Σε μείωση των τιμών στόχων των ελληνικών τραπεζών, πλην της Eurobank, προχώρησε η Alpha Finance, διατηρώντας τη σύσταση neutral (ουδετερότητα), καθώς αναμένει ότι τα επιτοκιακά έσοδα θα παραμείνουν υπό πίεση, επηρεάζοντας αρνητικά τους δείκτες RoE.
Οι χαμηλότερες τιμές στόχοι αντανακλούν τις υψηλότερες αποδόσεις των 10 ετών ελληνικών ομολόγων και τη χαμηλότερη πορεία ανάκτησης κερδών.
Όπως επισημαίνει, από τον Φεβρουάριο οπότε υποβάθμισε τη σύστασή της για τον κλάδο σε neutral από outperform, “οι μετοχές των ελληνικών συστημικών τραπεζών έχουν υποχωρήσει κατά 6% κατά μέσο όρο και σήμερα δεν υπάρχει κανένας καταλύτης που μπορεί να την ωθήσει να αλλάξει την άποψή της, καθώς – όπως εξηγεί – αναμένει ότι η πίεση στα καθαρά επιτοκιακά έσοδα (NII) θα οδηγήσει σε υποτονικά καθαρά έσοδα και RoEs (απόδοση ιδίων κεφαλαίων) για τα επόμενα δύο χρόνια. Έτσι προσαρμόζει χαμηλότερα τις τιμές στόχων, με εξαίρεση την Eurobank, όπου βλέπει υψηλότερα RoEs μακροπρόθεσμα.
Ειδικότερα, για την Eurobank δίνει τιμή στόχο το 1,05 ευρώ από 0,968 ευρώ πριν, για την Εθνική μειώνει την τιμή στόχο στο 0,34 ευρώ από 0,286 πριν και για την Πειραιώς μειώνει την τιμή στόχο στα 3,50 ευρώ από 2,94 ευρώ πριν. Τα περιθώρια ανόδου για τις τρεις τράπεζες (πλην της Alpha Bank την οποία δεν καλύπτει) τοποθετούνται στο 9% με 19%.
Από τον Ιανουάριο οπότε εγκατέλειψε την προτίμησή της για την Εθνική Τράπεζα, η μετοχή της έχει υποαποδόσει σε σχέση με τις υπόλοιπες του κλάδου κατά 5%. Όπως επισημαίνει, η στάση της για την τράπεζα δεν αλλάζει καθώς τα καλύτερα χαρακτηριστικά της Εθνικής Τράπεζας αντανακλώνται ήδη στις αποτιμήσεις καθώς διαπραγματεύεται με TBV στο 0,46, έναντι 0,40 για τη Eurobank και 0,20 για την Πειραιώς.
Ενώ η Πειραιώς μπορεί να είναι ένα ενδιαφέρον trade αναδιάρθρωσης, οι κίνδυνοι εκτέλεσης είναι υψηλοί, οι αναμενόμενοι δείκτες RoE είναι ιδιαίτερα χαμηλοί και η επιβάρυνση των CoCos εξακολουθεί να υπάρχει, επομένως μπορεί να δικαιολογηθεί το discount στις αποτιμήσεις της. Για την Eurobank, ενώ πιστεύει ότι από λειτουργική άποψη έχει επιδείξει καλύτερες επιδόσεις από ό,τι οι υπόλοιπες, η αποτίμησή της δεν προσφέρει σήμερα ένα συγκρίσιμο πλεονέκτημα.