Παραποιημένα προϊόντα αξίας 460 δισ. ευρώ διακινούνται παγκοσμίως, ενώ σε σχέση με το 2016 το μερίδιο των παραποιημένων αγαθών στο παγκόσμιο εμπόριο αυξήθηκε από 2,5% σε 3,3% το 2019.
Επίσης, η εισαγωγή παραποιημένων προϊόντων στην Ευρωπαϊκή Ένωση αγγίζει σε αξία τα 121 δισ. ευρώ, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 6,8% των συνολικών εισαγωγών της ΕΕ.
Αυτά προκύπτουν από έκθεση που δημοσίευσαν σήμερα το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), σύμφωνα με την οποία καταγράφεται σημαντική αύξηση στις απομιμήσεις.
Οι εταιρείες και οι επιχειρήσεις που πλήττονται περισσότερο από την παραποίηση συνεχίζουν και έχουν την έδρα τους στις χώρες του ΟΟΣΑ, όπως είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ελβετία, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Κορέα και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ωστόσο, ένας αυξανόμενος αριθμός εταιρειών που βασίζονται σε άλλες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης της Βραζιλίας και του Χονγκ Κονγκ, επηρεάζονται, επίσης, από το παγκόσμιο εμπόριο πειρατικών αγαθών.
Σύμφωνα με τη σημερινή έκθεση, οι κατασχέσεις στα τελωνεία υποδεικνύουν τις κύριες χώρες και τις περιφέρειες προέλευσης από τις οποίες εξάγονται τα παραποιημένα εμπορεύματα.
Αυτές οι χώρες περιλαμβάνουν την Κίνα, το Χονγκ Κονγκ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Τουρκία, τη Σιγκαπούρη, την Ταϊλάνδη, την Ινδία και τη Μαλαισία.