Oμιλία στο πλαίσιο του 4oυ Συνεδρίου Επαγγελματικής Ασφάλισης που διεξάγεται σήμερα Τετάρτη 22 και την Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2023 απηύθυνε ο κ. Βύρων Κοτζαμάνης, Καθηγητής Δημογραφίας, Επιστημονικός Υπεύθυνος του Ερευνητικού Προγράμματος (ΕΛΙΔΕΚ) “Δημογραφικά Προτάγματα στην Έρευνα και Πρακτική στην Ελλάδα”, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας – Επιτροπή Ερευνών / ΕΔΚΑ.
Ο κ. Κοτζαμάνης, παρουσιάζοντας την ομιλία του με κεντρικό θέμα τη Δημογραφική γήρανση και κοινωνική ασφάλιση στον ορίζοντα του 2050, ανέφερε αρχικά ότι σε όλες τις χώρες παρατηρείται ένα μη αναστρέψιμο φαινόμενο που αφορά τη δημογραφική γήρανση. Διαπιστώνεται μια αύξηση του πλήθους της αναλογίας των ηλικιωμένων στον συνολικο πληθυσμό. Η διαφορά του πρόσφατου παρελθόντος σε Ελλάδα και άλλες χώρες είναι σύμφωνα με τον ίδιο ότι δεν αυξάνεται απλώς το πλήθος των ηλικιωμένων με μεγαλύτερη ταχύτητα από ό,τι οι άλλες ηλικιακές ομάδες, αλλά αυξάνονται και σε αριθμό, ενώ μειώνονται όσοι ανήκουν στις υπόλοιπες ηλικιακές κατηγορίες.
Αναλυτικά τα σημεία της ομιλίας του:
Οι δημογραφικές αλλαγές έως το 2050 τόσο στην Ελλάδα όσο και στις περισσότερες χώρες της ΕΕ των 27 προβλέπεται να οδηγήσουν σε συρρίκνωση του πληθυσμού των νέων και του πληθυσμού των ατόμων σε ηλικία εργασίας (20-64 ετών), ενώ αναμένεται ταυτόχρονα και μια σημαντική αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων ατόμων 65 ετών και άνω. Η αύξηση του πλήθους των ατόμων αυτών σε συνδυασμό με την αναμενόμενη μικρότερη η μεγαλύτερη μείωση του συνολικού πληθυσμού στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες θα οδηγήσει και στην αύξηση του ειδικού τους βάρους (δηλ. του ποσοστού τους) στο συνολικό πληθυσμό. Αυτή είναι η αποκαλουμένη δημογραφική γήρανση που τόσο μας προβληματίζει και που οφείλεται σε δυο παράγοντες :
ι)στην αύξηση του μέσου ορού ζωής μας και
ιι )στο περιορισμό του αριθμού των παιδιών που παιδιών που κάνουμε
Ο κ. Κοτζαμάνης παρουσίασε τα τρία βασικά σενάρια για την εξέλιξη της δημογραφικής γήρανσης που έχουν ως εξής:
Η εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας και η δημογραφική γήρανση στη χώρα μας βάσει των προσφάτων (2022) προβολών των ΗE ανά σενάριο (τα τρία σενάρια διαφοροποιούνται μόνον ως προς την εξέλιξη της γονιμότητας καθώς οι υποθέσεις για τη θνησιμότητα είναι κοινές (αύξηση του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση κατά 5,5 περίπου χρόνια, αυτού δε στα 65 κατά 4 χρόνια) και ένα πολύ μικρό θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο (+ 5 χιλ./έτος, 140 χιλ. συνολικά μέχρι το 2050). Με βάση τις προβολές των Η.Ε προκύπτει ότι:
- Ο πληθυσμός της Ελλάδας μέχρι το 2050 θα συνεχίσει να μειώνεται με διαφοροποιημένουςρυθμούς ανά σενάριο (9,2 εκατομ. στο «ενδιάμεσο» σενάριο, 8,5 εκατομ. στο «χαμηλό» και 9,8 εκατομ. στο «υψηλό»).
- Τα φυσικά ισοζύγια θα συνεχίσουν μέχρι το 2050 να είναι αρνητικά οδηγώντας στη μείωση του πληθυσμού, Για να μην μειωθεί ο πληθυσμός θα απαιτηθεί για την περίοδο 2022-2049 ένα συνολικό μεταναστευτικό ισοζύγιο πολύ υψηλότερο από αυτό των 140 χιλ. που λαμβάνουν υπόψη τα Η.Ε σε όλα τα σενάρια και ειδικότερα i) στο «ενδιάμεσο» σενάριο της τάξης των 1,520 εκατομμυρίων ii) στο «υψηλό» (και πολύ λίγο πιθανό) σενάριο εξέλιξης της γονιμότητας +870 χιλ. ιιι) στο ελάχιστα πιθανό «χαμηλό» σενάριο της τάξης των 2,150 εκατομμυρίων
- Η μόνη ηλικιακή ομάδα που θα αυξηθεί είναι αυτή των 65 ετών και άνω. Το πλήθος της δεν αλλάζει στα τρία σενάρια (θα εγγίζει τα 3,16 εκατομ. το 2050, 2,37 το 2022 +785 χιλ.), το ειδικό της βάρος όμως -το ποσοστό της δηλαδή στον συνολικό πληθυσμό- διαφέρει, καθώς κάθε σενάριο δίδει διαφορετικό πληθυσμό το 2050. Η γήρανση επομένως είναι μη αναστρέψιμη.
- Ο πληθυσμός των 20-64 ετών θα μειωθεί από 1,36 -1,65 εκατομ. (ελάχιστο/μέγιστο), κατά 1,5 εκατομ. δε στο ενδιάμεσο σενάριο.
- Ο πληθυσμός των νέων (0-19 ετών) αναμένεται να μειωθεί από ελάχιστα έως 1 εκατομ.
Πληθυσμιακές μεταβολές και πληθυσμιακή δομή είναι κάποιες από τις παραμέτρους που επηρεάζουν την μακροχρόνια οικονομική ισορροπία του συστήματος και είναι συνυφασμένες με την κοινωνική ασφάλιση. Ας εξετάσουμε επομένως τις σχέσεις ανάμεσα στον δημογραφικό παράγοντα και κάποιες από τις σημαντικότερες μεταβλητές, όπως την απασχόληση, θέτοντας το ερώτημα, με βάση το ενδιάμεσο σενάριο, αν είναι δυνατόν, -και πως- παρόλη την σημαντική αναμενόμενη μείωση των 20-64 ετών, ο πληθυσμός των αποχολουμενων το 2050 να βρίσκεται στα ιδία επίπεδα με αυτά του 2022.
Mμπορούμε να κάνουμε κάτι ώστα να μη μειωθούν οι απασχολούμενοι παρά τη μείωση του πληθυσμού των νέων. Σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμάνη η μείωση των αποχολουμενων μπορεί να αποφευχθεί αν:
Το θετικό καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο της περιόδου 2022-2049 από +140 χιλ. που προβλέπουν τα Η.Ε σε όλα τα σενάρια υπερ- τριπλασιασθεί (από 5 χιλ. ετησίως κατά μέσο όρο στις 17 χιλ., ήτοι 476 χιλ. συνολικά για την περίοδο 2022-2049.) Υπενθυμίζεται δε ότι το μεταναστευτικό ισοζύγιο-θετικό- με βάση τις εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ για την εικοσαετία 1991-2010 άγγιξε τις 800 χιλ. (40 χιλ. κατά μέσο όρο/έτος). Η μεταβολή αυτή θα προσθέσει περίπου 300 χιλ. άτομα στον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας και αναλόγως του ποσοστού απασχόλησής τους, από 200-250 χιλ. στους απασχολούμενους του 2050.
