Με κέρδη προ φόρων, ύψους 132 εκατ. ευρώ, έκλεισαν το 2023 Intrum Hellas και Cepal, οι δύο από τους mega servicers που συνολικά διαχειρίζονται δάνεια, ύψους περίπου 50 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα οικονομικά αποτελέσματα, η μεν, Intrum εμφάνισε πέρυσι κύκλο εργασιών, ύψους 223,45 εκατ. ευρώ, μειωμένο σε σχέση με το 2022 (232 εκατ. ευρώ), με τα κέρδη προ φόρων, ωστόσο, να καταγράφουν ιστορικό υψηλό, «αγγίζοντας» τα 112,5 εκατ. ευρώ έναντι 110,8 εκατ. ευρώ την αμέσως προηγούμενη χρονιά. Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας ανήλθαν σε 286 εκατ. ευρώ, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα διαμορφώθηκαν σε 108,5 εκατ. ευρώ.
Η Cepal από την πλευρά της, ολοκλήρωσε την περυσινή χρήση με καθαρά λειτουργικά έσοδα, ύψους 134,9 εκατ. ευρώ (2022: 142,3 εκατ. ευρώ), με το αποτέλεσμα προ φόρων να είναι κέρδος 19,2 εκατ. ευρώ (2022: κέρδος 34 εκατ. ευρώ). Το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της Cepal την 31.12.2023 ανέρχεται σε 194,4 εκατ. ευρώ έναντι 218,7 εκατ. ευρώ το 2022 και το σύνολο των ταμειακών διαθεσίμων σε 20,8 εκατ. ευρώ από 32,9 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος, συμπεριλαμβανομένων και των δεσμευμένων καταθέσεων.
Όσον αφορά στα περιουσιακά στοιχεία υπό διαχείριση, κατά την 31η Δεκεμβρίου του 2023 η Intrum Hellas διαχειριζόταν 26 χαρτοφυλάκια, συνολικής μεικτής λογιστικής αξίας, ύψους 23,8 δισ. ευρώ. Σε αυτά περιλαμβάνονται τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια (HAPS) με εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου (Phoenix, Vega & Sunrise), συνολικής μεικτής λογιστικής αξίας 15,3 δισ. ευρώ, καθώς και τα χαρτοφυλάκια Piraeus SNF DAC και Τράπεζας Πειραιώς, συνολικής μεικτής λογιστικής αξίας περίπου 3,8 δισ. ευρώ. Η Cepal είχε στα τέλη του περασμένου έτους υπό τη διαχείρισή της περιουσιακά στοιχεία, ύψους 26,4 δισ. ευρώ, αποτέλεσμα πολυάριθμων μεταβιβάσεων, στις οποίες συμμετείχαν τρεις από τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες. Η εν λόγω πλατφόρμα της εταιρείας, μάλιστα, εξυπηρετεί, τόσο τα εποπτευόμενα ιδρύματα, όσο και τους περισσότερους ενεργούς επενδυτές στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων τιτλοποιήσεων, βάσει του Ελληνικού Σχεδίου Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS), ύψους 14 δισ. ευρώ, από εξασφαλισμένα και μη ανοίγματα. Παράλληλα, όπως σημειώνει, υπήρξε η πρώτη εταιρεία διαχείρισης που ολοκλήρωσε συναλλαγή στη δευτερογενή αγορά βάσει του «Ηρακλή», ενώ ήταν και η πρώτη εταιρεία που προχώρησε στην πώληση επαναεξυπηρετούμενων δανείων σε ελληνική τράπεζα.