρωσης που καλούνται να συνεχίσουν να εφαρμόζουν οι τράπεζες για την επόμενη 3ετία η ανάγκη μείωσης του προσωπικού εκπορεύεται, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές και, από την αλλαγή της φύσης της τραπεζικής δουλειάς για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η μείωση του προσωπικού συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό σε ετήσια βάση και ήδη από τις αρχές του έτους μέχρι τον Ιούνιο αποχώρησαν με προγράμματα εθελουσίας εξόδου 2.000 εργαζόμενοι: 1.000 άτομα από την τράπεζα Πειραιώς, 600 την Alpha Bank και 400 εργαζόμενοι από την Eurobank ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται το πρόγραμμα εθελουσίας της Εθνικής Τράπεζας με στόχο την «έξοδο» 500 υπαλλήλων.