Τις τελευταίες ημέρες έχει ξεκινήσει ένας έντονος πολιτικός διάλογος μετά από δηλώσεις εκπροσώπων κομμάτων που διεκδικούν την ψήφο του ελληνικού λαού σχετικά το μείζον θέμα της φορολόγησης επιχειρήσεων.
Οφείλω να επισημάνω ότι είναι αναγκαίο για την ποιότητα της πολιτικής αντιπαράθεσης και τελικά της ίδιας της Δημοκρατίας, κάθε άποψη που εκφράζεται να αιτιολογείται κιόλας με όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία, έτσι ώστε να γνωρίζει ο κάθε πολίτης το ακριβές σχέδιο όσων διεκδικούν την ψήφο του. Γιατί αν δεν είναι όλα ξεκάθαρα υπάρχει πάντα ο κίνδυνος σχηματισμού λάθος εντυπώσεων ή ακόμα και παρερμηνείας των όσων ακούγονται στη δημόσια σφαίρα.
Στην ουσία του θέματος τώρα, δηλαδή στην επιβολή φόρων, γνωρίζουμε καλά ότι σε καθεστώς ελεύθερης οικονομίας τα φορολογικά έσοδα για ένα κράτος είναι από τα κρισιμότερα μεγέθη για την άσκηση πολιτικής. Το ζητούμενο όμως είναι να υπάρχει ισονομία και δικαιοσύνη στην εφαρμογή της όποιας φορολογικής πολιτικής. Και σίγουρα δεν θεωρώ δίκαια την επιβολή του ίδιου ποσοστού φόρου στα μερίσματα των επιχειρήσεων. Είτε είναι 5%, είτε 15%. Γιατί μπορεί να υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις στα μερίσματα μεταξύ επιχειρήσεων. Άρα ίσως να χρειαστεί μία εκτενής συζήτηση για κάποιες διαφοροποιήσεις με στόχο να μην υπάρχει διεύρυνση ανισοτήτων, όπως έχουμε δει σε διάφορες περιπτώσεις.
Γιατί αν θέλουμε την οριζόντια αντιμετώπιση σε όλα, τότε πρέπει να δούμε από την αρχή τη διάθεση των κοινοτικών κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, από τα οποία ένας πολύ μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων παραμένει ουσιαστικά αποκλεισμένος, λόγω των προϋποθέσεων που υπάρχουν. Αυτό συμβαίνει και στο θέμα του τραπεζικού δανεισμού. Η ψαλίδα μεταξύ «μεγάλων» και «μικρών» έχει ανοίξει κατά πολύ, εξέλιξη από την οποία ευνοούνται μόνον οι «μεγάλοι».
Επειδή λοιπόν τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι πολλά και σύνθετα, εκτιμώ ότι μετά από 13 χρόνια συνεχόμενων κρίσεων θα πρέπει οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς να εκπονήσουν ένα αναπτυξιακό πλάνο μακρόχρονης προοπτικής που να συνδυαστεί με τις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Μόνο έτσι υπάρχει η ελπίδα να γίνουν βιώσιμες επιχειρήσεις που σήμερα κινδυνεύουν να κλείσουν, να εφαρμοστεί επιτέλους ένα σταθερό φορολογικό σύστημα ώστε να προσελκύσουμε ως χώρα νέες επενδύσεις αλλά και για να στηριχθεί η απασχόληση, κάτι που έχει απόλυτη ανάγκη η κοινωνία.
Γιάννης Χατζηθεοδοσίου
Πρόεδρος Ε.Ε.Α.
Επίτιμος Διδάκτωρ ΠΑ.ΠΕΙ.