γράφει η “ξενοδόχος”
Η πτώση της πληρότητας και το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ αφίξεων και κρατήσεων στα ξενοδοχεία που μάλιστα ήταν ιδιαίτερα έντονες μέσα στον Ιανουάριο αποτελούν δύο σημάδια που φαίνεται ότι προκαλούν μεγάλη ανησυχία στους ξενοδόχους της Αθήνας, που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο μιας νέας προβληματικής εποχής για τα ξενοδοχεία της ελληνικής πρωτεύουσας.
Με βάση τα στοιχεία της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ) και την επεξεργασία τους από την γνωστή εταιρεία συμβούλων Gbr Consulting, τον Ιανουάριο του 2019 η πληρότητα ήταν στο 51,2%, από 56,1% τον Ιανουάριο του 2018, σημειώνοντας πτώση κατά 8,7% σε ετήσια βάση, ενώ η Μέση Τιμή Δωματίου εμφανίζεται ελαφρώς μειωμένη στα 80,34 ευρώ από 81,64 ευρώ τον Ιανουάριο του 2018. Διψήφιο ποσοστό πτώσης, κατά 10,1% σημειώνει το Εσοδο Ανά Διαθέσιμο Δωμάτιο στα αθηναϊκά ξενοδοχεία φθάνοντας τα 41,12 ευρώ τον πρώτο μήνα του 2019 από 45,76 τον αντίστοιχο μήνα του 2018.
Η ΕΞΑΑ θεωρεί ακόμη πιο εντυπωσιακό αποτελεί το γεγονός ότι η Αθήνα σημειώνει τη μεγαλύτερη πτώση πληρότητας και τη μεγαλύτερη πτώση ως προς το Εσοδο Ανά Διαθέσιμο Δωμάτιο σε σχέση με τους ανταγωνιστές της: Σε σύνολο 11 ευρωπαϊκών πόλεων (Βιέννη, Λονδίνο, Παρίσι, Βερολίνο, Μόναχο, Ρώμη, Αμστερνταμ, Βαρκελώνη, Μαδρίτη, Κωνσταντινούπολη) η ελληνική πρωτεύουσα είναι μαζί με τη Ρώμη και το Αμστερνταμ οι τρείς προορισμοί που σημειώνουν πτώση, αν και στην περίπτωση των άλλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών τα ποσοστά της πτώσης είναι σαφώς μικρότερα κατά 2,5% για τη Ρώμη και 5,2% για το Αμστερνταμ. Οι τρείς πόλεις είναι αυτές που έχουν παρουσιάσει και πτώση στη Μέση Τιμή Δωματίου, 1,6% για την Αθήνα, 0,1% για τη Ρώμη και 1,7% για το Αμστερνταμ).
Για το σύνολο του 2018, σύμφωνα με τα μηνιαία δελτία ΕΞΑΑΑ και GBR Consulting και τα στοιχεία κίνησης και απόδοσης ξενοδοχείων, το 12μηνο 2018 έκλεισε με οριακή αύξηση της πληρότητας της τάξης του 1,5%, παρουσιάζοντας παράλληλα «προειδοποιητικά» σημάδια για ανατροπή του θετικού κλίματος. Πιο συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια των λεγόμενων μηνών αιχμής (Ιούνιο-Ιούλιο-Αύγουστο-Σεπτέμβριο) δυστυχώς καταγράφηκαν αρνητικά πρόσημα στην πληρότητα των ξενοδοχείων, κάτι που παρατηρήθηκε και το Δεκέμβριο του 2018, με πτώση πληρότητας της τάξης του (-) 2,7%.
Οι ξενοδόχοι, θεωρούν τη δεδομένη στιγμή θεωρούμε προτεραιότητα όλων κατ’ αρχήν τη δημιουργία ενός υγιούς και δίκαιου επιχειρηματικού περιβάλλοντος που θα μπορεί να υποστηρίξει διαχρονικά τον προορισμό, δηλαδή και σε περιόδους ανόδου αλλά και σε περιόδους καμπής (λ.χ. ρύθμιση θεμάτων που αφορούν σε παραξενοδοχία, αθέμιτο ανταγωνισμό, υπερφορολόγηση ξενοδοχείων, κλπ.) και κατά δεύτερον, την ουσιαστική συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού φορέα για την απεμπλοκή έργων και επενδύσεων που θα συμβάλλει στην άμεση βελτίωση της εικόνας, αλλά και της τουριστικής πρότασης της Αθήνας – Αττικής.
