H βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας μετά την ύφεση και η προσδοκώμενη ανάπτυξη στα επόμενα χρόνια προοιωνίζονται την ανάκαμψη της αγοράς επίπλου, η οποία μαζί με τον οικονομικά συνδεδεμένο κλάδο του ξύλου αποτελούν μια βιομηχανία η οποία βρέθηκε στη δίνη της κρίσης.

Οι μηχανισμοί μετάδοσης της κρίσης και οι επιπτώσεις της στις επιδόσεις των επιχειρήσεων έχουν αποτελέσει αντικείμενο μελετών που κατέδειξαν την ανάγκη αλλαγής του επιχειρηματικού μοντέλου, ειδικά στην περίπτωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προκειμένου αυτές να καταστούν βιώσιμες σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο και ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Εξάλλου, όπως αναφέρει ο κ. Tάσος Ιατρού, επικεφαλής μίας από τις λιγοστές ελληνικές επιπλοποιίες που στάθηκαν όρθιες στην κρίση, της Iatrou Furniture (που διατηρεί εγκαταστάσεις στη Λεωφ. Μεσογείων 189), πέραν της κρίσης των τελευταίων ετών, ο κλάδος υπέστη καθίζηση όταν σταμάτησε η οικιστική ανάπτυξη, ενώ η ζήτηση στο έπιπλο άλλαξε ριζικά με την κρίση από το 2008.

Από το 2009, η πτώση ήταν συνεχής, με ενδεικτικό το 2012, όπου η –σχεδόν– μηδενική ζήτηση οδήγησε σε πτώση πωλήσεων στις επιχειρήσεις του κλάδου επίπλου, που έφτασε στο 70%.

Αν εξετάσουμε τις επιπτώσεις της κρίσης σε όλη τη διάρκειά της, διαπιστώνουμε ότι μόλις στο 10% των επιχειρήσεων οι επιπτώσεις ήταν πιο ήπιες, και εκεί συναντάμε, ως επί το πλείστον, βιοτεχνίες με τζίρο κάτω από 1 εκατ. ευρώ, γεγονός που καταδεικνύει ότι η ύφεση είχε αρνητικό αντίκτυπο σε όλο το εύρος της αγοράς και στις μεσαίου και μεγάλου μεγέθους εταιρείες.

Μετά από αυξομειώσεις στην αξία της αγοράς, τα πρόσφατα χρόνια πλέον, η κατάσταση δείχνει να έχει βελτιωθεί. Κι αν αναζητήσει κανείς τις πολιτικές αντιμετώπισης της κρίσης, διαπιστώνει ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις στράφηκαν σε περικοπή λειτουργικών εξόδων, μείωση τιμών, αλλά και περιορισμό δαπανών για διαφήμιση.

Το μείγμα που ακολούθησαν οι «παίκτες» που κατάφεραν να βγουν πιο δυνατοί από την κρίση ήταν οι έξυπνες διαφημίσεις, η επανεξέταση της επιχειρησιακής τους βάσης, η εξοικονόμηση σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας της επιχείρησης, η εστίαση στην ποιότητα για την παράδοση του καλύτερου δυνατού προϊόντος και η υιοθέτηση πλαισίου πειθαρχίας, ηθικής και αξιών στο εσωτερικό της εταιρείας.

Η εξωστρέφεια της βιομηχανίας ξύλου –ως μέτρο αντιμετώπισης των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης– έφερε επίσης κάποια αποτελέσματα, ενώ οι εταιρείες επίπλου που κατάφεραν να επιβιώσουν επένδυσαν σε νέες συνεργασίες και tailor-made προϊόντα, αναβαθμίζοντας τις υπηρεσίες τους. Στην περίπτωση της Iatrou, για παράδειγμα, η βιωσιμότητα βασίζεται σε ένα μείγμα που συνδυάζει την εμπειρία του κατασκευαστικού και του εμπορικού τομέα μαζί με συνεργασίες με καταξιωμένους οίκους, όπως Cattelan, Arper, αλλά και μπράντες όπως Gruppo Tomasella κ.ά.

Αν και διαπιστώνεται ότι οι μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, αρκετές οικογενειακές, με ιδιόκτητες εγκαταστάσεις, είναι πιο ευέλικτες στη λήψη αποφάσεων και στην αλλαγή στρατηγικής, είναι προφανές ότι οι μεγαλύτερες έχουν κάποια πλεονεκτήματα σε θέματα χρηματοδότησης και στρατηγικών συμμαχιών με διεθνείς επενδυτές και πιθανόν ανάληψης μεγαλύτερων έργων.

Αυτό που διαφοροποιεί τους ηγέτες όμως είναι η προσήλωση στην ποιότητα. Εξάλλου η υψηλή ποιότητα είναι αυτή που οι καταναλωτές –μια μερίδα τους τουλάχιστον– είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν σε υψηλές τιμές.

Εν κατακλείδι, η οικονομική κρίση δημιούργησε μια σημαντική ευκαιρία για τον μετασχηματισμό του κλάδου, με ανάπτυξη συγκριτικών πλεονεκτημάτων για τις επιχειρήσεις ξύλου και επίπλων έναντι του ανταγωνισμού.

Οι πολιτικές για την αντιμετώπιση προκλήσεων συνοψίζονται σε: εξυπηρέτηση πελατών, ανάπτυξη σχέσεων με τους πελάτες, ανάπτυξη προϊόντων υψηλής ποιότητας, έμφαση στην καινοτομία, χρήση νέων τεχνολογιών, υιοθέτηση προτύπων ποιότητας και ευρωπαϊκών προδιαγραφών, διατήρηση των τιμών σε «ρεαλιστικά επίπεδα», στενή παρακολούθηση των διαφόρων τμημάτων της επιχείρησης, στρατηγικό σχεδιασμό και ικανή διοίκηση.

 

…………………

Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Ιούλιος-Αύγουστος 2019