της Έλενας Ερμείδου
Ο Σεπτέμβριος κατά παράδοση είναι ο μήνας της ασφαλιστικής αγοράς.
Το Rendez Vous του Μόντε Κάρλο, η Συνάντηση στην Ύδρα. Την σκυτάλη μετά την παίρνει το Baden Baden και πιο μετά η Σιγκαπούρη.
Στον ενδιάμεσο αυτό χρονικό διάστημα, κλείνονται οι συμφωνίες για τους όγκους των συμβολαίων, για τους όρους, τους περιορισμούς, οι τιμές, το ύψος των κινδύνων. Αντασφαλιστές, ασφαλιστές και μεσίτες ασφαλίσεων και αντασφαλίσεων συμμετέχουν στα δρώμενα για να καθορίσουν τον ρου της αγοράς.
Φέτος τίποτα. Από τον καιρό που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κήρυξε τον κορωνοϊό ως πανδημία, ο κανόνας έγινε εξαίρεση και η εξαίρεση κανόνας. Βροχή ακυρώσεων, βροχή τηλεδιασκέψεων και αυτό που δεν περιμέναμε να γίνει, γίνεται. Τα μέτρα συνεχίζονται προκαλώντας μεγάλη ζημιά στην οικονομία. Εξαντλήθηκαν ακόμα και οι μηδαμινές αντοχές της ελληνικής οικονομίας.
Δεν ξέρουμε αν θα χρειαστούν περισσότερες εντατικές για την οικονομία παρά για την υγεία. Το σύστημα θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει να προνοεί και για τα δύο. Το ένα είναι απαραίτητο γι α το άλλο. Τι και αν προσωρινώς συνεργάστηκε το κράτος με την ιδιωτική ασφάλιση, τι και αν γίνονται κάποιες τώρα συζητήσεις για την συνεργασία των ιδιωτικών κλινικών με το κράτος. Καλές αλλά πολύ επιφανειακές.
Η ασφαλιστική αγορά λίγο πριν τις ανακοινώσεις για τον Covid-19 είχε επενδύσει στις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα μια και η Ελλάδα απομακρύνονται από την οικονομική κρίση. Είχε επενδύσει στην αύξηση των εισοδημάτων και στην ενίσχυση της αποταμίευσης. Στις ασφαλίσεις ζωής, τα ομαδικά ασφαλιστήρια. Σε ολοκληρωμένες μορφές συνεργασίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, στις αποδόσεις από τους τίτλους.
Ας πάψουμε να λέμε και να φωνάζουμε το πόσο κερδισμένοι βγήκαμε από τον κορωνοϊό και ας δούμε μπροστά. Η υπομονή, η ηρεμία και η δυνατότητα προσαρμογής για να μετατραπούν σε ισχυρά όπλα θα πρέπει και να ξέρουμε πάνω – κάτω τι θα πρέπει να υπομένουμε. Αν δεν ξέρουμε, αδυνατίζουν οι δυνάμεις μας, δεν χρησιμοποιούμε το μυαλό μας προς ένα δύο στόχους. Δεδομένου, δε ότι ο κόσμος ποτέ δεν θα προσαρμοστεί σε εμάς, πρέπει να είμαστε ευέλικτοι. Ως προς τι όμως ;
Η σημερινή συγκυρία με τα μέτρα να παίρνουν και να δίνουν και όλη αυτή η ανομοιομορφία οδηγεί σε ομιχλώδες τοπία. Αρα ποια είναι θα είναι η πυξίδα για την ασφαλιστική αγορά, πώς μπορούμε να πούμε πως θα κινηθεί αν δεν έχουμε κάτι συγκεκριμένο , παρά μόνο τις συναντήσει ς που γίνονται για τα ιατρικά τιμολόγια;