Του ΧΡΗΣΤΟΥ Ν. ΚΩΝΣΤΑ

Από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα, οι ελληνικές τράπεζες έχασαν περίπου 50% της χρηματιστηριακής τους αξίας, με έναν ύποπτα μικρό όγκο συναλλαγών. Καθημερινά δημοσιεύονται εκθέσεις κι εκτιμήσεις για το ενδεχόμενο να χρειαστούν νέα ανακεφαλαιοποίηση δημιουργώντας εύλογες ανησυχίες στους καταθέτες και τους μετόχους τους.

Από το 2012 μέχρι σήμερα, οι τράπεζες ενισχύθηκαν με κεφάλαια ύψους 67 δις ευρώ από τα οποία τα 45,5 δις έβαλε το ελληνικό δημόσιο ενώ το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί ανακτήσιμα μόνο τα 5,5 δις Ευρώ.

 Σήμερα, παρά τα όσα τεχνηέντως «διαρρέουν», οι Ελληνικές τράπεζες δεν χρειάζονται κεφάλαια. Η κεφαλαιακή τους επάρκεια είναι υπερδιπλάσια του μέσου ευρωπαϊκού όρου.

 Υπάρχει πραγματικά ένα ερωτηματικό όσον αφορά την ποιότητα αυτών των κεφαλαίων (επειδή ένα μεγάλο κομμάτι αφορά τον αναβαλλόμενο φόρο και την αξιοπιστία του ελληνικού Κράτους), αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν πρόβλημα επάρκειας κεφαλαίων.

 Οι Ελληνικές τράπεζες πρέπει ωστόσο να αλλάξουν δραματικά τον τρόπο λειτουργίας τους.

·        Πρέπει να ξαναγίνουν τράπεζες δηλαδή να λειτουργούν προς όφελος των καταθετών  και των μετόχων τους.

.   Πρέπει να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη ώστε να προσελκύσουν νέους καταθέτες, νέους μετόχους και νέους επενδυτές.

Ο τρόπος που διαχειρίστηκαν οι ελληνικές τράπεζες τις μεγάλες προκλήσεις του παρελθόντος (υποθέσεις δανείων όπως Μαρινόπουλος, Λαυρεντιάδης, μεγάλες Τουριστικές επιχειρήσεις, Αγροτική κλπ) απέδειξε πως κύριο μέλημα των διοικήσεων ήταν η εξυπηρέτηση στενών ιδιοτελών συμφερόντων και όχι των μετόχων και των καταθετών.

Αποτελεί κοινό ευρωπαϊκό στόχο, ότι το 2019 θα θεσπισθεί η συνολική εγγύηση καταθέσεων σε ολόκληρη Ευρωζώνη, με στόχο την ελαχιστοποίηση των κινδύνων στο Ευρωσύστημα

Οι καταθέτες έσπευσαν να αποσύρουν τις αποταμιεύσεις τους και σήμερα διατηρούν τουλάχιστον 25 δις Ευρώ σε μετρητά και 100 δις σε καταθέσεις εξωτερικού. Οι μέτοχοι και οι ομολογιούχοι των τραπεζών έχασαν πολλές φορές τα λεφτά τους και σήμερα αποτελούν ζωντανή δυσφήμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.

Αυτή την εποχή η Ευρωζώνη κινείται ταχύτατα προς την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ολοκλήρωση. Με μεγάλες δυσκολίες έχουν πειστεί οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί και άλλοι δορυφόροι στους ενιαίους κανόνες Εποπτείας και Διάσωσης ευρωπαϊκών τραπεζών στο μέλλον (Supervision και Resolution). Αποτελεί κοινό ευρωπαϊκό στόχο, ότι το 2019 θα θεσπισθεί η συνολική εγγύηση καταθέσεων σε ολόκληρη Ευρωζώνη, με στόχο την ελαχιστοποίηση των κινδύνων στο Ευρωσύστημα.

Τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν οι 4 συστημικές τράπεζες της χώρας είναι πλέον συγκεκριμένα: 

1.     Πρέπει να μειώσουν θεαματικά το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ο στόχος αυτός είναι καθοριστικός για την ανάπτυξη της οικονομίας και κάθε σύγχρονη διαθέσιμη μέθοδος (πώληση δανείων, πλειστηριασμοί, νέες εταιρείες διαχείρισης) πρέπει να χρησιμοποιηθεί .

2.     Να ρευστοποιήσουν συμμετοχές και δραστηριότητές τους τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Πρώτον για να συγκεντρώσουν κεφάλαια απαραίτητα για τη λειτουργία τους, δεύτερον για να μειώσουν τον επενδυτικό κίνδυνο που έχουν αναλάβει.

3.     Θα πρέπει να επικεντρωθούν στην παραδοσιακή τραπεζική που σημαίνει προσέλκυση καταθέσεων και αναπτυξιακή χρηματοδότηση στην ελληνική οικονομία με νέου τύπου δάνεια και νέες μεθόδους risk management. Αυτό σημαίνει λιγότερα καταστήματα, λιγότερους υπαλλήλους, μικρότερο λειτουργικό κόστος, μεγάλες επενδύσεις σε σύγχρονα συστήματα αξιολόγησης κινδύνου και διαχείρισης πελατών.

 Οι τράπεζες κολοσσοί εξαφανίζονται τόσο στην Ευρώπη, πολύ περισσότερο στην Ελλάδα.

 Οι Ελληνικές τράπεζες θα πουλήσουν θυγατρικές (χρηματιστηριακές, αμοιβαία κεφάλαια, γραφεία private banking στο εξωτερικό) για να μπορέσουν να διαχειριστούν το μεγάλο κόστος απομείωσης των ενεχύρων που θα προκύψει κατά το ξεκαθάρισμα των «κόκκινων δανείων».

Τα «κόκκινα δάνεια» θα μειώνονται, μαζί όμως θα μειώνεται και η αξία των περιουσιακών στοιχείων που είχαν οι τράπεζες ως εγγύηση.

 Από την πρωτοχρονιά του 2018, στο πλαίσιο της υποχρεωτικής εφαρμογής του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9),  οι τράπεζες θα πρέπει πλέον να σχηματίζουν προβλέψεις απομείωσης πιστωτικού κινδύνου όχι με βάση συντελεσθείσες, αλλά αναμενόμενες ζημιές, τις οποίες όμως θα μπορούν να τις αποσβέσουν σε βάθος πενταετίας, δηλαδή έως και το 2023. Οι πρόσθετες προβλέψεις που θα σχηματίσουν οι τράπεζες από το ΔΠΧΑ 9 θα κινηθούν στην περιοχή των 6-7 δισ. ευρώ.

 Για μία ακόμη φορά, υπογραμμίζεται ότι σήμερα οι τράπεζες στην Ελλάδα δεν έχουν ανάγκη νέων κεφαλαίων αλλά νέων μεθόδων και τρόπου λειτουργίας και διοίκησης.

Αν δεν το καταφέρουν αυτό σύντομα, οι ελληνικές τράπεζες θα εξαγορασθούν έναντι πινακίου φακής από τους πολλούς πρόθυμους αλλοδαπούς επενδυτές που απλώς περιμένουν το επόμενο παραπάτημα για να επωφεληθούν.