Αν και οι αρμόδιοι φορείς της τουριστικής αγοράς έχουν σπεύσει από την πρώτη στιγμή να αντιμετωπίσουν της συνέπειες από την κατάρρευση της Thomas Cook, άγνωστο παραμένει ακόμα το μέγεθος της ζημιάς σε αγορά, επιχειρήσεις και ελληνική οικονομία συνολικά. Το ζήτημα παραμένει συστημικό καθώς εμπλέκει το σύνολο της εγχώριας οικονομίας: ιδιώτες, προμηθευτές, επιχειρηματίες, δημόσιο, τράπεζες κλπ.
-Προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι η πτώχευση του διοργανωτή ταξιδιών ThomasCook έλαβε χώρα το τρίτο τρίμηνο του έτους, το πλέον παραγωγικό για την τουριστική βιομηχανία, όπου οι επιχειρήσεις πετυχαίνουν και τα μεγαλύτερα έσοδα. Ως εκ τούτου ερωτηματικά υπάρχουν κατά πόσο οι εν λόγω επιχειρήσεις θα ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς τους προμηθευτές.
-Ένα άλλο στοιχείο είναι ο τραπεζικός δανεισμός. Την ώρα που οι τράπεζες βρίσκουν την «χρυσή τομή» για την μείωση της έκθεσης τους στα «κόκκινα δάνεια» του παρελθόντος, πολλές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό ίσως βρεθούν υπό ασφυκτική πίεση εξυπηρέτησης του δανεισμού τους. Όπως αναφέρει σε συνέντευξη του στο ΑΠΕ, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Γιάννης Ρέτσος υπάρχει ήδη επικοινωνία με την Ένωση των Ελληνικών Τραπεζών, ώστε να διαπιστωθεί η έκθεσή τους στον τραπεζικό δανεισμό. Ανοιχτό, εξάλλου, παραμένει για τον ΣΕΤΕ και το ζήτημα του κλεισίματος των ισολογισμών των εν λόγω τουριστικών επιχειρήσεων την εφετινή χρονιά, με κύριο αίτημα προς την ΑΑΔΕ να αφαιρεθούν από το συνολικό τζίρο τους τα ανείσπρακτα ποσά. Στο παρελθόν έχει υπάρξει αντίστοιχη ρύθμιση μέσω ΠΟΛ και χωρίς δικαστική απόφαση, όπως αναφέρθηκε.
-Αδιευκρίνιστος παραμένει και ο πραγματικός αριθμός των τουριστών που έρχονταν στη χώρα μέσω ThomasCook. Από τις αγορές της Αγγλίας, της Σκανδιναβίας και της Γερμανίας οι τουρίστες ανέρχονται σε 1,2 εκατομμύρια. Την ίδια στιγμή διακινούσε κόσμο και από 11 επιπλέον χώρες, όπως τονίζεται. Σε κάθε περίπτωση, όπως εξηγεί ο κ. Ρέτσος «δεν μπορεί o αριθμός των τουριστών που έφταναν στην Ελλάδα μέσω του Thomas Cook να έφταναν τα 2,5 εκατομμύρια, αλλά δε μπορούμε να μιλάμε και για 1 εκατομμύριο επισκέπτες».
-Θα υπάρξει αναπλήρωση των τουριστών και τι γίνεται με τις επενδύσεις; Την ίδια ώρα, προβληματισμός επικρατεί και για το πώς θα αναπληρωθεί ο παραπάνω μεγάλος αριθμός των τουριστών ή αν εν τέλει επιτευχθεί ποιο θα είναι το προφίλ και τι έσοδα θα κομίσουν στην ελληνική αγορά. Παράλληλα, εν αμφιβόλω τίθενται οι απαιτούμενες και προγραμματισμένες – σε αρκετές περιπτώσεις – επενδύσεις τουριστικών επιχειρήσεων για την επόμενη σεζόν ή σε ορίζοντα 3ετίας, 5ετιας.
Την ίδια ώρα ο ΣΕΤΕ συνεχίζει να βρίσκεται σε ανοικτή επικοινωνία με τα αρμόδια υπουργεία για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων. Όπως εξηγεί στην ίδια συνέντευξη ο κ. Ρέτσος «δεν ζητήθηκε να ληφθούν μέτρα εις βάρος των φορολογουμένων. Εμείς δεν ζητήσαμε να επιδοτηθούμε από τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου», προσθέτοντας πως «ποτέ δεν ζητήσαμε να πάρουμε χρήματα, τα οποία δεν θα πληρώνονταν από την εταιρία που πτώχευσε. Αντίθετα ζητήσαμε μια παρέμβαση απαλλαγής της καταβολής του ΦΠΑ για τα τιμολόγια που δεν θα εισέπρατταν ποτέ οι τουριστικές επιχειρήσεις».
Εν κατακλείδι, οι διαβουλεύσεις συνεχίζονται σε όλα τα επίπεδα για την επούλωση των πληγών και τον ανασχεδιασμό της νέας χρονιάς.
Το μεγάλο στοίχημα της τουριστικής βιομηχανίας δεν είναι μόνο η αύξηση της τουριστικής κίνησης αλλά η ποιοτική αναβάθμιση του προϊόντος. «Πως δηλαδή θα βελτιωθούν οι υποδομές των προορισμών και πως ο κλάδος συνολικά θα στρέψει το βλέμμα στις διεθνείς τάσεις της παγκόσμιας τουριστικής σκηνής», σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο κ. Ρέτσος.