Καθαρά προσαρμοσμένα έσοδα της τάξεως των € 46,6 εκατ., με σημαντική ανάπτυξη της δραστηριότητας στην Ελλάδα με όγκο νέων εργασιών αυξημένο κατά 34% κατέγραψε η BFF Banking Group.
Να σημειωθεί ότι η λογιστική και φορολογική ενοποίηση με την DEPObank που απορρόφησε είναι σε ισχύ από την 1η Μαρτίου 2021.
Αναλυτικότερα:
- Τα καθαρά έσοδα ανήλθαν σε €210,3 εκατ., συμπεριλαμβανομένης της υπεραξίας από μη επαναλαμβανόμενο αποτέλεσμα που απορρέει από την εξαγορά της DEPObank. Στα €46,6 εκατ. ανήλθαν τα προσαρμοσμένα καθαρά έσοδα.
- Factoring & Δάνεια: Μικρότερο χαρτοφυλάκιο δανεισμού σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, με Ιταλία και Ισπανία να επηρεάζονται λόγω της υψηλής ρευστότητας, ενώ σημαντική ανάπτυξη σημειώθηκε σε Πορτογαλία (+86%), Ελλάδα (+34%) και κεντρική και ανατολική Ευρώπη (+8%).
- Ισχυρή κεφαλαιακή θέση (ο δείκτης CET1 ανέρχεται σε 18,6% και ο συνολικός Κεφαλαιακός Δείκτης ανέρχεται σε 23%) με ποσό της τάξεως των € 177 εκατ. να υπερβαίνει το 15% του στόχου. Δείκτης CET1 στο 28,2% συμπεριλαμβανομένων των συσσωρευμένων μερισμάτων.
- Συσσωρευμένα μερίσματα ύψους €212 εκατ. του 2019, του 2020 καθώς και α’ εξαμήνου 2021. Είναι ήδη σε εξέλιξη οι συζητήσεις με την Τράπεζα της Ιταλίας για την διανομή των μερισμάτων στις αρχές Οκτωβρίου 2021.
- Μηδενικό κόστος ρίσκου, και δείκτης ΜΕΔ/Σύνολο δανείων, εξαιρουμένων των ιταλικών οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, στο 0,2%.
- Η εκτενής γεωγραφική διασπορά των δραστηριοτήτων εξισορροπεί μερικώς τις αρνητικές επιδόσεις της Ιταλίας. Οι διεθνείς αγορές (Ισπανία, Πορτογαλία, Πολωνία, Σλοβακία, Τσεχία, Ελλάδα Κροατία και Γαλλία) αντιπροσωπεύουν το 46% του συνολικού δανεισμού στο τέλος του α’ εξαμήνου του 2021 – αύξηση σε σχέση με το 39% που σημειώθηκε κατά το τέλος της αντίστοιχης περσινής περιόδου.
- Η BFF κατέγραψε συνολικό όγκο νέων εργασιών της τάξεως των €2,468 εκατ. μειωμένο κατά 3% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, κυρίως λόγω των χαμηλότερων όγκων που σημειώθηκαν σε Ιταλία και Ισπανία (-6% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο) και Πολωνία (-11% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο). Σημαντική αύξηση σε Πορτογαλία και Ελλάδα της τάξεως του 86% και 34% αντίστοιχα.