2)Αυξηθεί το ποσοστό συμμέτοχης των αποχολουμενων στις ηλικίες 20-64 ετών, % που σήμερα είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ (66%) καθώς έχουμε αφενός μεν από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής των ηλικιακών αυτών ομάδων στο εργατικό δυναμικό αφετέρου δε από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας. Το σημερινό αυτό μειονέκτημα μπορεί στο μέλλον να μετατραπεί σε πλεονέκτημα αν προοδευτικά και σε βάθος χρόνου –με ορίζοντα το 2050- τα ποσοστά συμμετοχής των 20-64 ετών στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό ως και αυτά της ανεργίας φθάσουν τα αντίστοιχα με τα υφιστάμενα σήμερα σε μια σειρά χωρών της βορείου Ευρώπης όπου οι απασχολούμενοι αποτελούν σήμερα το 82% των 20-64 ετών. Στην περίπτωση αυτή οι απασχολούμενοι στην Ελλάδα το 2050 θα μειωθούν «μόνον» κατά 300 χιλ. (από 4,0 εκατομ. το 2022 σε 3,7 το 2050, ενώ αν τα ποσοστά αυτά παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα θα μειωθούνε κατά 700 χιλ.). Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν επιτευχθεί μετάβαση από το 66 στο 82%, ενώ ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας (20-64 ετών) αναμένεται με βάση το σενάριο που εκθέτουμε να μειωθεί κατά 25%, η μείωση των απασχολουμένων θα είναι μικρότερη του 8%.
*Αναφερθήκαμε στην απασχόληση και ανεργία μόνον της ομάδας 20-64 ετών. Δεν θίξαμε καθόλου την συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό της ομάδας των 65 και άνω, ένα μεγάλο τμήμα της οποίας, είναι σήμερα «εκτοπισμένο» από την αγορά εργασίας. Κλασσικό παράδειγμα αποτελούν οι έχοντες ήδη συνταξιοδοτηθεί-(πολλοί εκ των οποίων και σε μικρότερη ακόμη ηλικία), καθώς το υφιστάμενο θεσμικοί πλαίσιο καθιστά σχεδόν απαγορευτική την απασχόλησή τους, όταν δεν τους ωθεί σε μη δηλωμένη εργασία...
Η αύξηση του πληθυσμού των ηλικιωμένων είναι μη αναστρέψιμη μέχρι το 2050, η οποιαδήποτε δε αύξηση του μεταναστευτικού ισοζυγίου (όπως πχ. ο τριπλασιασμός του) δεν θα έχουν καμία επίπτωση στο αναμενόμενο πλήθος τους. Έτσι, ακόμη και αν ο πληθυσμός των απασχολούμενων δεν μειωθεί, 2050, αν δεχθούμε ότι όλοι οι 65+ είναι και θα συνεχίσουν να είναι μη ενεργοί (υπενθυμίζουμε ότι σήμερα ήδη σύμφωνα με την Έρευνα του Εργατικού δυναμικού έχουμε 120 χιλ. απασχολουμένους 65+) οι λόγοι θα μεταβληθούν από 1,7 απασχολούμενο σήμερα σε κάθε άτομο 65 των και σε 1,25 το 2050. Σε ένα πρώτο επίπεδο ανάλυσης βρισκόμαστε, αν υιοθετήσουμε τις θέσεις της πλειοψηφίας των οικονομολόγων, μπροστά σε μια σχετικά απλή σχέσης αιτίου- αιτιατού, όπου οι δαπάνες για τους ηλικιωμένους αποτελούν την εξαρτημένη μεταβλητή, η δε δημογραφική γήρανση τον καθοριστικό παράγοντα εκτόξευσής τους στα ύψη. Οι σχέσεις είναι όμως πλέον περίπλοκες απ’ ό,τι συνήθως παρουσιάζονται. Υπενθυμίζουμε ότι η ισορροπία των συστημάτων εξαρτάται από περισσότερους παράγοντες καθώς υπεισέρχονται τρεις συνιστώσες: η δημογραφική, η οικονομική και η κοινωνικοπολιτική (θεσμική). Η ανάδειξη της πρώτης ως μόνης επικαθοριστικής είναι προβληματική.
