Η πανδημία προκάλεσε σημαντική αναταραχή στους τομείς της οικονομίας και της αγοράς εργασίας. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (ILO), μέσα στο 2020 χάθηκαν 114 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, ενώ σε σύγκριση με το 2019, παγκοσμίως οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 33 εκατομμύρια. Ταυτόχρονα, υπολογίζεται ότι λόγω της επιταχυνόμενης αυτοματοποίησης και ψηφιοποίησης, περισσότερες από 1 δισεκατομμύριο θέσεις εργασίας θα αλλάξουν ριζικά την επόμενη δεκαετία, ενώ το 42% των βασικών δεξιοτήτων που απαιτούνται για την εκτέλεση των υπαρχουσών θέσεων εργασίας σήμερα, έως το 2022 θα έχει μεταβληθεί, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, για να ανταποκρίνεται στις νέες ανάγκες.
Η πανδημία του COVID-19 και η επιταχυνόμενη αυτοματοποίηση, έχουν αναδειχτεί ως οι δύο κυριότερες προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία
Ταυτόχρονα, σύμφωνα και με έρευνα του Ομίλου Adecco, η πανδημία έχει αλλάξει τις προσδοκίες των επιχειρήσεων αλλά και των εργαζομένων. Βρισκόμαστε λοιπόν σε ένα κομβικό σημείο, κατά το οποίο είναι απαραίτητο να γίνει αντιληπτή η ανάγκη υιοθέτησης μοντέλων που στο επίκεντρό τους θα έχουν τη δια βίου μάθηση και τη συνεχή ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων που θα απαντούν στις ανάγκες της αγοράς σήμερα και στο μέλλον. Διότι, ενώ είναι γεγονός ότι έως το 2025 περίπου 85 εκατομμύρια θέσεις εργασίας εκτιμάται ότι θα χαθούν λόγω της τεχνολογίας, προβλέπεται επίσης ότι για τον ίδιο ακριβώς λόγο θα προκύψουν 97 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας. Θα πρέπει όμως το ανθρώπινο δυναμικό να είναι έτοιμο γι’ αυτές τις θέσεις και να διαθέτει το απαραίτητο μείγμα γνώσεων και δεξιοτήτων για να αντεπεξέλθει σε αυτές.
Σύμφωνα με τον CEO του Ομίλου Adecco Alain Dehaze, σε αυτό το τοπίο, οι χώρες, οι επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι, θα πρέπει να συνεργαστούν μεταξύ τους.
Σύμπραξη Πολιτείας, Επιχειρηματικού Κόσμου και Εργαζομένων
Οι νέες θέσεις εργασίας που θα προκύψουν θα πρέπει να στελεχωθούν από εργαζομένους που θα διαθέτουν τις σωστές δεξιότητες. Σύμφωνα με την έκθεση Future of Jobs του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, περίπου οι μισοί από τους εργαζομένους παγκοσμίως θα χρειαστούν επαναπροσδιορισμό των δεξιοτήτων τους τα επόμενα πέντε χρόνια. Για αυτόν τον λόγο ο CEO του Ομίλου Adecco, Alain Dehaze, τονίζει ότι χρειάζεται μια επανάσταση στον τομέα της επανεκπαίδευσης μέσω μιας «τριμερούς σύμπραξης» πολιτείας, επιχειρηματικού κόσμου και εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα:
Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δημιουργήσουν κίνητρα για να ενθαρρύνουν τη δια βίου μάθηση, να παρέχουν ισχυρό «δίχτυ ασφαλείας» για τους εργαζόμενους των οποίων το αντικείμενο εργασίας κινδυνεύει να χαθεί και να δώσουν την απαραίτητη σημασία στη βελτίωση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης. Για παράδειγμα, μόνο το 21% των επιχειρήσεων παγκοσμίως είναι προς το παρόν σε θέση να χρησιμοποιούν χρηματοδοτήσεις από το δημόσιο για την υποστήριξη πρωτοβουλιών επαναπροσδιορισμού και αναβάθμισης δεξιοτήτων. Εκτός αυτού, η αγορά εργασίας θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από την ευελιξία που απαιτείται για να είναι εφικτή η μετακίνηση εργαζομένων από θέσεις χωρίς μέλλον σε αναδυόμενους τομείς, πάντα με την απαραίτητη επιμόρφωση.
Στην σύμπραξη των τριών μερών, ο ρόλος των εργοδοτών είναι επίσης καταλυτικός. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν στην επένδυση στην απασχολησιμότητα των εργαζομένων τους. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, πως αντί να επενδύουν κεφάλαια για την πρόσληψη στελεχών που θα ενδυναμώσουν τον οργανισμό με νέες δεξιότητες, θα πρέπει να εστιάσουν στο πώς θα μπορέσουν να αναπτύξουν τα αναγκαία για τον οργανισμό τους ταλέντα στο υπάρχον εργατικό δυναμικό τους. Η προσέγγιση αυτή δεν είναι μόνο κοινωνικά υπεύθυνη, αλλά μειώνει και τις δαπάνες της επιχείρησης. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με μελέτη της General Assembly, η επανεκπαίδευση ενός υπάρχοντος εργαζομένου μπορεί να εξοικονομήσει στην εταιρεία έως 116,000$ μέσα σε τρία χρόνια.
Για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις αυτές και να μετατραπούν σε ευκαιρίες, χρειάζονται καινοτόμες λύσεις και συνεργασία μεταξύ κυβερνήσεων, επιχειρήσεων και εργαζομένων
Στην ουσία, ο επαναπροσδιορισμός και η αναβάθμιση των δεξιοτήτων δεν είναι πλέον επιλογή – είναι αναγκαιότητα. Και αυτό είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό και από τους εργαζομένους, οι οποίοι πρέπει να αγκαλιάσουν τη δια βίου μάθηση. Κάθε τρία χρόνια, ο κάθε εργαζόμενος χάνει κατά μέσο όρο περίπου το 40% των δεξιοτήτων του, οπότε για να διατηρεί κανείς την απασχολησιμότητά του, θα πρέπει να επενδύει διαρκώς στην ανάπτυξη δεξιοτήτων. Πρόκειται για μια προσωπική ευθύνη όλων.