Ο λιγνίτης θα μείνει μαζί μας μέχρι το 2025. Η κυβέρνηση παρατείνει για 2 χρόνια, έως το 2025, τη λειτουργία 7 λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ οι οποίες, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, θα έπρεπε να αποσυρθούν στο τέλος του 2023.
Η ενεργειακή κρίση κατέστησε τις μονάδες αυτές αναγκαίες για την ευστάθεια του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας, ιδίως κατά τις περιόδους ακραίων καιρικών φαινομένων.
Με την υπουργική απόφαση που ανάρτησε χθες στο «Διαύγεια» το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, παρατείνονται οι ώρες λειτουργίας των μονάδων (Αγ. Δημήτριος 1, 2, 3, 4 και 5, Μελίτη και Μεγαλόπολη 4) και των πετρελαϊκών μονάδων του ΑΗΣ Αθερινόλακκου στην Κρήτη.
Η εμπειρία και της ενεργειακής κρίσης υποχρεώνει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να ξαναδεί με πιο ρεαλιστική ματιά τη στρατηγική της ενεργειακής μετάβασης στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ)
Για τις μονάδες του Αγίου Δημητρίου ΙΙΙ και IV που επίσης έχουν πάρει σειρά για απόσυρση τον Οκτώβριο του 2022 δίνονται 13.600 ώρες λειτουργίας, συνολικά για κάθε μία, από τον περασμένο Αύγουστο έως και τον Δεκέμβριο του 2023.
Τέλος, στη μονάδα του Αγίου Δημητρίου V η οποία είχε προγραμματιστεί για να σβήσει τον Οκτώβριο του 2023 δίνονται κατά παρέκκλιση 35.600 ώρες λειτουργίας, συνολικά, από τον περασμένο Αύγουστο έως και τις 31-12-2025.
Στη λογική των εξαιρέσεων επιστρέφει το ΥΠΕΝ και για τη Μεγαλόπολη ΙV, στη οποία δίδονται 35.600 ώρες συνολικά από την 1η Αυγούστου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, αν και το πλάνο απολιγνιτοποίησης προσδιόριζε το σβήσιμο των φουγάρων για το τέλος του 2023. Το ίδιο και για τη μονάδα της Μελίτης στη Φλώρινα στην οποία δίνεται …τράτο 11.000 ωρών έως το τέλος του 2023, οπότε προσδιορίζεται και το κλείσιμο βάσει του προγράμματος απολιγνιτοποίησης.
Πάντως, είναι αξιοσημείωτο ότι και στον εθνικό κλιματικό νόμο, ο οποίος βρίσκεται σε διαβούλευση έχει προβλεφθεί ότι το χρονοδιάγραμμα διακοπής λειτουργίας των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων θα επανεξεταστεί το 2023 «υπό την προϋπόθεση της διασφάλισης της επάρκειας ισχύος και της ασφάλειας εφοδιασμού».
Η ΔΕΗ είχε αιτηθεί στο υπουργείο να καθορίσει λιγότερο αυστηρές οριακές τιμές εκπομπών ρύπων. Μια παρέκκλιση που προβλέπεται να δίδεται όταν η αξιολόγηση δείχνει ότι η επίτευξη επιπέδων εκπομπών που συνδέονται με τις Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές θα οδηγούσε σε δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σύγκριση με τα περιβαλλοντικά οφέλη.
Επίσης, η επιχείρηση είχε ζητήσει αντί των οριακών τιμών εκπομπών για το διοξείδιο του θείου να εφαρμόζονται τα ελάχιστα ποσοστά αποθείωσης.
Σύμφωνα με την απόφαση του ΥΠΕΝ, τεκμηριώνεται από τις μελέτες που συνοδεύουν τα αιτήματα της ΔΗΕ, «το δυσανάλογα υψηλό κόστος σε σύγκριση με το περιβαλλοντικό όφελος καθώς και τα τεχνικά προβλήματα που θα προκύψουν από την εφαρμογή Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΔΤ) για την επίτευξη επιπέδων εκπομπών που συνδέονται με αυτές (Απόφαση (ΕΕ) 2017/1442)».
Το αίτημα της ΔΕΗ εκτός από τις λιγνιτικές μονάδες, που όπως αναφέρεται είτε θα τεθούν σε οριστική παύση λειτουργίας/απόσυρση το αργότερο εντός της προσεχούς διετίας είτε θα ενταχθούν σε στρατηγική εφεδρεία, περιλαμβάνει και τον πετρελαϊκό σταθμό του Αθερινόλακκου της Κρήτης.
Ο συγκεκριμένος σταθμός είτε θα τεθεί σε παύση λειτουργίας, είτε σε εφεδρεία, είτε σε περιορισμένο χρόνο λειτουργίας, μετά την ολοκλήρωση και της Β΄ φάσης διασύνδεσης του νησιού με την Αττική το 2024. Ειδικότερα για τις μονάδες Ι και ΙΙ του Αθερινόλακκου προβλέπονται 18.600 ώρες, συνολικά για κάθε μια, από 01.08.2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2024.
Για την απόφαση του ΥΠΕΝ ελήφθη υπόψη, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, το γεγονός ότι η λειτουργία (έως τη οριστική παύση) ή και η δυνατότητα λειτουργίας (εφόσον τεθούν σε εφεδρεία ή σε περιορισμένο χρόνο λειτουργίας) των πέντε μονάδων του Αγίου Δημητρίου, των δύο μονάδων του Αθερινόλακκου, της Μεγαλόπολης IV και της Μελίτης, είναι απαραίτητη για την ευστάθεια του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής της χώρας και
- «κατά συνέπεια την απρόσκοπτη και αδιάλειπτη παραγωγή ενέργειας, ιδίως κατά τις χρονικές περιόδους επικράτησης ακραίων καιρικών φαινομένων, συνεπεία της κλιματικής αλλαγής».