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι, όσον αφορά την οικονομική συνιστώσα
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι, όσον αφορά την οικονομική συνιστώσα
ιι) Η αύξηση του πλήθους των ηλικιωμένων θα συνοδευθεί αναπόφευκτα από την αύξηση της ζήτησης σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες. Η ζήτηση αυτή καθώς και η ανάπτυξη των αποκαλουμένων «ευγενών» δραστηριοτήτων (όπως η εκπαίδευση, η φροντίδα- θεραπεία, η βοήθεια προς τους λιγότερο ευνοημένους ….) που θεωρούνται σήμερα σε μεγάλο βαθμό ως μη «παραγωγικές» δύνανται να δυναμιτίσουν την οικονομία του μέλλοντος. Οι προκλήσεις που συνδέονται µε τη γήρανση μπορούν να μετατραπούν σε ευκαιρίες, για τη δημιουργία νέων αγορών έτσι ώστε να διαμορφωθεί µια «αργυρή οικονομία» η οποία θα περιλαμβάνει ευρύ φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων: από προϊόντα και υπηρεσίες έως μέτρα προώθησης της κινητικότητας και της υποβοηθούμενης από το περιβάλλον αυτόνομής διαβίωσης – η οποία, δεν θα περιορίζεται μόνον σε συγκεκριμένους κοινωνικούς τομείς της αγοράς.
ιι) Η προαναφερθείσα αύξηση της αναλογίας απασχολούμενοι /πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας δεν είναι η μονή διάσταση : η παραγωγικότητα της εργασίας, η προστιθέμενη αξία των προϊόντων & υπηρεσιών, ο επιμερισμός των απασχολούμενων σε πλήρους/μερικής απασχόλησης, η σχέση δηλωμένης/αδήλωτης εργασίας, η κατανομή και η «σύλληψη» του παραγόμενου πλούτου είναι μερικές μόνον από τις βασικές παραμέτρους που προσδιορίζουν την συνεισφορά της ηλικιακής ομάδας 20-64 ετών, και όχι αποκλειστικά το πλήθος της. Σε αυτά τα σημεία, σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμάνη η χώρα μας χωλαίνει.
Η παρέμβαση στις παραμέτρους αυτές επιβάλλεται, οι δε αναμενόμενες δημογραφικές εξελίξεις απλώς καθιστούν τις αλλαγές σε μια σειρά πεδίων επιτακτικότερες, υποδεικνύοντας εμμέσως τις κατευθύνσεις μιας νέας οικονομικής πολιτικής και ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Ταυτόχρονα οι παράμετροι αυτοί επηρεάζουν και θα συνεχίσουνε να επηρεάζουν όχι μόνον τον 1ο αλλά και τον 2ο (ΤΕΑ) και τον 3ο πυλώνα (ιδιωτική ασφάλιση) καθώς η συμμετοχή ιδιαίτερα στους δυο τελευταίους είναι άμεση συναρτώμενη από τα διαθέσιμα εισοδήματα και τις δυνατότητες αποταμίευσης των απασχολουμένων.
Με βάση τα προαναφερθέντα με δεδομένο ότι οι προβολές είναι ασκήσεις γενίκευσης που επιτρέπουν -παρόλα τα σχετικά μικρά περιθώρια αβεβαιότητας- όταν αναφερόμαστε στον βραχύ και μέσο χρόνο να οριοθετήσουμε τα πεδία του πιθανού και να λάβουμε, αν θεωρήσουμε ότι οι αναμενόμενες εξελίξεις θέτουν κάποια προβλήματα, μέτρα. Οι έχοντες την ευθύνη σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο οφείλουν αφενός μεν να θεωρήσουν ως δεδομένες κάποιες μη αναστρέψιμες τις αμέσως επόμενες δεκαετίες δημογραφικές τάσεις, να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις τους και να τις λάβουν υπόψη , αφετέρου δε να λάβουν από τώρα τα προσήκοντα μέτρα για την μεσο-μακροπρόθεμη αναστροφή των τάσεων αυτών. Επομένως, προσαρμογή στις αναμενόμενες αλλαγές (pre-activity) και δράσεις (pro-activity) θα πρέπει να αντικαταστήσουν την όποια παθητικότητα και στάσεις αναμονής.