Στο +3,5% με +4% δηλαδή μία μονάδα χαμηλότερα από τις προηγούμενες προβλέψεις θέτει τον πήχη το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών ΙΟΒΕ.
Έχοντας ευρύτερη-συλλογική αλλά και εξατομικευμένη και ενδελεχή εικόνα της εγχώριας επιχειρηματικότητας- ΙΟΒΕ και Τράπεζα της Ελλάδος αποτελούν ίσως το πιο αξιόπιστο δίδυμο “μετρήσεων” για την ελληνική οικονομία.
- Έτσι και το +3,5% του ΙΟΒΕ και το +3,2% της ΤτΕ δίνουν ένα μέτρο σύγκρισης έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Διακριτά καλύτερο.
Αρκετά ανθεκτική στις διεθνείς πιέσεις, βρίσκει την ελληνική οικονομία το Ιδρυμα, με τον διευθυντή του-καθηγητή Νίκο Βέττα να υπογραμμίζει ότι
- “…έχει σφυγμό και το ερώτημα είναι εάν θα εκτραπεί ή αν έχει αλλάξει αρκετά, ώστε να καταφέρει να πετύχει…”.
Σημαντικό το ότι ικανό κομμάτι της μεταποίησης δείχνει ιδιαίτερη εξωστρέφεια με αύξηση εξαγωγών, την ώρα που μέρος του τουρισμού στρέφεται ποιοτικότερα (άρα μεγαλύτερη δαπάνη ανά επισκέπτη).
- Ανασταλτικά λειτουργούν-ήδη- πληθωρισμός (ενεργειακό κόστος) σε μικρότερο βαθμό (για το 2022) η δεδομένη αύξηση των επιτοκίων/επιβάρυνση κόστους χρήματος καθώς οι 8 στις 10 εισηγμένες της μεγάλης κεφαλαιοποιήσεις έχουν αναχρηματοδοτήσει υποχρεώσεις/δάνεια με επιτόκια 2021, οι δε λήξεις εταιρικών ομολόγων για το 2022 δεν ξεπερνούν τα 350 εκατ.€
Ως προς την νομισματική πολιτική, το πρόβλημα για τον επικεφαλής του ΙΟΒΕ είναι μεν η αύξηση των επιτοκίων-που έχουν ανέβει πανευρωπαϊκά- αλλά το αδύναμο σημείο εντοπίζεται στο διαφορικό κόστος χρηματοδότησης δηλαδή στο spread.