Οι δεσμεύσεις των κυβερνήσεων για μειώσεις ρύπων δεν πλησιάζουν καν κοντά σε αυτό που απαιτείται για να μετριαστούν οι χειρότερες συνέπειες της κλιματικής κρίσης, όπως διαπιστώνει έκθεση του ΟΗΕ.
Το χειρότερο είναι ότι ο πλανήτης έχει απορροφηθεί τόσο πολύ από την ενεργειακή και την οικονομική κρίση και από τον πολεμικό πυρετό, που το θεμελιώδες αυτό πρόβλημα περνάει σχεδόν απαρατήρητο.
Στις 7 Νοεμβρίου ξεκινάει στο Σαρμ-ελ-σέιχ της Αιγύπτου μία ακόμη διεθνής διάσκεψη για το κλίμα (COP 27), με στόχο να αρχίσει επιτέλους η παγκόσμια και συντονισμένη κούρσα μείωσης των ρύπων κατά 45% έως το 2030.
Μόνο μια τόσο δραστική μείωση ρύπων μπορεί να βοηθήσει ώστε το θερμόμετρο, που ανεβαίνει εδώ και δεκαετίες, να σταματήσει στον +1,5 βαθμό, κατά μέσο όρο, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Η ελπίδα είναι ότι οι ανατροφοδοτούμενες διεργασίες (π.χ. η άνοδος θερμοκρασίας που οδηγεί σε λιώσιμο πάγων, που οδηγεί σε νέα άνοδο) δεν έχουν ήδη θέσει το παγκόσμιο κλίμα σε μια τροχιά αποσταθεροποίησης χωρίς επιστροφή.
Η έκθεση της γραμματείας του ΟΗΕ για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, που παρουσιάστηκε χθες, συνοψίζει τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει ως τώρα οι κυβερνήσεις.
Το συμπέρασμα:
Οι δεσμεύσεις, ακόμη και αν τηρηθούν στο ακέραιο, θα οδηγήσουν σε αύξηση ρύπων κατά 10,6% έως το 2030, αντί της επιθυμητής μείωσης κατά 45%.
Αυτό αναφέρει η έκθεση, σημειώνοντας ότι υπάρχει μία οριακή βελτίωση σε σχέση με πέρυσι, όταν προβλεπόταν αύξηση ρύπων 13%, καθώς κάποιες χώρες ανέλαβαν κάπως αυστηρότερες δεσμεύσεις.