Με κεντρικό στόχο την ενίσχυση των εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων μεταξύ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ελλάδας, σε συνέχεια της συμφωνίας-ορόσημο για τη συνολική στρατηγική εταιρική σχέση των δύο χωρών που υπεγράφη το 2020, ο κυβερνητικός οργανισμός του Ντουμπάι για το εμπόριο αγαθών και τις επιχειρήσεις, Dubai Multi Commodities Centre (DMCC), ολοκλήρωσε χθες, Πέμπτη 12 Οκτωβρίου, με επιτυχία την πρώτη επενδυτική παρουσίασή του (Trade Live roadshow) στην Ελλάδα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της τριήμερης παρουσίασης, η οποία πραγματοποιήθηκε αρχικά στη Θεσσαλονίκη και ακολούθως στην Αθήνα και έλαβαν μέρος πολλές ελληνικές επιχειρήσεις – μέλη του DMCC που καλύπτουν πολλούς τομείς, όπως τη ναυτιλία και τα logistics, την ενέργεια, την τεχνολογία και τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, ο Εμιρατινός οργανισμός παρουσίασε το Ντουμπάι ως πλατφόρμα για τις ελληνικές εταιρείες να επεκταθούν διεθνώς.
Ειδικότερα, ο εκτελεστικός πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του DMCC και μέλη του οργανισμού ενημέρωσαν Έλληνες επιχειρηματίες από διάφορους τομείς για τα πλεονεκτήματα της επιχειρηματικής δραστηριότητας στο Ντουμπάι μέσω του DMCC και τόνισαν τις εξαιρετικές υποδομές, τις εξειδικευμένες βιομηχανικές προσφορές και το φιλικό προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον, τα οποία έχουν εδραιώσει τη θέση του ως κορυφαίου διεθνούς επιχειρηματικού και εμπορικού κόμβου.
Δίνοντας το στίγμα των διμερών οικονομικών, εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων μεταξύ της Ελλάδας και των Εμιράτων, ο Αχμέντ Μπιν Σουλαγιέμ (Ahmed Bin Sulayem), εκτελεστικός πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του DMCC, ανέφερε πως η εμπορική σχέση μεταξύ των δύο χωρών είναι ισχυρή και έδωσε έμφαση στους τομείς της ναυτιλίας, της ενέργειας, της τεχνολογίας και της υγειονομικής περίθαλψης, τομείς στους οποίους οι δύο χώρες απολαμβάνουν ισχυρή εμπορική σχέση.
Περαιτέρω, υπογράμμισε ότι η ισχυρή διμερής σχέση ενισχύθηκε μετά την υπογραφή της Συνολικής Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης, η οποία «προαναγγέλλει μία νέα εποχή αμοιβαίας συνεργασίας που έχει αποφέρει πρόσφατες στρατηγικές επενδύσεις σε κρίσιμες υποδομές».
Αναδεικνύοντας τη σημασία του πρώτου εμιρατινού roadshow στην Ελλάδα, έκανε λόγο για γεγονός ορόσημο για το DMCC και σημείωσε πως «κάνουμε ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την εμβάθυνση του πολλά υποσχόμενου εμπορικού και επενδυτικού τοπίου μεταξύ των ΗΑΕ και της Ελλάδας».
Ξεχωριστή αναφορά έκανε ο πρόεδρος του DMCC στο λιμάνι του Πειραιά, λέγοντας ότι είναι το μεγαλύτερο στην Ανατολική Μεσόγειο, πύλη προς το Αιγαίο καθώς και γέφυρα μεταξύ της Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Ομοίως, προσέθεσε, το Ντουμπάι είναι ένα από τα από τους σημαντικότερους εμπορικούς κόμβους του κόσμου, όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο τεχνητό λιμάνι στην περιοχή και πύλη μεταξύ του Ντουμπάι και της Ευρώπης, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία. «Αυτά τα κοινά στοιχεία διαμορφώνουν τις παγκόσμιες προοπτικές μας και τις αμοιβαία πίστη στην αξία του εμπορίου για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης», υποστήριξε.
