Την πρόταση για τη δημιουργία bad bank και την πρόβλεψη νέα NPEs ύψους 8-10 δισ. ευρώ διατύπωσε κατά την ομιλία του ο διοικητής της ΤτΕ κ. Γιάννης Στουρνάρας στην 88η Ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων.
Τα ΜΕΔ ανήλθαν στο τέλος Δεκεμβρίου του 2020 σε 47,4 δισεκ. ευρώ, μειωμένα κατά περίπου 21 δισεκ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2019. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παραμένει υψηλός, 30,2%, έναντι μέσου όρου μόλις 2,6% στην ΕΕ.
Σε σχέση όμως με το Μάρτιο 2016, όταν είχε καταγραφεί ο μεγαλύτερος όγκος ΜΕΔ, έχει επιτευχθεί μείωση κατά περίπου 60 δισεκ. ευρώ, η οποία οφείλεται ως επί το πλείστον σε πωλήσεις δανείων και διαγραφές και πολύ λιγότερο σε εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης.
Ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το 2021 θα είναι 4,2%
Με την ολοκλήρωση του προγράμματος “Ηρακλής” εντός του 2021, εκτιμάται ότι ο λόγος ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων θα υποχωρήσει περίπου στο 25% και ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα, με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα συνολικά εποπτικά κεφάλαια. Σε αυτούς τους δείκτες δεν περιλαμβάνονται τα νέα ΜΕΔ που αναμένεται να προστεθούν στον υφιστάμενο όγκο.
Οι συνέπειες της πανδημίας στον τραπεζικό τομέα αναμένεται να ενταθούν το 2021. Η επίπτωση αφορά κυρίως τη δημιουργία νέων ΜΕΔ, καθώς και την αναμενόμενη επιδείνωση του λόγου των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων προς το σύνολο των εποπτικών κεφαλαίων. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προβλέψει ότι το 2021 θα δημιουργηθούν νέα ΜΕΔ ύψους 8-10 δισεκ. ευρώ. Οι τράπεζες επομένως θα πρέπει να επανεξετάσουν την επάρκεια των προβλέψεών τους έναντι του πιστωτικού κινδύνου. Αν και το ποσοστό κάλυψης από προβλέψεις βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με το μέσο όρο της ΕΕ, είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο κρατών-μελών με υψηλό λόγο ΜΕΔ.
Εκτός από τα “δίδυμα” προβλήματα των ΜΕΔ και των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτή- σεων, οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν και μια σειρά από άλλες σοβαρές προκλήσεις, κοινές όμως και για τις περισσότερες τράπεζες της ευρωζώνης, όπως η χαμηλή οργανική κερδοφορία, λόγω και των χαμηλών επιτοκίων, ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από μη τραπεζικά ιδρύματα, προκλήσεις που πηγάζουν από την ατελή τραπεζική ένωση, καθώς και λοιπές προκλήσεις που συνδέονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και με κυβερνοεπιθέσεις.
Συνεπώς, είναι απαραίτητο να αναληφθούν πρόσθετες ενέργειες οι οποίες θα διευκολύνουν την εμπροσθοβαρή αναγνώριση των ζημιών λόγω αυξημένου πιστωτικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας και την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μαζί με την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
Για το σκοπό αυτό, συμπληρωματικά με το υπό εξέλιξη πρόγραμμα “Ηρακλής”, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει προς την κυβέρνηση τη σύσταση εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company – AMC). Η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος επιλύει ταυτόχρονα και το πρόβλημα των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Η κυβέρνηση εξετάζει τη σκοπιμότητα της ίδρυσης εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, όπως έχει προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος, και παράλληλα έχει αιτηθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την επέκταση του προγράμματος “Ηρακλής”. Στην περίπτωση που δεν επιλεγεί τελικά η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, θα πρέπει να βρεθεί ένας εναλλακτικός τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, συνεπής με την κείμενη νομοθεσία περί κεφαλαιακών απαιτήσεων. Η δέσμευση σημαντικών δημόσιων πόρων υπό τη μορφή κρατικών εγγυήσεων για τη στήριξη των τιτλοποιήσεων των ΜΕΔ των τραπεζών μέσω του προγράμματος “Ηρακλής”, που ορθώς έχει αποφασιστεί, θα πρέπει να εξασφαλίζει την οριστική και ολιστική αντιμετώπιση τόσο του προβλήματος των ΜΕΔ όσο και του προβλήματος του πολύ υψηλού ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών.