Υπό το βάρος των διαδοχικών προβλέψεων των επενδυτικών οίκων για τον κίνδυνο ύφεσης στο πρώτο εξάμηνο του έτους και τις βάσιμες ανησυχίες για «ντόμινο», που θα πυροδοτήσει το crashdown μεγάλου αριθμού ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Η κατάρρευση του Stoxx 600 Banks σε ιστορικά χαμηλά «μετρά» ακριβώς αυτό το βάρος που καλείται να διαχειριστεί ήδη το χρηματοπιστωτικό σύστημα και ο επενδυτικός-επιχειρηματικός χώρος.
Εσπευσμένες είναι οι ενέργειες του Εποπτικού Μηχανισμού, προκειμένου να τροφοδοτηθεί άμεσα με ρευστότητα η αγορά, αλλά και το σύστημα, προκειμένου να αποφευχθεί το meltdown που διαγράφηκε στο sell-off μετοχών των Deutsche Bank, BNP Paribas, Unicredit, Bankia κ.ά.
Αναπόφευκτη είναι η ματαίωση των ελέγχων κεφαλαιακής επάρκειας των ευρωπαϊκών τραπεζών, τόσο αυτών που παρακολουθεί η European Banking Authority όσο και η European Central Bank, καθώς, ακόμη και με τις παραδοχές του δυσμενούς σεναρίου, δεν θα μπορούσαν να καλυφθούν ούτε καν σε μέρος των απωλειών που υφίσταντο οι τράπεζες μέχρι το βράδυ της Τρίτης. Οπότε και τέθηκε επί τάπητος το ενδεχόμενο της ματαίωσης των stress tests. Το ενδεχόμενο έγινε βεβαιότητα, όταν αργά το μεσημέρι της Τετάρτης ο Κλάους Ρέγκλινγκ ενημερώθηκε πως στη συνέχεια της ημέρας ο ΠΟΥ θα περνούσε στην επόμενη φάση, δηλαδή τον χαρακτηρισμό της κατάστασης σε πανδημία. Οι όποιες ελάχιστες επιφυλάξεις ξεπεράστηκαν με τις εξαγγελίες Τραμπ και με τα μηνύματα που έφθαναν στη Φραγκφούρτη για μαζικό ξεπούλημα σε κάθε είδους ευρωπαϊκά assets, και δη του τραπεζικού κλάδου.
Η δε απόφαση της ΕΚΤ να μην ακολουθήσει τις FeD και BoE στη μείωση των επιτοκίων, υπό τη σφοδρή αντίδραση του Βερολίνου, οδήγησε την Κριστίν Λαγκάρντ στις εξαγγελίες, που, αντί να αμβλύνουν –έστω λίγο– τις σφοδρές πιέσεις, τις κατέστησαν ακόμη πιο έντονες.
Από ό,τι φαίνεται, ο Γερμανός επικεφαλής του SSM είχε έτοιμο και δεύτερο και τρίτο εναλλακτικό σχέδιο, που προέβλεπε δράσεις σε δύο φάσεις. Καταρχάς να υποστηριχθεί το τραπεζικό σύστημα της Ιταλίας, να χρηματοδοτηθούν άμεσα (και απευθείας) επιχειρήσεις, προκειμένου να εκπληρώσουν τις δανειακές υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες.
Το μηνυμα του SSM προς κάθε εθνική κεντρική τράπεζα ήταν σαφές: «άμεση χρηματοδότηση του επιχειρείν, ώστε να αποφευχθεί ο συνολικότερος εκτροχιασμός του συστήματος».
Παράλληλα, η ΕΚΤ προχωρά ήδη σε αγορές κρατικών ομολόγων σε αυξημένα όρια, προετοιμάζοντας ήδη προγράμματα αγοράς εταιρικών ομολόγων, ενώ πρόταση για επέκταση του μέτρου και με αγορές μετοχών απορρίφθηκε πριν καν συζητηθεί. Σε αυτό το πλαίσιο προσαρμόστηκε και η Αθήνα, με συντονισμένες ενέργειες από την πλευρά τόσο του οικονομικού επιτελείου όσο από την Τράπεζα της Ελλάδος και τους επικεφαλής των συστημικών τραπεζών.
Άμεση ήταν η προτροπή προς το εγχώριο banking να ενεργοποιήσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που είχαν προγραμματιστεί για τη χρηματοδότηση του επιχειρείν, καθιστώντας εμπροσθοβαρές ένα ποσό 2-4 δισ. (από το σύνολο των 12-14, που αρχικά είχαν σχεδιαστεί). Στο τραπέζι τέθηκαν στο «και πέντε» διάφορα σχέδια, βάσει των οποίων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ένα μέρος από το λεγόμενο «μαξιλάρι ρευστότητας» (ενημερώθηκε ήδη ο Κλάους Ρέγκλινγκ), να μειωθούν δραστικά οι βασικοί συντελεστές ιδίων κεφαλαίων προκειμένου να χαλαρώσουν οι υποχρεώσεις/δεσμεύσεις των τραπεζών προς την ΕΚΤ και τον ΕΜΣ με το περιθώριο που θα προκύψει να δοθεί στην επιχειρηματικότητα μέσα στις επόμενες μία-τρεις εβδομάδες.
Νέος γύρος επαφών σε κεντρικό επίπεδο γίνεται συνεχώς από την Παρασκευή, ενώ με τη συνεκτίμηση της κατάστασης το Σαββατοκύριακο και χθες, Δευτέρα, κυβέρνηση και οικονομικό επιτελείο προχωρούν μέρα με τη μέρα
Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK, 17/03/2020