Κάτω από το «ραντάρ» πέρασε η είδηση ότι η Fed επιδιώκει την αποαναγνώριση της ενιαίας τραπεζικής αγοράς της ευρωζώνης. Το θέμα προέκυψε μετά από ενέργειες αξιωματούχων της Fed να ανακληθεί η απόφαση που ελήφθη προ τριετίας σύμφωνα με την οποία η ευρωζώνη αντιμετωπίζεται ως ενιαία αγορά, διευκολύνοντας τις διασυνοριακές συμφωνίες μεταξύ χρηματοπιστωτικών ομίλων. 

Εδώ και καιρό, είναι γνωστή η θέση της ΕΚΤ ότι το ευρωπαϊκό banking θα πρέπει να μεγεθυνθεί προκειμένου να μπορέσει να σταθεί διεθνώς, με τα διασυνοριακά ανοίγματα να αποτελούν τον πιο λειτουργικό τρόπο. 

Παράλληλα, μέσω της μεγέθυνσης, συγκεκριμένες κεφαλαιακές επιβαρύνσεις εξαρτώνται από το πόσο διεθνοποιημένη είναι μια τράπεζα. Οι εποπτικές αρχές της ευρωζώνης πέτυχαν (το 2022) να αντιμετωπίζεται η τραπεζική ένωση της Ευρώπης ως μια ενιαία αγορά, ενώ ακριβώς αυτό επιδιώκουν να αναιρέσουν οι ΗΠΑ. Κι αυτό γιατί οι κεφαλαιακές απαιτήσεις μίας μόνης (μεμονωμένης) τράπεζας είναι μεγαλύτερες από ό,τι ενός ενιαίου σχήματος –όπως ως τέτοιο αντιμετωπίζεται από τους οίκους αξιολόγησης το ευρωπαϊκό banking. 

Τι μπορεί να έχουν ως στόχο να πετύχουν οι ΗΠΑ βάλλοντας κυρίως κατά των ευρωπαϊκών τραπεζών; Καταρχάς, να διαιρέσουν το ενιαίο σε μέρη, καθιστώντας κάθε τράπεζα περισσότερο ευάλωτη και, συνακόλουθα, επιβαρύνοντάς τη με περισσότερες κεφαλαιακές ανάγκες. Πιθανόν η Fed να ενεργεί με την προτροπή ισχυρών funds που επιδιώκουν την είσοδό τους στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Προφανώς, το εάν θα καταλήξει (πότε και πώς) θα πάρει χρόνο, που σημαίνει ότι στο ενδιάμεσο διάστημα η ΕΚΤ θα επιχειρήσει να επισπευστούν οι προσπάθειες συνένωσης δυνάμεων, και πιθανόν να ενταθεί το ενδιαφέρον αμερικανικών συμφερόντων να «μπουν σφήνα» σε ευρωπαϊκούς ομίλους και νέα σχήματα.

ΑΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK