Σειρά αστοχιών «διακρίνει» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην έκθεση του για το άρθρο IV όσον αφορά την πορεία της Ελλάδας και των εξισορροπητικών μέτρων, βάζοντας «αστερίσκους» και πολλά ερωτηματικά για τους μακροπρόθεσμους στόχους.
Το ΔΝΤ ανοικτά αμφισβητεί τις προβλέψεις τόσο του ελληνικού ΥΠΟΙΚ όσο και της Κομισιόν, επισημαίνοντας σε πολλά εδάφια την ανάγκη περί αναθεώρησης των στόχων, προς τα κάτω για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ειδικότερα, για τα εξισορροπητικά μέτρα ύψους 1,9 δις, που περιλαμβάνουν ηλεκτρονικές συναλλαγές και μείωση δαπανών το Ταμείο εκτιμά ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη. Για το ΔΝΤ, ο στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ είναι εφικτός, ωστόσο για την επόμενη χρονιά εκτιμά ότι δεν μπορεί να υπερβεί το 3,1%.
Το Ταμείο για ακόμη μια φορά εισηγείται την «πεπατημένη», την εφαρμογή δηλαδή σκληρών μεταρρυθμίσεων, μεταξύ άλλων, περικοπή της 13ης σύνταξης και των προσωπικών διαφορών για τους παλαιούς συνταξιούχους, μείωση αφορολόγητου και κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Παράλληλα, τονίζει πως δεν έχουν υιοθετηθεί μέτρα που θα ήραν περιορισμούς στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Ο εισηγητής κ. Πολ Τόμσεν αν και παραδέχθηκε πως το κλίμα είναι όντως βελτιωμένο, «εντόπισε» σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα και καταλογίζει στην Ελλάδα μη επαρκή παραγωγικότητα.
Για τον λόγο αυτό, εκτιμά πως η ανάπτυξη στη χώρα μας δεν πρόκειται να ξεπεράσει το 1,8% του ΑΕΠ για φέτος, το 2% του ΑΕΠ για το 2020 και το 2,1% για το 2021.
Για τα επόμενα έτη προβλέπει σημαντική υποχώρηση, στο 1,4% του ΑΕΠ το 2022 και στο 0,9% του ΑΕΠ το 2023 και το 2024.
Αναφερόμενο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το Ταμείο διαπιστώνεται αργοπορία στις διαδικασίες εξυγίανσής του, δίνοντας έμφαση στο ζήτημα των κακοπληρωτών και στην προστασία α΄ κατοικίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, αναφέρεται, οι τράπεζες παραμένουν στάσιμες, χωρίς να έχουν αναλάβει εκ νέου τον ρόλο τους, παρέχοντας «ένεση ρευστότητας» στην πραγματική οικονομία.
Παρόλα αυτά το Ταμείο δίνει τα εύσημά του για την πρωτοβουλία προώθησης του σχεδίου Ηρακλής, αισιοδοξώντας για τον περιορισμό των κόκκινων δανείων.
Τέλος για το ελληνικό χρέος εκτιμάται ότι θα είναι βιώσιμο τουλάχιστον έως το 2032 οπότε και οι δανειστές θα πρέπει να εξετάσουν και πάλι τη στάση τους έναντι πρόσθετων μέτρων ελάφρυνσης.
Η απάντηση Ψαλιδόπουλου
Στην απάντηση του ο μόνιμος εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ καθηγητής κ Μιχάλης Ψαλιδόπουλος αντιπαραβάλλει τα μέτρα πολιτικής που έχει ανακοινώσει ήδη η Ελληνική Κυβέρνηση με τις προϋποθέσεις για τις εκτιμήσεις που κάνει για την Ελλάδα το ΔΝΤ .
Σε αυτήν την βάση, ο κ. Ψαλιδόπουλος αφού υπενθυμίζει τα λάθη στις προβλέψεις που είχε κάνει το ταμείο για την Ελλάδα εντός και εκτός μνημονίων, καταλήγει σημειώνοντας: “Θα θέλαμε το Ταμείο να έχει μια πιο ισορροπημένη οπτική για τα πράγματα βλέποντας και τα διδάγματα του παρελθόντος αλλά και τις προοπτικές για το μέλλον”.