«Υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι η Ελλάδα –και ειδικότερα η Κρήτη- θα μπορούσε να φιλοξενεί σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου. Αποστολή μας είναι να ενθαρρύνουμε με κάθε τρόπο τους επενδυτές να προχωρήσουν γρήγορα στις απαραίτητες σεισμικές και γεωλογικές έρευνες για να υπάρξει σαφήνεια για την ύπαρξη, το μέγεθος και τη δυνητική αξία των κοιτασμάτων αυτών». Αυτό ήταν το βασικό μήνυμα που έστειλε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), δρ. Αριστοφάνης Στεφάτος μιλώντας στην ημερίδα με τίτλο « Οι Υδρογονάνθρακες στην Ενεργειακή Μετάβαση, Δεδομένα και Πολιτικές» του Ινστιτούτου Πετρελαϊκής Έρευνας του Ινστιτούτου Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΤΕ/ΙΠΕ) και του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ).
Ο κ. Στεφάτος ανέδειξε τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζει το φυσικό αέριο ως καύσιμο-γέφυρα προς την ενεργειακή μετάβαση, που, όπως είπε, «είναι κάτι πολύ περισσότερο από την αυξημένη χρήση ΑΠΕ. Πρόκειται για μια μακροπρόθεσμη επενδυτική ευκαιρία που θα αλλάξει εκ βάθρων το ενεργειακό μας σύστημα σε ορίζοντα 30-50 χρόνων».
Και εξήγησε ότι υπάρχουν δυο παράμετροι για τη χρήση του φυσικού αερίου που πρέπει να ληφθούν υπόψη: «Από τεχνικής πλευράς, το φυσικό αέριο έχει κομβική σημασία για την διασφάλιση της επάρκειας εφοδιασμού και της ευστάθειας του ηλεκτρικού συστήματος, ενώ αποτελεί βασικό παράγοντα για την ανάπτυξη της βιομηχανίας υδρογόνου. Από οικονομικής πλευράς, οι τιμές αναφοράς του φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχουν αυξηθεί κατά 250% από τις αρχές του έτους. Οι ηλεκτροπαραγωγοί στην Ευρώπη πληρώνουν 90 ευρώ/μεγαβατώρα για φυσικό αέριο, ενώ οι συνάδελφοί τους σε Αίγυπτο και Ισραήλ, χώρες της λεκάνης της Ανατολικής Μεσογείου που είναι παραγωγοί φυσικού αερίου συνάπτουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια αγοράς αερίου με 12 ευρώ/μεγαβατώρα».
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΕΔΕΥ, «Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει στην παρούσα φάση μια μοναδική ευκαιρία να αναπτύξει δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης για κοιτάσματα φυσικού αερίου, συμβάλλοντας στην προώθηση της «πράσινης» μετάβασης και της ασφάλειας εφοδιασμού και αποκομίζοντας στην πορεία σημαντικά οικονομικά και γεωστρατηγικά οφέλη. Κλειδί για την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η αξιοποίηση των δυνητικών κοιτασμάτων της Ελλάδας με την τήρηση των πιο αυστηρών προδιαγραφών περιβαλλοντικής προστασίας και σε επικοινωνία με τις τοπικές κοινωνίες».
«Βασική προτεραιότητα της ΕΔΕΥ είναι να προωθήσει την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου της χώρας σε πρώτη φάση και σε δεύτερη να στηρίξει την ανάπτυξη νέων, «πράσινων» τεχνολογιών που εμφανίζουν συνέργειες με τον κλάδο φυσικού αερίου, όπως είναι η δέσμευση και αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα, η ανάπτυξη αποθηκών φυσικού αερίου, η παραγωγή μπλε υδρογόνου και η αξιοποίηση της τεχνογνωσίας των υπεράκτιων πλατφορμών εξόρυξης φυσικού αερίου στα υπεράκτια αιολικά πάρκα», κατέληξε ο κ. Στεφάτος, τονίζοντας ότι «τα δυνητικά οφέλη αυτών των επενδύσεων δικαιολογούν το ρίσκο που θα αναλάβουν οι ενδιαφερόμενοι».