Του ΧΡΗΣΤΟΥ Ν. ΚΩΝΣΤΑ
Οι αυξημένες αρμοδιότητες του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, το βαρύ αναπτυξιακό φορτίο του χαρτοφυλακίου του Υπουργού Οικονομίας που πρόσφατα έχει αναλάβει αλλά -κυρίως- οι απώλειες 4 δις € από την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών επί της θητείας του, οδηγούν τον Πρωθυπουργό στην απόφαση να αναθέσει σε άλλο πρόσωπο, τον συντονισμό του τραπεζικού μας συστήματος.
Το Μέγαρο Μαξίμου επιθυμεί -καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές- τον απόλυτο έλεγχο και την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος.
Ο Πρωθυπουργός θα αναθέσει την ευθύνη του συντονισμού και της πολιτικής εποπτείας των παλιών και νέων τραπεζών, σ’ έναν «άνθρωπο της αγοράς», σε κάποιον που ξέρει τα μυστικά «από μέσα» και σε τελευταία ανάλυση κάποιον που εμπιστεύεται απόλυτα.
Ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Δημήτρης Λιάκος διαθέτει επαγγελματική εμπειρία στην χρηματοπιστωτική αγορά ως διαχειριστής αμοιβαίων κεφαλαίων και εν συνεχεία ως γενικός διευθυντής σε χρηματιστηριακή εταιρεία. Έχει με τον καιρό κερδίσει την εμπιστοσύνη του Αλέξη Τσίπρα και γι’ αυτό ανέλαβε τη θέση του Διευθυντή του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού.
Ο κ. Λιάκος επιθυμεί ο νέος ρόλος του στο οικονομικό επιτελείο, με την ευθύνη του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος, να συνδυαστεί με μια εντυπωσιακή εξέλιξη κι αυτή δεν είναι άλλη από την άρση των capital control.
Μια κίνηση έκπληξη, μια ξαφνική και ολοκληρωτική άρση των capital control, ακόμη και χωρίς την έγκριση των δανειστών, με βάση το πετυχημένο παράδειγμα της Κύπρου, τελικά δεν θεωρείται εφικτή.
Παρά την διθυραμβική «έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια», δεν καταγράφεται σημαντική τάση επιστροφής καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, πέραν από τις αναγκαστικές κινήσεις επιβίωσης και στοιχειώδους συντήρησης του βιοτικού επιπέδου όσων είχαν φροντίσει να «κρύψουν» αποταμιεύσεις, στις δύσκολες μέρες, πριν και μετά το αλήστου μνήμης 2015.
Η βαριά φορολογία σε κάθε οικονομική συναλλαγή, το κύμα κατασχέσεων λογαριασμών από την ΑΑΔΕ ακόμη και για μικρές οφειλές αλλά και η εξαιρετικά ευμετάβλητη διεθνής συγκυρία, δεν επιτρέπουν ολοκληρωτική άρση των κεφαλαιακών ελέγχων.
Ο πλήρης και αυστηρός έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων σε διασυνοριακό επίπεδο θα διατηρηθεί αλλά στο εσωτερικό της χώρας, το άνοιγμα νέων τραπεζικών λογαριασμών και η απελευθέρωση του ορίου αναλήψεων θα είναι μια κίνηση που δημιουργεί θετικές εντυπώσεις μολονότι χωρίς μεγάλη ουσία.
Από την άλλη πλευρά, το τραπεζικό σύστημα περνά μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της ιστορίας του -μετά το 2015 φυσικά-. Η χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών έχει καταβαραθρωθεί έχουν χάσει περισσότερα από 4 δις € σε κεφαλαιοποίηση από τον Δεκέμβριο του 2015.
Οι νέοι ακόμη πιο φιλόδοξοι στόχοι για μείωση των κόκκινων δανείων και ανοιγμάτων που θέτει ο SSM και οι υποχρεωτικά αυξημένες προβλέψεις για κάλυψη κινδύνων από τα νέα δάνεια που χορηγούν οι τράπεζες και τα δεκάδες ακίνητα που αναγκαστικά συγκεντρώνουν στα χαρτοφυλάκιά τους από τους πλειστηριασμούς, δεν επιτρέπουν αναπτυξιακούς σχεδιασμούς για χρηματοδότηση της οικονομίας.
Το τραπεζικό σύστημα χρειάζεται τομές και θαρραλέες πρωτοβουλίες. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας πρέπει να λειτουργήσει ουσιαστικά και με βάση τους κανόνες της αγοράς όχι της πολιτικής. Υπάρχει ανάγκη προσέλκυσης νέων επενδυτικών κεφαλαίων. Αυτό θα είναι το έργο που θα ανατεθεί στον κ. Δημήτρη Λιάκο, με τις …ευχές του απερχόμενου συντονιστή του τραπεζικού μας συστήματος Αντιπροέδρου Γιάννη Δραγασάκη.