Η τελευταία Έκθεση Barometer ICS που δημοσιεύτηκε από το Διεθνές Επιμελητήριο Ναυτιλίας aναφέρει ότι η γεωπολιτική αστάθεια και οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο αποτελούν σοβαρά σημεία ανησυχίας για τον κόσμο της ναυτιλίας (βλ. διάγραμμα παρακάτω).

Η έρευνα με τη συμμετοχή άνω των 100 παγκόσμιων ηγετών της ναυτιλιακής βιομηχανίας σε μια τριετία αναλύει τις μεταβολές του αισθήματος από έτος σε έτος σχετικά με καίρια ζητήματα που επηρεάζουν τις εταιρείες.

Παρά τις ασταθείς αγορές που αντιμετώπισε η ναυτιλία τη δεκαετία του 2020 με πανδημίες και πολέμους, το βαρόμετρο παρακολουθεί τη σταθερά αυξανόμενη εμπιστοσύνη μεταξύ των ναυτιλιακών ηγετών στην ικανότητά τους να αντιμετωπίσουν τις σημερινές απρόβλεπτες, δύσκολες συνθήκες λειτουργίας.

Τομείς ανησυχίας για τους ερωτηθέντες στην τελευταία περίοδο της έρευνας περιλαμβάνουν την πρόσφατη αύξηση της γεωπολιτικής αστάθειας, η οποία θεωρείται “πολλαπλασιαστής” κινδύνου, κακόβουλες φυσικές επιθέσεις και επιθέσεις στον κυβερνοχώρο από κρατικούς και μη κρατικούς παράγοντες, καθώς και ενημερώσεις σε παγκόσμιο και/ή περιφερειακό ρυθμιστικό περιβάλλον και διαθεσιμότητα καυσίμων και υποδομών που οδηγούν στην απαλλαγή από τις εκπομπές CO2.

Ο Emanuele Grimaldi, πρόεδρος του ICS, σχολίασε: «Βρισκόμαστε σε μια περίοδο βαθιάς μεταμόρφωσης—που χαρακτηρίζεται από απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα, αυξημένους κινδύνους για την ασφάλεια και εξελισσόμενους κανονισμούς.

Αυτό που δείχνει αυτή η προοπτική που βασίζεται σε δεδομένα είναι ότι η πολιτική και η σαφήνεια είναι το κλειδί. Αυτή η έκθεση παρακολουθεί την πρόοδο του κλάδου μας, ενώ σημειώνει επίσης βασικά σημεία πίεσης – όπως η διαθεσιμότητα δημόσιας χρηματοδότησης για πράσινες πρωτοβουλίες και ο αντίκτυπος των μέτρων που βασίζονται στην αγορά – τα οποία συνεχίζουν να απαιτούν μεγαλύτερη προσπάθεια συνεργασίας μεταξύ των ηγετών του κλάδου, της κυβέρνησης, φορέων και διεθνών εταίρων».

Ο προστατευτισμός θεωρήθηκε επίσης ως ένας αυξανόμενος κίνδυνος, ο οποίος οδηγείται από τη γεωπολιτική αστάθεια, τις ανησυχίες για την εθνική ενεργειακή ασφάλεια, τις παγκόσμιες και περιφερειακές οικονομικές κρίσεις και τα κίνητρα της κυβέρνησης στη μεταποίηση που ευνοούν την τοπική παραγωγή.

Η διαθεσιμότητα εκπαιδευμένου πληρώματος και προσωπικού για ορισμένους ρόλους παραμένει μια συνεχής ανησυχία, με ενδεχόμενο περαιτέρω αντίκτυπο στις επιχειρήσεις καθώς η αυξημένη γεωπολιτική αστάθεια επηρεάζει τις προσπάθειες “στρατολόγησης” και διατήρησης εργαζομένων κατά τα επόμενα χρόνια. Η έκθεση εφιστά επίσης την προσοχή στην αγορά εναλλακτικών καυσίμων, όπου η μεθανόλη και η πυρηνική ενέργεια έχουν αυξήσει σημαντικά το ενδιαφέρον των ηγετών του κλάδου.

Η εμφάνιση ακραίων καιρικών κινδύνων προσδιορίζεται ως ένας τομέας που πρέπει να παρακολουθείται για τη βιομηχανία.