Τα δεδομένα
Από την πλευρά τους, οι ξενοδόχοι, παρακολουθώντας τις συχνές αναφορές και τα δημοσιεύματα περί αύξησης της τουριστικής κίνησης στην Αθήνα, θεωρεί αναγκαίο να επισημάνει πως τα νέα δεδομένα αποτελούν την απαρχή μιας ακόμα ‘προβληματικής’ εποχής για την Αθήνα, καθώς ισχύουν αυτή την στιγμή τα εξής:
-Υπερπροσφορά κλινών: Πλήθος νέων τουριστικών κλινών, διαφόρων τύπων και κατηγοριών, προστέθηκαν στον προορισμό, προϊόν μιας περισσότερο ευκαιριακής και λιγότερο μελετημένης εμπλοκής ανθρώπων και επιχειρήσεων με τα τουριστικά πράγματα, προφανώς επηρεασμένων από την πρόσκαιρη αύξηση της ζήτησης για την Αθήνα. Η αύξηση της ζήτησης, όπως εκτιμούν οι ξενοδόχοι, ήταν όντως πρόσκαιρη: Αφενός προέκυψε μετά την ‘μεγάλη κατιούσα’ της περιόδου 2008-2013 (με ποσοστά πτώσης σε όλους τους δείκτες ενίοτε και άνω του 60%, όπου τα ξενοδοχεία της πόλης ‘έκλειναν’ το ένα μετά το άλλο, ή διέκοπταν προσωρινά τη λειτουργία τους). Αφετέρου η επιλογή της Ελλάδας και της Αθήνας από τους επισκέπτες ευνοήθηκε σε ένα σημαντικό βαθμό, λόγω των σοβαρών προβλημάτων των γειτονικών χωρών -ανταγωνιστών. Παράλληλα, η Αθήνα είχε ήδη βρεθεί στο προσκήνιο τα χρόνια της κρίσης άλλοτε αρνητικά , άλλοτε θετικά, κάτι που σαφώς προσέλκυσε το ενδιαφέρον του ταξιδιωτικού κοινού. Συμπερασματικά, το τοπίο της Αθήνας σε κλίνες σαφώς εμπλουτίσθηκε, αλλά με την λογική της ‘χρυσής ευκαιρίας’. Ωστόσο, χωρίς μελέτη, στρατηγική και κανόνες, δε χτίζεται το μέλλον.
Η ήδη μεγάλη ‘ψαλίδα’ μεταξύ αφίξεων στο Αεροδρόμιο της Αθήνας και πληρότητας των ξενοδοχείων εξακολουθεί να μεγαλώνει καταδεικνύοντας το μείζον ζήτημα που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια στην πόλη. Η απότομη και άναρχη αύξηση κλινών της λεγόμενης ‘οικονομίας διαμοιρασμού’ είναι σαφές πως έχει προκαλέσει πλέον μετάλλαξη στον προορισμό με σημαντικές συνέπειες και σε κοινωνικό επίπεδο.
-Πτώση τιμών: Στο σημείο αυτό, οι επιτελείς της ΕΞΑΑΑ υπενθυμίζουν ότι τα προηγούμενα χρόνια η εξαιρετικά ανταγωνιστική τιμολογιακή πολιτική των ξενοδοχείων της Αθήνας – με μέση τιμή πολύ χαμηλότερη των ανταγωνιστών της – συνέβαλε καθοριστικά στην άνοδο της ζήτησης και της τουριστικής κίνησης προς την Αθήνα. Και ενώ δεν είχε καν σταθεροποιηθεί η απαραίτητη ισορροπία ζήτησης-προσφοράς-τιμών, εμφανίζονται σημάδια πτώσης τιμών και εσόδων – που κατά περίπτωση φτάνουν έως και 30%. Με βάση την μελέτη των στοιχείων, αλλά και την εμπειρία της αθηναϊκής ξενοδοχίας, αναμένονται στην αγορά σημαντικές αλλαγές και αναταράξεις.
-Εποχικότητα: Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η Αθήνα πλέον θεωρείται (και) προορισμός διακοπών, ωστόσο, ως αστικός κατά βάση προορισμός, δεν είναι λογικό να παρουσιάζει τόσο έντονα προβλήματα εποχικότητας. Πολύ περισσότερο όταν το φθινόπωρο και η άνοιξη της Αθήνας σε παραλιακό μέτωπο και τα νησιά του Αργοσαρωνικού αποτελούν στην κυριολεξία ‘καλοκαίρι’ για τους ξένους επισκέπτες. Οι πρωτοβουλίες τοπικών και επαγγελματικών φορέων θα πρέπει πλέον να στραφούν προς την ενδυνάμωση της ζήτησης καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, προβάλλοντας τα ανάλογα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Αθήνας έναντι των ανταγωνιστών της.
-Έλλειψη δομών και εξειδικευμένης υποδομής: Τη στιγμή που οι ανταγωνιστές μας επανέρχονται στον τουριστικό στίβο δριμύτεροι και με περισσότερα όπλα στη μάχη του ανταγωνισμού (σύγχρονα συνεδριακά κέντρα, οργανωμένα λιμάνια και μαρίνες, νέα τουριστικά προϊόντα κ.λπ.), η Αθήνα συνεχίζει να αντιμετωπίζει βασικά προβλήματα καθαριότητας, ασφάλειας, έλλειψης κοινωνικών δομών κατάλληλων να εξυπηρετήσουν τις αυξημένες ανάγκες του πληθυσμού, αλλά και των επισκεπτών της. Παράλληλα, σημαντικές επενδύσεις και έργα που θα εμπλούτιζαν την αθηναϊκή πρόταση δίνοντας έμφαση στο παραλιακό μέτωπο (Συνεδριακό Κέντρο, Ελληνικό, κ.λπ.) καθυστερούν αδικαιολόγητα.