Πιάνοντας το νήμα από την υπογραφή του πλαισίου της Συνολικής Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης το 2020, τόνισε πως οι διμερείς εμπορικές συναλλαγές ενισχύονται διαρκώς. Το 2021 η Ελλάδα και τα ΗΑΕ πραγματοποίησαν εμπορικές συναλλαγές άνω των 535 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση άνω του 67% σε σχέση με το 2020. Η Ελλάδα εξάγει από μεταλλικά εξαρτήματα, όπως πλάκες αλουμινίου, μέχρι αγροδιατροφικά προϊόντα, όπως το βαμβάκι, ελαιόλαδο και τυριά. Αντίστροφα, οι βασικές εμιρατινές εξαγωγές προς την Ελλάδα επικεντρώνονται στο αργό πετρέλαιο, τα αυτοκίνητα και τα πλοία.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στην παρουσία της Ελλάδας στην εμπορική έκθεση Expo Dubai. Όπως επεσήμανε, η Ελλάδα παρουσίασε το τεράστιο δυναμικό της ως επενδυτικό προορισμό στην καινοτομία, την τεχνολογία και τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Επιπροσθέτως, υπογράμμισε τη σημασία της συμφωνίας επενδυτικής συνεργασίας μεταξύ της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων και της ADQ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η οποία δεσμεύτηκε να χρηματοδοτήσει επενδύσεις αξίας τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ σε διάφορους τομείς και κεφάλαια της ελληνικής οικονομίας, όπως υποδομές, ενέργεια, αγροδιατροφή, υγειονομική περίθαλψη και logistics. «Αυτές οι εξελίξεις είναι ενθαρρυντικές, αλλά υπάρχουν ακόμη πολλά περισσότερα που πρέπει να γίνουν για να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητές μας. Και είναι αυτό στο οποίο εστιάζουμε σήμερα εδώ» διεμήνυσε.
Στο ίδιο πνεύμα, ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στην Ελλάδα, Σουλεϊμάν Χάμιντ Σάλεμ Αλμαρζούι (Sulaiman Hamed Salem Almazroui), σημείωσε πως έχει αναπτυχθεί μεγάλη δυναμική στις διμερείς σχέσεις. Ειδική αναφορά έκανε ο Εμιρατινός πρέσβης στην περσινή ΔΕΘ στην οποία τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ήταν τιμώμενη χώρα. Συγκεκριμένα, τη χαρακτήρισε φανταστική και υπενθύμισε ότι συμμετείχαν 60 μεγάλες εταιρείες από τα Εμιράτα και καταγράφηκαν περίπου 800 διμερείς επιχειρηματικές συναντήσεις (B2B).
Εστιάζοντας στη σημασία της παρουσίας της DMCC στην Ελλάδα, ο πρέσβης είπε πως αυτός ο εμιρατινός οργανισμός αποτελεί τη ναυαρχίδα των ΗΑΕ για τη δημιουργία επιχειρηματικών δεσμών, κέντρο παγκόσμιου εμπορίου, με έδρα το Ντουμπάι, την πιο διασυνδεδεμένη ελεύθερη ζώνη στον κόσμο, και κορυφαίο κόμβο εμπορίου και επιχειρήσεων για τα εμπορεύματα.
«Προσφέροντας ένα λειτουργικό περιβάλλον που προάγει την εμπιστοσύνη και αυξάνει την ευκολία της επιχειρηματικής δραστηριότητας, το DMCC είναι ο ιδανικός εταίρος για τις ελληνικές επιχειρήσεις που επιθυμούν να επεκταθούν μέσω του Ντουμπάι», υπογράμμισε. Όπως παρατήρησε, το Εμιράτο παρέχει ένα εφαλτήριο για την πρόσβαση σε ορισμένες από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές του κόσμου.
Σημειώνεται πως το εμιρατινό roadshow πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την πρεσβεία των ΗΑΕ στην Αθήνα, το Αραβο-Ελληνικό Εμπορικό και Αναπτυξιακό Επιμελητήριο, τα Εμπορικά και Βιομηχανικά Επιμελητήρια Αθηνών και Θεσσαλονίκης, τον ΣΕΒ (Σύνδεσμος Ελληνικών Επιχειρήσεων) και τον ΣΕΒΕ (Σύνδεσμος Ελλήνων Εξαγωγέων).
Το DMCC είναι ένας παγκόσμιος επιχειρηματικός οργανισμός με περισσότερες από 23.000 εταιρείες από όλον τον κόσμο, εκ των οποίων 130 ελληνικές. Πέρυσι το DMCC είχε την πιο επιτυχημένη χρονιά του, καθώς 3.049 νέες επιχειρήσεις εντάχθηκαν στον οργανισμό, αύξηση 23% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.