Αυστηρές αλλαγές στο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας επιφέρει η νομοθετική ρύθμιση που κατατέθηκε στη Βουλή και αφού προηγουμένως υπήρξε διαφωνία μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών. Αναμφίβολα, το νέο πλαίσιο είναι «προϊόν συμβιβασμού» κυβέρνησης και δανειστών, σε μια προσπάθεια να βρεθεί μια χρυσή τομή μεταξύ των θέσεων των δύο πλευρών, οι οποίες απείχαν, μέχρι και το Euro Working Group της Δευτέρας. Έτσι, τα αρχικά όρια προστασίας που προωθούσε η κυβέρνηση «κουρεύτηκαν», με αποτέλεσμα να καταστούν αυστηρότερα τα περιουσιακά κριτήρια των αιτούντων προστασία, με μείωση των ορίων των καταθέσεων και της ακίνητης περιουσίας τους, ενώ για την αξία της 1ης κατοικίας, που είναι συνδεμένη με επιχειρηματικά δάνεια, το όριο της αξίας της μειώνεται στο ποσό των 175.000 ευρώ, από 250.000 ευρώ που ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα. Ανώτατο όριο οφειλής του υπερήμερου δανειολήπτη ορίζονται τα 130.000 ευρώ. Το πλαφόν στις καταθέσεις τίθενται στα 15.000 ευρώ. Προϋπόθεση για ένταξη είναι να υπάρχει ληξιπρόθεσμο δάνειο 90 ημερών στις 31.12.18.
Αναλυτικότερα: α) Η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση, β) Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη, γ) Αν το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντος, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντος και του συζύγου του έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ, δ) Οι καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, ε) Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τα 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.
Συμπερασματικά, πρόκειται για ένα νομοσχέδιο «δύο ταχυτήτων», το οποίο δεν ικανοποιεί το πάγιο αίτημα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς και του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής για την επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών, που με θυσίες, όλα τα τελευταία χρόνια, κράτησαν όρθιο το τραπεζικό σύστημα και την οικονομία της χώρας. Η προτεινόμενη ρύθμιση είναι περίπλοκη και γραφειοκρατική, ενώ ουδείς γνωρίζει πότε και αν θα λειτουργήσει η ηλεκτρονική πλατφόρμα που εξαγγέλθηκε ότι θα τη συνοδεύσει.
Το ερώτημά μας, επομένως, είναι, εάν τα νέα όρια για τη πρώτη κατοικία θέτουν εκτός προστασίας αδύναμες κοινωνικά ομάδες και επαγγελματίες, εάν διατηρούν το ύψος των δανείων, αντί να λειτουργούν ως “κόφτες” σε όσους τη δικαιούνται. Οι νέες ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών και δανείων που δρομολογούνται, πιστεύω ότι, θα πρέπει να εστιάζουν στους αποδεδειγμένα, εισοδηματικά και φοροδοτικά αδύναμους οφειλέτες, ανεξαρτήτως επαγγελματικής ιδιότητας, προστατεύοντας παράλληλα τους συνεπείς δανειολήπτες.