Θεσμικοί και επιχειρηματικοί φορείς καταθέτουν τις απόψεις τους στο περιοδικό XΡΗΜΑ, για το παρόν και το μέλλον του εξαγωγικού τομέα, επισημαίνοντας όσα πρέπει να υλοποιηθούν στο εξής προς την κατεύθυνση αυτή. Μεταξύ αυτών, και ο κ. Παναγιώτης Χασάπης, εκτελεστικός αντιπρόεδρος του ΣΕΒΕ.
στην Κυρέλα Πέτρου
Κύριε Χασάπη, ποια είναι η δική σας εμπειρία από τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην εξαγωγική δραστηριότητα; Ποιες οι ευκαιρίες και ποιες οι δυσκολίες;
Οι πρόσφατες εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα σε διεθνές επίπεδο αποτελούν, δίχως αμφιβολία, τροχοπέδη στην ανάπτυξη εξαγωγικής δραστηριότητας. Και η χώρα μας δεν θα μπορούσε να είναι εξαίρεση. Ο καλπάζων πληθωρισμός επέφερε την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού. Και το υψηλότερο κόστος χρήματος την αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων. Είναι μόνο ελληνικό το πρόβλημα; Σαφέστατα όχι, αλλά εμείς είμαστε αυτοί που θα πρέπει να το λύσουμε, τοπικά. Διότι ο σκοπός της αύξησης των επιτοκίων βάσης είναι η ανακοπή του πληθωρισμού, δεν θα πρέπει να είναι η αναχαίτιση των εξαγωγών. Και στην περίπτωση αυτή μιλάμε για πληθωρισμό κόστους και όχι αύξηση της ζήτησης, γι’ αυτό και η εφαρμογή νομισματικής πολιτικής μέσω αύξησης των επιτοκίων δεν αποτελεί την ενδεδειγμένη λύση. Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε πως, μετά τα ρεκόρ του 2021 και του 2022, οι εξαγωγές συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία και τον Ιανουάριο του 2023. Πρέπει να κεφαλαιοποιήσουμε αυτά τα μεγέθη αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στο διεθνές επιχειρηματικό στερέωμα.
Η δική μας στρατηγική σ’ αυτόν τον τομέα βασίζεται σε δύο πυλώνες. Ο πρώτος αφορά στο να πείσουμε κι άλλες ελληνικές επιχειρήσεις να στραφούν στις διεθνείς αγορές. Και ο δεύτερος το να «ανοίξουμε» νέες δυναμικές αγορές για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Παρά τις συνεχόμενες κρίσεις, οι εξαγωγές παρουσιάζουν ένα ανοδικό momentum, που το 2023 αναμένεται να φθάσει σε νέα υψηλά. Πού αποδίδεται από την πορεία;
Σαφώς, το 2022, πετύχαμε πολύ καλύτερα αποτελέσματα στις διεθνείς αγορές, κι αυτό φάνηκε από τις εξαγωγικές μας επιδόσεις, που έφτασαν τα 55 δισ. ευρώ και οι οποίες ήταν αυξημένες κατά περίπου 15 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά, βλέπουμε αύξηση 1,0 δισ. ευρώ (ήτοι 29%) στις εξαγωγές μηχανών και συσκευών, αύξηση 748,7 εκατ. ευρώ (ήτοι 34,9%) στις εξαγωγές αλουμινίου και αύξηση 353,6 εκατ. ευρώ (ήτοι 15,0%) στις εξαγωγές φρούτων και παρασκευασμάτων φρούτων και λαχανικών.
Ομοίως, οι εξαγωγές γαλακτοκομικών αυξήθηκαν κατά 22,4%, δηλαδή 205,8 εκατ. ευρώ και οι εξαγωγές λιπών και ελαίων κατά 320,7 εκατ. ευρώ, δηλαδή 41,2%, ενώ διπλασιασμό, και συγκεκριμένα κατά 141,8% (δηλαδή 211,8 εκατ. ευρώ), κατέγραψαν οι εξαγωγές λιπασμάτων. Με λίγα λόγια, μέσα σε μια δύσκολη χρονιά, καταφέραμε να ενισχύσουμε την παρουσία μας με ταυτόχρονη αύξηση των επιδόσεών μας σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων. Εξαιρέσεις αποτέλεσαν τα φαρμακευτικά (μείωση 327,5 εκατ. ευρώ/11,3%) και το βαμβάκι (μείωση 52,3 εκατ. ευρώ/7,3%). Οι Έλληνες εξαγωγείς αποδεικνύουν ότι ανταποκρίνονται άψογα στον διεθνή ανταγωνισμό, παρέχοντας διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα υψηλής ποιότητας.
Ποιες κινήσεις εκτιμάτε ότι πρέπει να γίνουν για τη συνέχιση της ανάπτυξης του τομέα;
Τα θετικά αποτελέσματα του 2022 και του 2023 δεν θα πρέπει να μας εφησυχάσουν, αλλά να αποτελέσουν οδηγό για το μέλλον, διότι οι προκλήσεις είναι πολλές. Όπως είπα και προηγουμένως, θα πρέπει να δώσουμε έμφαση στην εξωστρέφεια της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και να επενδύσουμε σε νέες, δυναμικές αγορές, όπως είναι ο Καναδάς, η Ινδία, η Υποσαχάρια Αφρική και η Άπω Ανατολή.
Γι’ αυτό και εμείς, στον ΣΕΒΕ, έχουμε προχωρήσει σε μια στρατηγική συνεργασία με άλλους φορείς, όπως είναι το Enterprise Greece, ο ΣΕΒ και το ΕΒΕΑ, με τους οποίους διοργανώνουμε τις ενημερωτικές ημερίδες “Doing Business”. Στο πλαίσιο αυτό, και μόνο τα τελευταία δύο χρόνια, έχουμε κάνει εκδηλώσεις για την Ουγγαρία, την Ινδία, τη Σαουδική Αραβία, τη Ζάμπια, την Ιορδανία, τις ασιατικές χώρες, τον Καναδά και τη Λατινική Αμερική, ενώ στις 27 Απριλίου 2023 έχουμε προγραμματίσει ενημερωτική εκδήλωση για τη Ρουμανία.
Το σύγχρονο επιχειρείν απαιτεί έρευνα και ανάπτυξη, καινοτομία προϊόντων και υπηρεσιών, προσαρμογή στις επιταγές του ψηφιακού μετασχηματισμού και της πράσινης επιχειρηματικότητας. Και οι εξαγωγικές επιχειρήσεις θα πρέπει να επιδείξουν προσαρμοστικότητα και γρήγορα αντανακλαστικά. Όπως έχουν κάνει όλα αυτά τα χρόνια. Και φυσικά όλα αυτά να γίνονται σε ένα φιλικό προς το επιχειρείν περιβάλλον.