Mιχάλης Χειμωνάς, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ)
Από το 2012, με την οικονομική κρίση και τα μνημόνια στη χώρα μας, η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη περιορίστηκε στα 2,5 δισ. ευρώ. Η υποχρηματοδότηση αυτή, δυστυχώς, συνεχίζεται έως και σήμερα, παρά την έξοδο από το μνημόνια, και έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να υστερεί σημαντικά στη συνολική δημόσια κατά κεφαλήν χρηματοδότηση του Φαρμάκου, κατά -31%, έναντι της Νότιας Ευρώπης (ΝΕ) και κατά -50% έναντι της Δυτικής Ευρώπης (ΔΕ) (πηγή EFPIA, στοιχεία 2021).
Παράλληλα, ενώ καταγράφεται μια αύξηση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης (σε επίπεδο φαρμακείου), κατά μέσο όρο, 10,5% τα τελευταία δύο χρόνια, που είναι μάλιστα από τις πιο χαμηλές στην Ευρώπη, αυτή δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αναπροσαρμογή της δημόσιας χρηματοδότησης από την Πολιτεία.
Οι άμεσες επιπτώσεις
Το αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης είναι η μετακύλιση του βάρους στη φαρμακοβιομηχανία με τη μορφή υποχρεωτικών επιστροφών, οι οποίες μεταφράζονται σε εξωπραγματική υπερφορολόγηση, και στους ώμους των ασθενών. Το 2022, μάλιστα, είναι η πρώτη χρονιά κατά την οποία η συνεισφορά των φαρμακευτικών εταιριών στη φαρμακευτική δαπάνη (μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών) υπερέβη κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ τη δημόσια χρηματοδότηση από την Πολιτεία, ένα πρωτοφανές γεγονός που αποτελεί και ευρωπαϊκό ρεκόρ.
Το μοντέλο αυτό δεν είναι βιώσιμο και έχει άμεσες επιπτώσεις στους ασθενείς. Ήδη η εισαγωγή νέων φαρμάκων καθυστερεί κατά έξι μήνες περισσότερο σε σχέση με το παρελθόν και έχει φθάσει στα δύο χρόνια. Η πρόσβαση των ασθενών σε νέα φάρμακα καθίσταται επισφαλής και, δυστυχώς, κάποια μπορεί να μην έρθουν ποτέ στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, η χώρα μας αναδεικνύεται σε έναν μη ελκυστικό προορισμό για την προσέλκυση επενδύσεων.
Επιπλέον, είμαστε μια χώρα της οποίας ο πληθυσμός μειώνεται ενώ η ηλικία του αυξάνεται. Το δε επιδημιολογικό προφίλ του πληθυσμού μας, σταθερά, χειροτερεύει (παχυσαρκία, χρόνια νοσήματα κτλ.).
Τα παραπάνω δεδομένα αναδεικνύουν την ανάγκη η Πολιτεία να προχωρήσει άμεσα σε εξορθολογισμό της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, ώστε να καλύπτονται οι πραγματικές ανάγκες των Ελλήνων ασθενών από το κράτος και όχι από τη φαρμακοβιομηχανία.
Αφενός ζητάμε ενίσχυση της χρηματοδότησης σε βάθος χρόνου, αφετέρου είμαστε εμείς οι ίδιοι που απαιτούμε, την ίδια στιγμή, περισσότερο έλεγχο της δαπάνης και βελτίωση της απόδοσης των διατιθέμενων πόρων. Και αυτό γιατί κατανοούμε απόλυτα πως οποιαδήποτε ενίσχυση της χρηματοδότησης θα έχει παροδικό αποτέλεσμα και δεν αρκεί από μόνη της, αλλά χρειάζεται να προχωρήσει η ψηφιοποίηση του συστήματος υγείας και η ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων.
Εθνική στρατηγική για το Φάρμακο
Όλοι οι σχετιζόμενοι στον χώρο του φαρμάκου αναγνωρίζουμε την ανάγκη για τον επανασχεδιασμό της φαρμακευτικής πολιτικής και τη δημιουργία μιας «Εθνικής Στρατηγικής για το Φάρμακο».
H πολιτική θα πρέπει να είναι προς όφελος του ασθενή, με γνώμονα τη βιωσιμότητα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων και συνεπώς και τη βιωσιμότητα του συστήματος υγείας. Η πρόσβαση των ασθενών στην καινοτομία και η προσέλκυση επενδύσεων θα πρέπει να αποτελούν βασικές προτεραιότητες της φαρμακευτικής μας στρατηγικής.
Τέλος, την περίοδο αυτή, αναθεωρείται και η Ευρωπαϊκή Φαρμακευτική Πολιτική, κάτι που γίνεται κάθε 40 χρόνια και δεν είναι γνωστό στο ευρύ κοινό. Είναι πολύ σημαντικό να εξακολουθήσει η χώρα μας να υποστηρίζει το οικοσύστημα της πατέντας, μέσα από την ενίσχυση των κινήτρων για την πρόσβαση των ασθενών στην καινοτομία.
Ο ΣΦΕΕ είναι πάντα δίπλα στην Πολιτεία με ρεαλιστικές και τεκμηριωμένες προτάσεις, ώστε να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός υγιούς και βιώσιμου συστήματος και να διασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση των Ελλήνων ασθενών στις θεραπείες, καθιερωμένες και νέες, που έχουν ανάγκη.
Από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