Το δίλημμα «πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στην πόλη» –που επί της ουσίας έθεσε η JPMC στην Αθήνα– ήρθε σε μια συγκυρία κατά την οποία η κυβέρνηση έχει να διαχειριστεί αρκετά προβλήματα. Δεδομένου του ότι η οικονομία παραμένει από τα ισχυρά χαρτιά του πρωθυπουργού, καθίσταται σαφές πως η αμφισβήτηση ενός εκ των συστατικών αφηγημάτων του (της αναβάθμισης) μάλλον περιπλέκει την κατάσταση. Καθ’ οδόν προς την κάλπη των ευρωεκλογών, η προειδοποίηση από τον μεγαλύτερο επενδυτικό τραπεζικό όμιλο του κόσμου δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη, πολύ δε περισσότερο όταν εγείρει ερωτήματα για τη δυνατότητα της Αθήνας να υλοποιήσει τον σχεδιασμό της ουσιαστικής αναβάθμισης του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, της κεφαλαιαγοράς.
Πολύ δε περισσότερο από τη στιγμή που ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού έχει δηλώσει (Bloomberg) πως, καλώς εχόντων των πραγμάτων, εντός του 2024 θα ανακοινωθεί η απόφαση για την αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών, που θα πραγματοποιηθεί το 2025. Ευφυής ο Άλεξ Πατέλης, άνθρωπος των αγορών, γνωρίζει πώς λειτουργούν τα «σπίτια», και δη τα αμερικανικά. Συνεπώς, το «καλώς εχόντων των πραγμάτων» τον καλύπτει για κάθε –αρνητικό– ενδεχόμενο.
Και ως προς αυτό η JPMC είναι καταπέλτης: μόλις τρεις εισηγμένες πληρούν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθεί το ΧΑ αναπτυγμένη αγορά. Development Market με μόλις τρεις, σε μια αγορά που αποτιμάται συνολικά 100 δισ., μετά από δύο χρόνια θητείας, δεν το λες και ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Επί της ουσίας, η JPΜC αμφισβητεί την εκτίμηση πολλών επενδυτών ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στους δείκτες MSCI DΜ και ότι κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε θετικά για την προσέλκυση κεφαλαίων.
«Διαφωνούμε και με τις δύο δηλώσεις» υποστηρίζουν οι αναλυτές της, διότι η μετακίνηση της Ελλάδας στις αναπτυγμένες αγορές είναι εξαιρετικά απίθανη και μια μετάβαση στις DM αγορές θα είναι «περιοριστικός» παράγοντας για την προσέλκυση επενδυτών. Όμως η JPMC εκφράζει κυρίως την αμερικανική πλευρά/συμφέροντα, όταν η ECB/SSM αντιπροσωπεύει την ευρωπαϊκή. Κι εδώ υπεισέρχεται η παράμετρος του ECB, ειδικότερα του Εποπτικού Μηχανισμού του οποίου προΐσταται η Κλαούντια Μπουχ.
Η Γερμανίδα οικονομολόγος, διάδοχος του Αντρέα Ένρια, μόλις πρόσφατα σε συνέντευξή της (Financial Times) σημείωσε ότι «(…) διαπιστώνεται ήδη αύξηση στην αθέτηση πληρωμών δανείων και των ληξιπρόθεσμων οφειλών, για αυτό και οι τράπεζες οφείλουν να είναι ανθεκτικές, επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, προκειμένου να δύνανται να απορροφήσουν πιθανές ζημιές…». Τι σημαίνει αυτό, πρακτικά; Πως οι τράπεζες πρέπει να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν μόνες τους σε μια χρονιά που, όπως θύμισε ο Γιάννης Στουρνάρας, η Φραγκφούρτη θα αποσύρει από την αγορά περί τα 800 δισ. ευρώ. Ποσό που, με όρους μόχλευσης, ανέρχεται σε αρκετά τρισεκατομμύρια.
Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK