Περί τα 12 εκατομμύρια ευρώ θα στοιχίσει η αναμόρφωση/αξιοποίηση του Αρσακείου Μεγάρου, ενώ οι εργασίες ανακαίνισης θα ξεκινήσουν σε 10 μήνες.
Αυτό ανακοίνωσαν πριν από λίγο, η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία και η εταιρεία LEGENDARY FOOD, στη Στοά του Βιβλίου, παρουσιάζοντας τη Συμφωνία και το Πρόγραμμα Αξιοποίησης του Αρσακείου Μεγάρου. Είχε προηγηθεί τον Ιανουάριο του 2018 διεθνής διαγωνισμός τον οποίο κέρδισε η LEGENDARY FOOD με ετήσιο μίσθωμα 1.2 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η συμφωνία μεταξύ των δύο μερών υπογράφτηκε στις 22 Ιουλίου 2019 και προβλέπει ενοικίαση για 37 χρόνια. Στόχος του Προγράμματος είναι οι Στοές Βιβλίου και Ορφέως να ανακτήσουν τον κεντρικό ρόλο που είχαν στη ζωή της πρωτεύουσας μέσω της δημιουργίας ενός σύγχρονου πολιτισμικού και γαστρονομικού εμπορικού κέντρου, το οποίο θα είναι συνώνυμο της ελληνικής ποιοτικής διατροφής και του υγιεινού τρόπου ζωής.
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, δήλωσε: «Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία είναι πεπεισμένη ότι με αυτή τη συνεργασία επιτυγχάνεται η προβολή του ελληνικού γαστρονομικού πολιτισμού, που κορυφώνεται στην ελληνική μεσογειακή διατροφή με βάση τα προϊόντα της πατρίδας μας. Το Μέγαρο Αρσακείου με αυτή τη δραστηριότητα είναι βέβαιο ότι θα καταστεί και πάλι σημείο αναφοράς με την παλιά του αίγλη και θα βοηθήσει στην αναβάθμιση του κέντρου της πρωτεύουσας. Προς τούτοις η Φ.Ε προσβλέπει στον παιδευτικό και τον πολιτιστικό χαρακτήρα που θα επαναποκτήσει ο χώρος του Αρσακείου Μεγάρου με την επίσκεψη μαθητών οι οποίοι θα ενημερώνονται για τη σημασία των ελληνικών προϊόντων διατροφής. Τέλος, το εισόδημα από το ετήσιο μίσθωμα θα μας βοηθήσει σημαντικά στη χρηματοδότηση των εκπαιδευτικών δράσεων των σχολείων μας».
Ο κ. Άρης Κεφαλογιάννης, CEO της LEGENDARY FOOD, δήλωσε: «Η Ελληνική Μεσογειακή διατροφή αποτελεί το μεγαλύτερο αναξιοποίητο εθνικό μας κεφάλαιο, ενώ οι βασικές της αξίες ανταποκρίνονται ιδανικά στις σημαντικότερες διεθνείς τάσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο καταναλωτής αναζητά την «ευζωία» και την περιβαλλοντική αειφορία. Την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα έχει καταφέρει να κάνει άλματα προόδου στη γαστρονομία. Οι Έλληνες παραγωγοί, που αποτελούν ένα από τα εν δυνάμει πιο εξωστρεφή κομμάτια της εθνικής οικονομίας, έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν την ποιότητα των προϊόντων τους και να πρωταγωνιστήσουν σε διεθνές επίπεδο. Ταυτόχρονα, ταλαντούχοι σεφ ήδη αξιοποιούν τον πλούτο της ελληνικής γης και στήνουν μενού που διαφημίζουν δυναμικά τις γεύσεις του τόπου μας. Στόχος μας είναι να συνδυάσουμε όλες τις ελπιδοφόρες δυνάμεις και με σεβασμό στην ιστορία του Αρσακείου Μεγάρου να δημιουργήσουμε έναν γαστρονομικό κόμβο ο οποίος θα προβάλλει την ελληνική μεσογειακή διατροφή και θα εκπαιδεύει τους πολίτες των Αθηνών, τους Έλληνες και τους ξένους επισκέπτες στα πολλαπλά οφέλη της».
Το Πρόγραμμα Αξιοποίησης του Αρσακείου Μεγάρου περιλαμβάνει την αναδιαμόρφωση της Στοάς Βιβλίου, της Στοάς Ορφέως και του Αίθριου του Αρσακείου, συνολικής έκτασης 11.000 τ.μ., ενώ παραμένουν ως έχουν οι χώροι που μισθώνει από το 1984 το Συμβούλιο της Επικρατείας. Στον σύγχρονο γαστρονομικό κόμβο, εκτός από εστιατόρια και εμπορικά καταστήματα που θα φιλοξενούν γνωστές ελληνικές εταιρείες αλλά και μικρούς Έλληνες παραγωγούς, θα πραγματοποιούνται και εκπαιδευτικές-πολιτιστικές δράσεις, όπως είναι εργαστήρια για τη γευσιγνωσία ελαιόλαδου και κρασιού, μαθήματα από καταξιωμένους σεφ σε μικρά παιδιά και θεματικοί διάλογοι-ανοιχτές συζητήσεις γύρω από την ελληνική διατροφή.
Πιο συγκεκριμένα, το επιχειρηματικό σχέδιο χωρίζεται σε δύο φάσεις. Η πρώτη, περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός πολυκαταστήματος που θα προσφέρει τα καλύτερα ελληνικά προϊόντα από όλη τη χώρα, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο διέξοδο στην αγορά τους μικρούς παραγωγούς ποιοτικών προϊόντων. Επίσης, προβλέπει τη λειτουργία εστιατορίων και ταχυφαγείων που θα εκφράζουν τη διεθνή τάση «fine fast food», συγκεντρώνοντας στη Στοά όλους τους καλούς Έλληνες σεφ, την ίδρυση Σχολής ελληνικής μαγειρικής, και την κατασκευή ενός e-shop μέσω του οποίου τα ελληνικά προϊόντα θα είναι διαθέσιμα παγκοσμίως.
Μετά την ριζική ανακαίνιση του Αρσακείου Μεγάρου, η οποία βάσει αδειοδοτήσεων αναμένεται να υλοποιηθεί εντός 20 μηνών, θα ξεκινήσει η δεύτερη φάση του επιχειρηματικού σχεδίου με στόχο την επέκταση του πολυχώρου μέσω franchise σε μεγάλες πόλεις, όπως είναι η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και το Τόκιο. Για να υποστηριχθεί η επέκταση, ένα fund θα επενδύσει στην πρωτογενή παραγωγή με σκοπό να δημιουργηθούν ομάδες παραγωγών που θα χρησιμοποιηθούν βέλτιστες πρακτικές. Η οικονομία κλίμακας που θα προκύψει από τις συνέργειες σε συνδυασμό με την υιοθέτηση αειφόρων πρακτικών θα οδηγήσει στην παραγωγή ανταγωνιστικών και ποιοτικών προϊόντων που θα σέβονται το περιβάλλον και θα αποφέρουν καλό εισόδημα στον παραγωγό. Ύστερα από την ολοκλήρωση και της δεύτερης φάσης, τα ελληνικά προϊόντα θα έχουν μία πρεσβεία που θα τα προωθεί παγκοσμίως και οι εγχώριοι παραγωγοί θα έχουν αποκτήσει μία μόνιμη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.