Περαιτέρω βελτίωση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους επιφέρει το swap μεταξύ Δημοσίου και Εθνικής Τράπεζας, ενώ, παράλληλα, είναι επιβοηθητικό της μελλοντικής εξόδου της χώρας στις αγορές.
Αυτό αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, για την επαναγορά από την Εθνική Τράπεζα τριών κρατικών ομολόγων, συνολικής ονομαστικής αξίας περίπου 3,3 δισ. ευρώ και αξίας αγοράς περίπου 3,8 δισ. ευρώ, με μέσο σταθερό ονομαστικό επιτόκιο 3,5% και μέση υπολειπόμενη φυσική διάρκεια 5,4 έτη, που είχαν εκδοθεί τον Μάρτιο του 2019, μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης. Η εν λόγω επαναγορά έγινε με έκδοση ενός νέου ομολόγου διάρκειας 30 ετών, ίσης συνολικής ονομαστικής αξίας και αξίας αγοράς και ονομαστικό επιτόκιο 3,25%.
Απαριθμώντας τα θετικά αποτελέσματα από αυτήν την κίνηση, ο υπουργός αναφέρει τα εξής:
*Είναι δημοσιονομικά και ταμειακά ουδέτερη για το Δημόσιο.
*Μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος αναχρηματοδότησης του Δημοσίου, αφού λήξεις ομολόγων με μέση διάρκεια 5,5 ετών αντικαθίστανται με ομόλογα λήξης 2050.
*Είναι μία εμβληματική έκδοση που βοηθά στην ανατιμολόγηση, επί τα βελτίω, του συνόλου της ελληνικής καμπύλης για όλες τις μικρότερες διάρκειες των 30 ετών.
*Είναι επιβοηθητική ως προς τη μελλοντική εκδοτική δραστηριότητα του Δημοσίου.
*Για τη νέα έκδοση δεν καταβλήθηκε κάποιου είδους προμήθεια.
*Προέκυψε σημαντικό όφελος αναφορικά με το κόστος νέου δανεισμού του Δημοσίου για διάρκεια 30 ετών.
*Το Δημόσιο επέλεξε να επεκτείνει τη ληκτότητα μέρους του χρέους του σε 30 έτη, με σταθερό επιτόκιο, σε ένα περιβάλλον ιστορικά χαμηλών επιτοκίων, ενώ ταυτόχρονα αντιστάθμισε επιτοκιακό κίνδυνο.
*Η συναλλαγή επιφέρει περαιτέρω βελτίωση των δεικτών βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, τόσο αναφορικά με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ όσο και με τον λόγο των ετήσιων μικτών χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου προς το ΑΕΠ.
Επιπλέον, η συναλλαγή βελτιώνει σημαντικά την κερδοφορία της Εθνικής Τράπεζας για το τρέχον έτος, με αποτέλεσμα την κάλυψη μεγάλου μέρους των κεφαλαιακών αναγκών της, γεγονός που αφ’ ενός είναι επιβοηθητικό για τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα μείωσης μη εξυπηρετούμενων δανείων «Ηρακλής» και αφ’ ετέρου αποτελεί όφελος για τους μετόχους της τράπεζας, σημαντικότερος των οποίων είναι το Δημόσιο, αφού κατέχει αμέσως ή εμμέσως πλέον του 40% του συνόλου των μετοχών της. Τέλος, για την εν λόγω συναλλαγή είχαν ενημερωθεί αναλυτικά και είχε ληφθεί η σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων εθνικών και ευρωπαϊκών θεσμών, πριν από τη σύναψή της.
«Το υπουργείο Οικονομικών συνεχίζει, με σταθερότητα και σύνεση, τη σταδιακή εφαρμογή του εγκεκριμένου δανειακού και διαχειριστικού προγράμματος για το έτος 2020, επιτυγχάνοντας τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα», καταλήγει η δήλωση του υπουργού.