Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο του για τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης το οποίο αποτέλεσε κεντρικό θέμα αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης και δικαστών τον περασμένο χρόνο, τινάζοντας ουσιαστικά τη διαδικασία στον αέρα αφού όλοι οι υπόχρεοι θα αναγκαστούν να υποβάλλουν εκ νέου ή απλώς να επιβεβαιώσουν τα στοιχεία τα οποία δήλωσαν.
Μάλιστα η εμπλοκή στην κατάθεση πόθεν έσχες εξαιτίας της αντισυνταγματικότητας που εντόπισε η Ολομέλεια του ΣτΕ τον Οκτώβριο του 2017 μετά από προσφυγή των δικαστών, “πάγωσε” και τις διαδικασίες ελέγχων τους.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης δια του αναπληρωτή υπουργού Δημ. Παπαγγελόπουλου, με την εισηγητική έκθεση δίνει εύλογες προθεσμίες για την επανυποβολή της δήλωσης από όσους έχουν αλλαγές και όσους (κυρίως δικαστικούς λειτουργούς που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ) δεν είχαν υποβάλει δήλωση:
«Με την προτεινόμενη ρύθμιση χορηγείται εύλογος χρόνος, τόσο για την υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και των δηλώσεων οικονομικών συμφερόντων του 2018 (χρήση 2017), όσο και για την υποβολή των δηλώσεων, που αφορούν σε προηγούμενα έτη και χρήσεις», αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση.
Η 11μελής Επιτροπή
Με το ν/σ εναρμονίζεται η διαδικασία με όσα ανέφερε η Ολομέλεια του Δικαστηρίου και τον έλεγχο πόθεν έσχες των δικαστών θα διενεργεί η Επιτροπή του άρθρου 3Α της Βουλής την Ειδική Υπηρεσία Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, η οποία θα αποτελείται κατά πλειοψηφία από δικαστές, όπως προέβλεπε η απόφαση του ΣτΕ.
Στη συγκεκριμένη επιτροπή της Βουλής ελέγχονται οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων, των υπουργών, αναπληρωτών υπουργών και υφυπουργών, των βουλευτών και ευρωβουλευτών, των περιφερειαρχών, των δημάρχων, καθώς και όσων λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση.
Eιδικά για τους ελέγχους του «πόθεν έσχες» των δικαστών, η 11μελής Επιτροπή που θα οριστεί θα έχει πρόεδρο προερχόμενο από τον δικαστικό κλάδο και συνολικά 6 δικαστές.
Η Επιθεωρήτρια
Με το ν/σ όμως προστίθεται στην Επιτροπή του 3Α η Γενική Επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης (σήμερα είναι η κα Μαρία Παπασπύρου) καθώς «ενόψει έλλειψης συνάφειας με το αντικείμενο του ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, ο Συνήγορος του Πολίτη αντικαθίσταται από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης».
Με το νομοσχέδιο (παραμένει) υποχρεωτική η δήλωση μετρητών άνω των 30.000 ευρώ (ήταν 15.000 πριν από την απόφαση του ΣτΕ) που δεν περιλαμβάνονται σε τραπεζικές καταθέσεις (σ.σ στο στρώμα) καθώς και των κινητών περιουσιακών στοιχείων (πίνακες, τιμαλφή κλπ) άνω των 40.000 ευρώ (ήταν 30.000 ευρώ).
Είναι χαρακτηριστικό ότι η εισηγητική έκθεση χρησιμοποιεί νομολογία και από το εξωτερικό (αλλά και εκθέσεις του ΟΟΣΑ) για να καταλήξει πως «αυξάνονται σημαντικά τα κατώτατα όρια μετρητών εκτός τραπεζικών λογαριασμών, τα οποία θα πρέπει να δηλώνονται στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης, αλλά και η ελάχιστη αξία των κινητών σημαντικής αξίας τα οποία επίσης θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης.
Οι προσαρμογές αυτές γίνονται με βάση τα νεότερα νομολογιακά δεδομένα, ενώ επιχειρείται να ευρεθεί σημείο ισορροπίας μεταξύ των διεθνών προτύπων διαφάνειας, δια των οποίων αξιώνεται να αποτυπώνεται στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων των υπόχρεων, και της προστασίας της ιδιωτικότητας που αξιώνεται από το Σύνταγμα».
Μάλιστα γίνεται αναφορά στη νομολογία του ΕΔΔΑ κατά Πολωνίας με την οποία «έχει ήδη κριθεί ότι η απαίτηση συμπερίληψης σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης δημοτικού συμβούλου κινητών πραγμάτων αξίας άνω των 10 χιλιάδων ζλότυ Πολωνίας (ήτοι νομίσματος με κατώτερη του ευρώ αξία) δεν συνιστά υπερβολική αξίωση από πλευράς Πολωνικού Κράτους, με δεδομένο ότι οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης ζητούνται από πρόσωπα από τα οποία αξιώνεται η μέγιστη δυνατή διαφάνεια στην οικονομική τους δραστηριότητα».
Σύμφωνα δε με έκθεση του ΟΟΣΑ “στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης ποσοστού 80% επί δείγματος 156 χωρών ζητείται η δήλωση κινητών μεγάλης αξίας”.
Παράβολο
Επίσης:
– Οι υπόχρεοι που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης πρέπει να υποβάλουν δήλωση πόθεν έσχες, όπως ακριβώς και οι σύζυγοι. Και οι εν διαστάσει σύζυγοι είναι υποχρεωμένοι να καταθέσουν δηλώσεις, ενώ σε περίπτωση άρνησής τους θα καλούνται από το όργανο ελέγχου που θα δίνει προθεσμία υποβολής, ενώ προβλέπονται κυρώσεις στην περίπτωση και δεύτερης αναιτιολόγητης άρνησης.
– Στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής, προβλέπεται ένα ηλεκτρονικό παράβολο ύψους 200 ευρώ, ενώ αν η καθυστέρηση ξεπεράσει τους δυο μήνες το πρόστιμο θα αγγίζει τα 800 ευρώ.
– Υπάρχει δε χρονική κλιμάκωση για το πότε (χρονικά) η μη υποβολή καθίσταται αξιόποινη πράξη και για ποιο ποσό και πάνω κακούργημα.
– Και οι δικαστές θα υποβάλλουν ηλεκτρονικά τη δήλωσή τους.