Η εικόνα με τη βανίλια «υποβρύχιο» να ξεχειλίζει από το κουτάλι, βουτηγμένη στο παγωμένο νερό προκειμένου να κρατήσει τη συνοχή της προτού «απογειώσει» τον ουρανίσκο, φέρνει στο νου πολλών, γλυκιές αναμνήσεις της παιδικής τους ηλικίας. Το διαχρονικό αυτό κέρασμα, που …βγαίνει από το ντουλάπι μόλις η θερμοκρασία αρχίσει να ανεβαίνει, συνοδεύοντας συχνά το «τελετουργικό» του καφέ, όχι μόνο δεν έκανε «βουτιά» στην εποχή της Covid-19, που κάποιες αγαπημένες γαστριμαργικές συνήθειες φαίνεται να έχουν αλλάξει, αλλά -αντίθετα- παρέμεινε ψηλά στις προτιμήσεις των καταναλωτών και μαζί με τα γλυκά κουταλιού πρωταγωνιστεί στο οικογενειακό τραπέζι.
«Το υποβρύχιο είναι μια εικόνα που έχουν οι περισσότεροι στο μυαλό τους ως μια γλυκιά ανάμνηση από την αθωότητα των παιδικών χρόνων. Αυτήν την περίοδο αλλά και τους μήνες της καραντίνας ήταν αυξημένη η ζήτηση καθώς ο κόσμος στράφηκε στην οικιακή κατανάλωση πρωινού αλλά και το απόγευμα, γυρνώντας σπίτι, φαίνεται να το επιλέγει ως επιδόρπιο», εξηγεί, μιλώντας στο «Πρακτορείο 104,9 FM» ο Λάζαρος Παπαγεωργίου, ιδιοκτήτης εταιρείας που παρασκευάζει βανίλια εδώ και κοντά έναν αιώνα. Σύμφωνα με τον ίδιο, η βανίλια μαζί με τα γλυκά του κουταλιού ήταν κυρίαρχα στο οικογενειακό τραπέζι αυτή την περίοδο, ωστόσο καταγράφηκε απώλεια στις πωλήσεις στους χώρους εστίασης που, λόγω της πανδημίας, παρέμειναν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα κλειστοί.
Από το 1926, στη Θεσσαλονίκη, ο παππούς του Λάζαρου Παπαγεωργίου ήταν από τους πρώτους που έφτιαξε ως τεχνίτης τη βανίλια και τώρα συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση η τρίτη γενιά αλλάζοντας μόνο τον τρόπο παρασκευής και όχι τα υλικά. «Στην αρχή ήταν και αυτό γλυκό κουταλιού. Τη βανίλια την έλεγαν άσπρο γλυκό κέρασμα, που πρωταγωνιστούσε κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες. Αποτελεί, διαχρονικό, παραδοσιακό κέρασμα, καθαρά ελληνικό, παρασκευάζεται με απλά υλικά, αλλά δημιουργεί σύνθετες εικόνες και το “ κουβαλούν” οι περισσότεροι ως ανάμνηση των παιδικών χρόνων», επισημαίνει ο κ. Παπαγεωργίου.
Η παραδοσιακή συνταγή είναι από ζάχαρη και νερό. Παραδοσιακά γινόταν ένα σιρόπι που απλωνόταν σε μαρμάρινο πάγκο μέχρι να ασπρίσει. Τα τελευταία χρόνια δεν χρησιμοποιείται αυτή η μέθοδος αλλά τα υλικά παραμένουν τα ίδια και στέλνουμε βανίλια και στο εξωτερικό, όπου υπάρχει ελληνικό στοιχείο, σημειώνει.
Την ανοδική τάση στις πωλήσεις του «υποβρυχίου» επιβεβαιώνει και ο Γιώργος Παπασταύρου, που διατηρεί εργοστάσιο παραγωγής χαλβά στα Γιαννιτσά από το 1924. Τρίτη γενιά ίδιος, κρατά τα «ηνία» της εταιρείας και θυμάται τις αφηγήσεις των παππούδων του, που στο ξεκίνημά τους ζύμωναν τη βανίλια με τα χέρια.
«Έχουμε ένα ποσοστό περίπου 5% αυξημένο (στις πωλήσεις) σε σχέση με πέρυσι. Δεν υπήρξε μείωση στην παραγωγή της βανίλιας και αυτό μας ξάφνιασε ευχάριστα! Μάλιστα, φέτος ήταν μεγαλύτερη η ζήτηση σε Ρόδο και Κρήτη», σημειώνει ο κ. Παπασταύρου.