Η θεαματική -πολιτική- πρωτοβουλία του Ευκλείδη Τσακαλώτου να καλέσει -για πρώτη φορά- στο Υπουργείο Οικονομικών, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, στην ειδική σύσκεψη για την κατάρτιση του νόμου που θα αντικαταστήσει το νόμο Κατσέλη, έφερε κάποιο αποτέλεσμα στη διαπραγμάτευση με την Φρανκφούρτη αλλά δεν έλυσε το πρόβλημα.
Αν συμμετείχε από την αρχή, στη συζήτηση για το νέο νομοθετικό πλαίσιο πτώχευσης ιδιωτών, η Τράπεζα της Ελλάδος ίσως οι εξελίξεις να ήταν ομαλότερες.
Η ΕΚΤ απαιτούσε από την πρώτη στιγμή να υπάρχει μία αξιόπιστη μελέτη πιθανών νέων κεφαλαιακών αναγκών για τις τράπεζες από το νέο προσωρινό καθεστώς προστασίας πρώτης κατοικίας για ένα χρόνο.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, μπήκε στη συζήτηση, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Για να μην μπλοκάρει τη διαδικασία υιοθέτησε κατ’ αρχήν τις προβλέψεις και τις εκτιμήσεις της PwC που έγινε για λογαριασμό των τραπεζών, αφού δεν προλάβαινε να καταρτίσει την δική της έκθεση επιπτώσεων.
Ακόμη και για την συμπερίληψη των επιχειρηματικών δανείων με ενέχυρο πρώτη κατοικία, που προφανώς αποτελούσε πολιτικό στόχο του Αλέκου Φλαμπουράρη, η Τράπεζα της Ελλάδος κατέθεσε μια εναλλακτική συμβιβαστική πρόταση ώστε να γίνει ευκολότερα αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
- Ο Γιάννης Στουρνάρας χθες παρακολουθούσε την δύσκολη διαπραγμάτευση του Ευκλείδη Τσακαλώτου στο Eurogroup, από την Βασιλεία της Ελβετίας όπου συμμετείχε στη συνεδρίαση της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών Bank for International Settlements (BIS)
Η διεύρυνση της “περιμέτρου προστασίας” στα επαγγελματικά δάνεια, τα οποία έχουν προσημείωση κύριας κατοικίας, βρίσκεται εκτός της λογικής της ΕΚΤ η οποία θεωρεί πως αυτό το έκτακτο πλαίσιο- που θα έχει διάρκεια μόνο ένα έτος- θα πρέπει να αφορά αποκλειστικά και μόνο σε στεγαστικά δάνεια.
Οι διοικήσεις των συστημικών τραπεζών, από την άλλη πλευρά, συντάσσονται απολύτως με την κυβέρνηση σε αυτό το ζήτημα, υποστηρίζοντας ότι η κάλυψη και αυτών των μικρών επαγγελματικών δανείων δεν τους δημιουργεί πρόβλημα. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, είναι ζήτημα εάν το σύνολο αυτών των δανείων, που μπορούν να τύχουν προστασίας, φτάνει στα 2 δισ ευρώ.
- Οι Έλληνες τραπεζίτες επιμένουν ότι από το σύνολο των 180.000 δανειοληπτών που προσπάθησαν να ενταχθούν στις ευνοϊκές πρόνοιες του Νόμου Κατσέλη, η συντριπτική πλειοψηφία δηλαδή περισσότεροι από 120.000 δανειολήπτες έχουν οφειλόμενα υπόλοιπα μικρότερα των 90.000 Ευρώ επομένως το όριο των 130.000 Ευρώ που θέτει ο νέος νόμος τους καλύπτει όλους.
- Οι Τραπεζίτες “καίγονται” να πουλήσουν αυτά τα δάνεια σε funds και γι’ αυτό επιδιώκουν την όσο το δυνατόν ταχύτερη ψήφιση του νέου νόμου, γιατί τα δάνεια αυτά θα αποχαρακτηριστούν, δεν θα θεωρούνται “κόκκινα”, επομένως θα απελευθερωθούν σημαντικά κεφάλαια, με το “κούρεμα” και την “κρατική επιδότηση της δόσης” θα υπάρξουν σημαντικές ταμειακές ροές, κυρίως μέσω τιτλοποιήσεων.
Κυβέρνηση και Τραπεζίτες, η κάθε πλευρά από την δική της οπτική γωνία, επιδιώκουν “στην περίμετρο του νέου πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας” να περιληφθούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνολικού ύψους 11 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 9 δισ. ευρώ είναι στεγαστικά δάνεια και τα υπόλοιπα 2 δισ. μικρά επιχειρηματικά. Από τα 9 δισ. ευρώ στεγαστικά δάνεια, το 50% είναι δάνεια που βρίσκονται ήδη στον νόμο Κατσέλη.
Η υποχρεωτική εφαρμογή “κουρέματος” σε κάθε οφειλή, η υποχρεωτική 25ετής διάρκεια της ρύθμισης, η αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης (πιθανόν για μακρά χρονικά διαστήματα) και η αλληλεπίδραση του σχεδίου νόμου με ισχύουσα νομοθεσία, ιδίως με τον νόμο για την προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών είναι τα βασικά προβλήματα του νέου νόμου.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, κατέθεσε μία συμβιβαστική πρόταση για να λειάνει ακριβώς αυτά τα προβλήματα. Προφανώς δεν τίθεται ζήτημα και θα αλλάξουν θεαματικά τα περιουσιακά κριτήρια για την ένταξη στον νέο νόμο δηλαδή το ύψος των καταθέσεων και του συνόλου της ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη ως προς το σύνολο της υπολειπόμενης οφειλής του, δηλαδή της οφειλής που θα ρυθμιστεί.
To αποτέλεσμα το περιγράφει ανάγλυφα το non paper, η ανεπίσημη ενημέρωση του Υπουργείου Οικονομικών:
- “Το μοναδικό θέμα που παραμένει ανοιχτό αφορά το διάδοχο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας, όπου υπήρξε ευρεία συμφωνία αναφορικά με τους κεντρικούς του πυλώνες και μένει η οριστικοποίηση κάποιων παραμέτρων. Κρίθηκε απολύτως εφικτό να ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες μέχρι το επόμενο Euroworking Group, στις 25 Μαρτίου…”