Η άμεση κινητοποίηση της Eurobank με έκδοση preferred bond την αμέσως επομένη της θεαματικής εξόδου του ΟΔΔΗΧ στις αγορές, το «παράθυρο» του Ένρια στην προοπτική διανομής μερίσματος και οι συνεχείς προειδοποιήσεις της Λαγκάρντ για πολλαπλές αυξήσεις επιτοκίων διαμορφώνουν το πλαίσιο για το τραπεζικό σύστημα τον Ιανουάριο. 

Έναν μήνα που ξεκίνησε θετικά για τον κλάδο, σε συνέχεια της κεκτημένης από το 2022 δυναμικής επαναφοράς προς την επενδυσιμότητα, με σταθερές εισροές ξένων κεφαλαίων και θεαματική άνοδο έως 16% μέχρι και τα «υψηλά» στη συνεδρίαση της Παρασκευής. 

Αρχικά, η διοίκηση της Eurobank αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο την έκδοση δεκαετούς κρατικού χρέους (από τον ΟΔΔΗΧ με προσφορά μεγαλύτερη των 21,5 δισ. και επιτόκιο 4,25%), για να αντλήσει 500 εκατ. μέσω εξαετούς senior preferred bond (με προσφορά πάνω από 1,5 δισ. και επιτόκιο στο 7,125%), προετοιμάζοντας το έδαφος για ανάλογες κινήσεις από τις άλλες συστημικές πριν τη νέα αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων. 

Στη συνέχεια, η επίσκεψη του Ένρια στην Αθήνα, με τις συναντήσεις του (απερχόμενου τον Μάρτιο) επικεφαλής του Εποπτικού Μηχανισμού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, που άνοιξε «παράθυρο» στην προοπτική διανομής μερίσματος με γνώμονα τα οικονομικά αποτελέσματα του 2022, ενεργοποιώντας σημαντικά ξένα επενδυτικά κεφάλαια, με εισροές αρκετών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ σε μετοχές της Πειραιώς, της Alpha Bank, της Eurobank και της Εθνικής. 

Και, τέλος, η, για πολλοστή φορά, προειδοποίηση της Κριστίν Λαγκάρντ πως ο πληθωρισμός παραμένει επίμονα υψηλός, με συνέπεια η επικεφαλής της ΕΚΤ να επιμένει στη συνέχιση των αυξήσεων των επιτοκίων. Τακτική μονοδιάστατη, καθώς δεν υποστηρίζεται από δημοσιονομικού και ενεργειακού χαρακτήρα μέτρα περιορισμού του κόστους/πληθωρισμού, με την ίδια πιστή στο δόγμα της θυσίας της ανάπτυξης στην προσπάθεια τιθάσευσης του «τέρατος». Ενός τερατώδους για τις κοινωνίες της Ευρώπης πληθωρισμού, που ούτε προσωρινός ούτε διαχειρίσιμος είναι, σύμφωνα με παλαιότερες εκτιμήσεις της Γαλλίδας. 

Σε πιεστική μέγγενη ποσοτικής σύσφιξης-ακριβότερου (και λιγότερου) χρήματος, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τις επιχειρήσεις, την πραγματική οικονομία, τους δανειολήπτες και τα νοικοκυριά. Ήδη για τη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας (1-2 Φεβρουαρίου) οι αγορές προεξοφλούν μια νέα αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης, με ανοιχτό το ενδεχόμενο για επιπλέον 50 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση της 16ης Μαρτίου και χωρίς ορατή τη δραστική διαχείριση στις συνεδριάσεις της 4ης Μαΐου και της 15ης Ιουνίου. 

Πρακτικά, η ευρωπαϊκή αγορά «απειλείται» από τον κίνδυνο επιτοκίων που θα κυμαίνονται από 3,25% και πάνω (ως προς το βασικό/σημείο αναφοράς), που σημαίνει πως αν λ.χ. η Eurobank επιχειρούσε να βγει με ανάλογο τίτλο Μάιο-Ιούνιο, ίσως να επιβαρυνόταν με 8,5% ή και 9%.

Από το ΧΡΗΜΑ WEEK