Σε νέες εκτιμήσεις όσον αφορά τις “ορέξεις” της αμερικανικής αγοράς προχώρησε η κορυφαία επενδυτική τράπεζα Citigroup Inc.
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι αμερικανικές εταιρείες αναζητούν νέες “υπερ-ατλαντικές” συμφωνίες με αφορμή το ισχυρό δολάριο, ένα ευκολότερο ρυθμιστικό καθεστώς και ένα διευρυνόμενο χάσμα στα multiples με τα οποία αποτιμώνται οι διεθνείς εταιρείες.
Τα υψηλά multiples με τα οποία διαπραγματεύονται οι αμερικανικές εταιρείες έχουν ασκήσει πίεση στα διοικητικά συμβούλια, με τους μετόχους να επιδιώκουν και να επιζητούν την ανάπτυξη προκειμένου να δικαιολογήσουν τις τιμές των μετοχών από τις οποίες προσδοκούν μεγάλα μελλοντικά κέρδη, σύμφωνα με τον Vis Raghavan, ο οποίος ηγείται του νεοσύστατου τραπεζικού τμήματος της Citigroup.
Τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια υστερούν έναντι των ΗΠΑ, δημιουργώντας ελκυστικούς στόχους εξαγορών για τις αμερικανικές εταιρείες. “Έχετε εταιρείες-διαμάντια – μερικές φορές εμείς τις χαρακτηρίζουμς ως καλές κατοικίες σε κακές γειτονιές – οι οποίες έχουν κέρδη, πλην ομως παγιδεύονται σε ορισμένες δικαιοδοσίες όπου παρατηρείται απομείωση της αποτίμησής τους“, πρόσθεσε.
«Οι αμερικανικές εταιρείες τις προσέχουν, οι ιδιωτικές μετοχές κοιτάζουν προς αυτά τα “διαμάντια”» είπε. Οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές άρχισαν να ανακάμπτουν το 2024, καθώς η πρόσβαση σε φθηνότερη χρηματοδότηση άρχισε να απελευθερώνει τη δεσμευμένη ζήτηση για συναλλαγές. Πολλοί διαπραγματευτές έχουν πει ότι η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα βοηθήσει να αναζωπυρωθεί αυτή η ανάκαμψη. Ωστόσο, η γεωπολιτική αστάθεια θα μπορούσε να αποδειχθεί εμπόδιο για τη σύναψη συμφωνιών, εάν επικρατήσουν προστατευτικές συμπεριφορές, προειδοποίησε ο Ραγκάβαν.
Η δραστηριότητα των εξαγορών και των συγχωνεύσεων θα διαμορφωθεί από τις ενέργειες της προεδρίας Τραμπ, καθώς οι αγορές προσπαθούν να κατανοήσουν τα συχνά αντιφατικά σήματα της νέας κυβέρνησης. Η JPMorgan Chase & Co. έχει δημιουργήσει μια αίθουσα ειδική για να παρακολουθεί τις πολιτικές εξελίξεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους πελάτες της.