του Λουκά Β. Παπαϊωάννου, Οικονομολόγου/Corporate Advisor Mc Banking & Finance

Η τελευταία αδύναμη αντίδραση της ελληνικής αγοράς και οι συνεχιζόμενοι χαμηλοί όγκοι συναλλαγών, κυρίως στις ανοδικές αντιδράσεις, μας προϊδεάζουν για μια ταραχώδη πορεία στο άμεσο μέλλον. Τα αναμενόμενα σημάδια για μια δύσκολη και επίπονη συνέχεια μετατρέπονται με γοργό ρυθμό σε αρνητικά οικονομικά στοιχεία, όπως:

 

  • Η αύξηση των απλήρωτων φόρων κατά 1 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020 (πριν το lockdown). Συνεπαγόμενο αποτέλεσμα είναι οι ληξιπρόθεσμοι οφειλέτες του Δημοσίου να ανέρχονται, πλέον, σε σχεδόν 4 εκατομμύρια φορολογουμένους, με αυτούς που έχουν υποστεί διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης να φθάνουν τους 1,27 εκατ. οφειλέτες.
  • H κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος τον Απρίλιο παρουσίασε πτώση -14% σε σχέση ήδη με το -10% του Μαρτίου, λόγω του lockdown, σε μεγάλες ενεργοβόρες επιχειρήσεις, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τη βιομηχανική παραγωγή.
  • Το -9,1% του Γενικού Δείκτη τιμών βιομηχανίας σε σχέση με τον Μάρτιο του 2019 και το -7,4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα δείχνουν ότι τα πράγματα θα χειροτερεύσουν περισσότερο πριν αρχίσουν να γίνονται καλύτερα.

 

Η πτώση διακίνησης επιβατών στους αερολιμένες της χώρας που διαχειρίζεται η Fraport (κυρίως στο «Ελ. Βενιζέλος») έφτασε τον Απρίλιο στο 99%, αναγκάζοντας την εταιρεία να ζητήσει παράταση καταβολών για ένα εξάμηνο, δεδομένου του ότι, ακόμη, δεν ξέρουμε πότε θα ξεκινήσει η επανέναρξη του πτητικού προγράμματος των αεροπορικών εταιρειών.

Οι εκθέσεις που ανακοινώνονται από διεθνείς οίκους για τις επιπτώσεις του ελληνικού τουρισμού από τον Covid-19 είναι άκρως απαισιόδοξες. Καθώς αρχίζουν να διαρρέουν και τα σχεδιαζόμενα πρωτόκολλα λειτουργίας στα ξενοδοχεία αλλά και στις παρεπόμενες υπηρεσίες (εστίαση-μεταφορές-διασκέδαση), γίνεται αντιληπτή η δυσκολία εφαρμογής τους, αλλά και η αγωνία των εμπλεκομένων. Έτσι, μεγάλες μονάδες αλλά και αρκετές επιχειρήσεις σκέπτονται να μην ανοίξουν καν, με ό,τι συνεπάγεται αυτό…

Ο αριθμός εργαζομένων και κλάδων που δικαιολογημένα ζητούν ενίσχυση και προστασία είναι τόσο μεγάλος και οι πόροι τόσο συγκεκριμένοι –ακόμα και με τα διάφορα πακέτα που έχουν ανακοινωθεί–, που είναι πασιφανές ότι το χρέος ως προς το ΑΕΠ δύσκολα θα διατηρηθεί στο τέλος του 2020 κάτω από το 200%.

Αν σε όλα τα παραπάνω προβλήματα που αναφέραμε, δειγματοληπτικά και όχι περιοριστικά, προσθέσουμε και:

 

  • την ευρωπαϊκή πεπατημένη των ημιμέτρων και της μετάθεσης σημαντικών αποφάσεων για την περαιτέρω ενίσχυση της ευρωπαϊκής οικονομίας στο απώτερο μέλλον,
  • τις συνεχόμενες προσπάθειες του γερμανικού μπλοκ, ακόμη και μέσω αποφάσεων εθνικών δικαστηρίων, για βραχυκύκλωση των προσπαθειών της Κομισιόν και της ΕΚΤ, ενίσχυσης και αύξησης της ρευστότητας ύψους 500 δισ. ευρώ και συνέχισης των αγορών ομολόγων, αλλά και μπλοκαρίσματος των προγραμμάτων PEPP, γίνεται σαφές σε όλους τους εμπλεκομένους ότι θα χρειαστεί μεγαλύτερη προσπάθεια για να εξομαλυνθούν οι επερχόμενες αρνητικές παρενέργειες, αλλά και για να επανέλθει η κοινοτική αλληλεγγύη στο μυαλό των Ευρωπαίων πολιτών του Νότου.

 

Παρά τα ανωτέρω, ευτυχώς (κυρίως λόγω ΕΚΤ), η εμπιστοσύνη των αγορών δεν έχει εγκαταλείψει την ελληνική οικονομία και τη χώρα, αναμένοντας σωστούς χειρισμούς και ρηξικέλευθες οικονομικές πολιτικές (out of the box) από την κυβέρνηση για να συνεχίσουν να τη δίνουν, βοηθώντας έτσι στη γρηγορότερη ανάκαμψη.

Έτσι, η ελληνική ομολογιακή αγορά παραμένει αμετάβλητη σε σχέση με μία βδομάδα πριν, με το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου να κινείται πέριξ του 2,2%.

Τα εταιρικά ομόλογα συνεχίζουν να εμφανίζουν τιμές χαμηλότερες του 100, αποτυπώνοντας την ανησυχία που επικρατεί στην αγορά εταιρικού χρέους, με το ομόλογο της ΑΡΑΙΓ να συνεχίζει να πιέζεται κάτω από τις 78 μονάδες βάσης.

Έτσι, το ελληνικό χρηματιστήριο, στις τέσσερις τελευταίες συνεδριάσεις της εβδομάδας, κινήθηκε πλευρικά μεταξύ των 595 και των 615 μονάδων, με χαμηλούς όγκους, υποδηλώνοντας ότι ο «πόλεμος» θα είναι πολύμηνος, δύσκολος και με υψηλή μεταβλητότητα.

…………………….

 

Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK, 12/05/2020