Ο κ. Παναγιώτης Ζάραγκας, Γενικός Σύμβουλος ΟΕΥ Β΄, Υπουργείο Εξωτερικών παρέθεσε ομιλία-παρουσίαση για την αγορά της Ιταλίας στο πλαίσιο της διεξαγωγής των Greek Exports Forum & Awards 2021. 

Στην έναρξη της ομιλίας του ο κ. Ζάραγκας χαρακτήρισε την παρουσίασή του ως μια “ανάδειξη του πανθομολογούμενου δυνσμισμού ελληνικής εξωστρέφειας” ενώ εκτίμησε ότι  “δυστυχώς η πρόσφατη κρίση θα μας αφήσει το αποτύπωμά της”. 

Η Ιταλια, σύμφωνα με τον ίδιο, πρόκειται για τον 1ο οικονομικό στρατηγικό εταίρο της Ελλάδας και τον πρώτο προορισμό της ελληνικής εξωστρέφειας, “ένας εταίρος με ιδιαίτερο βάθος”.

Απέδωσε τις άριστες διμερείς σχέσεις των δύο χωρών στην γεωγραφική τους εγγύτητα, είναι δύο χώρες “με συνεκτικά στοιχεία την οικονομία που εστιάζουν το πολιτικό, το οικονομικο, το τουριστικό, το πολιστιτικο”.

Οι δύο χώρες φέρουν το βάρος μιας κατ΄εξοχήν στρατηγικής σχέσης που ασκεί έναν κομβικό ρόλο στην ανατολική Μεσόγειο. 

Όπως είπε ο κ. Ζάραγκας, οι συναλλαγές ανάμεσα στις δύο χώρες ολοένα και πληθαίνουν “με το πρόσημο των συναλλαγών να παρουσιάζει μια αύξηση της τάξης του 42% από το 2016 έως το 2021”.

“Οι διμερείς σχέσεις είναι ένα βήμα στο κατώφλι των 10 δις” είπε.

Σχολίασε δε πως υπάρχει μια κατ’ εξοχήν βαριά επενδυτική παρουσία της Ιταλίας σε κρίσιμους στρατηγικούς τομείς, όπως Ενέργεια, Μεταφορές και Τηλεπικοινωνίες.

Σύμφωνα με τον κ.Ζάραγκα, υπάρχει μια γεωστρατηγική διάσταση των ενεργειακών οδεύσεων που συνδέουν Ελλάδα και Ιταλία. 

Η Ιταλία, ανέφερε ο Γενικός Σύμβουλος ΟΕΥ Β΄ του ΥΠΕΞ είναι ο πρώτος εξωστρεφής προορισμός για την Ελλάδα και ο δεύτερος προμηθευτής της χώρας μετά τη Γερμανία. 

Κατά τον ίδιο το διμερές εμπορικό ισοζύγιο των δύο χωρών εξωτερικεύει μια πιο ισορροπημένη θέση της χώρας σε αντιδιαστολή με τη Γερμανία.

Σχετικά με τις ελληνικές εξαγωγές στην Ιταλία, ο κ. Ζάραγκας παρέθεσε τις κυριότερες κατηγορίες ελληνικών εξαγωγών, όσον αφορά την αξία τους. Είναι χαρακτηριστικό δε, όπως είπε, ότι τα 3/10 των ελληνικών εξαγόμενων προιόντων προς τη χώρα είναι αγροτοδιατροφικά.

Για τα χαρακτηριστικά της ιταλικής αγοράς, ο κ. Ζάραγκας ανέφερε πως πρόκιεται για μια χώρα με έντονη εξωστρέφεια ειδικά όσον αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. “Οι ΜμΕ είναι η δύναμη και η καρδιά της ανάπτυξης εξωστρέφειας και επιχειρηματικότητας της Ιταλίας, η οποία υποστηρίζει αυτό το μοντέλο της οικονομικής επιχειρηματικής ανάπτυξης. Είναι μια χώρα με πολύ δυνατό brand name Τουρισμού”.

Σχολίασε δε, πως πρόκειται για μια ιδιαίτερα απαιτητική αγορά και για τον λόγο αυτό οι Έλληνες πρέπει να προχωρήσουν στην αναβάθμιση της ποιοτικής διάστασης των προιόντων τους.

Στη συνέχεια της παρουσίασής του, ο κ. Ζάραγκας μίλησε για τις εξαιρετικά μεγάλες περιφερειακές ανισότητες (σ.σ. βορράς – νότος) που χαρακτηρίζουν την Ιταλία. Ο βορράς όπως είπε προσομοιάζει περισσότερο ως προς την αγοραστική δύναμη τα πρότυπα της Γερμανίας, εν αντιθέσει με τον νότο.

Ο κ. Ζάραγκας παρουσίασε στη συνέχεια τις βέλτιστες πρακτικές για τη στρατηγική εισόδου των ελληνικών εταιρειών στην ιταλική αγορά.

Τόνισε ακόμη την ανάγκη “να περάσουμε στην επόμενη φάση της στρατηγικής διείσδυσης στην Ιταλία με συγκεκριμένες προωθητικές ενέργειες”.

Εκτενή αναφορά έκανε στην παρουσία του ελληνικού αγροτοδιατροφικού τομέα στην Ιταλία, στην πρόσβαση των προιόντων Τροφίμων και Ποτών στην αγορά καθώς και στις προοπτικές ανάπτυξης.

 “Διαπιστώνουμε μια μεγάλη τουριστική όσμωση και πρέπει να εξατάσουμε πώς μπορούμε να συνδυάσουμε την αγροτοδιατροφικό τομέα με τη γαστρονομίά τον τουρισμό κοκ” πρόσθεσε.

Συνεχίζοντας, παρέθεσε τα στοιχεία που μπορούν να συνδράμουν για την ενίσχυση της συνεργασίας των δύο χωρών. 

Με αφορμή τις συνέπειες της πανδημίας, ο κ. Ζάραγκας τόνισε πως επιβεβαιώθηκε η σκοπιμότητα του συζευτικτικού ρόλου δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο πεδίο της ενίσχυσης της εξωστρεφούς επιχειρηματικότητας.

Καταλήγοντας, ο Γενικός Σύμβουλος ΟΕΥ Β΄του ΥΠΕΞ αναφέρθηκε στις πρόσφατες δράσεις εξωστρέφειας που έχουν γίνει καθώς και σε δράσεις για την ενίσχυση της συνεργασίας των δύο χωρών σε τομείς όπως η καινοτομία και οι νέες τεχνολογίες.

 

 

Τέλος, παραθέτοντας τις προτάσεις ενίσχυσης της διμερούς συνεργασίας σχολίασε πως “έχουμε φθάσει οι δύο χώρες να περάσουν και σε ένα επόμενο βήμα, στη σύσταση ενός υψηλότερου υποστηρικτικού θεσμικού κελύφους και τη σύσταση του ανώτατου επιχειρηματικού συμβουλίου όπου περιλαμβάνει και το Ελληνο-Ιταλικό επιμελητήριο, που θα βοηθά και θα επισφραγίζει και την πολιτική συνεργασία των δύο χωρών”.