Η ελληνική οικονομία κινήθηκε σε τροχιά βαθιάς ύφεσης το 2020, καθώς το ΑΕΠ της χώρας κατέγραψε σημαντική ετήσια μείωση κατά 9,0% μετά την ελαφρά άνοδο που εμφάνισε την προηγούμενη τριετία, 2017-2019. Οι επιπτώσεις από την εξάπλωση της πανδημίας Covid – 19, η οποία εμφανίστηκε και στη χώρα μας το Μάρτιο του 2020, είναι ιδιαίτερα σημαντικές και έχουν πλήξει το σύνολο του ελληνικού εταιρικού τομέα, ο οποίος λειτούργησε σε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας και ανησυχίας.
Ωστόσο, παρά την έντονη αρνητική επίδραση της υγειονομικής κρίσης στο σύνολο της οικονομίας, υπήρξαν επιχειρήσεις οι οποίες επέδειξαν ιδιαίτερη ανθεκτικότητα αυτή την πολύ δύσκολη και ομολογουμένως “πρωτόγνωρη” χρονιά, καταγράφοντας θετικές μεταβολές σε βασικά οικονομικά τους μεγέθη.
Η ICAP αξιοποιώντας τα στοιχεία της ICAP Database αναδεικνύει, στα πλαίσια της έκδοσης αυτής, τις 500 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, καθώς και τους 200 πιο κερδοφόρους ομίλους εταιρειών, βάσει δημοσιευμένων ισολογισμών για τη χρήση του 2020. Το κριτήριο με βάση το οποίο γίνεται η κατάταξη των επιχειρήσεων (και ομίλων αντίστοιχα) είναι τα κέρδη EBITDA (Earnings Before Interest, Tax, Depreciation and Amortization), δηλαδή τα κέρδη της επιχείρησης από λειτουργικές δραστηριότητες πριν την επίδραση των χρηματοοικονομικών και έκτακτων εσόδων-εξόδων, καθώς και των αποσβέσεων επί των παγίων στοιχείων.
Η συμμετοχή των 500 επιχειρήσεων της παρούσας κατάταξης στα συνολικά μεγέθη των ελληνικών επιχειρήσεων το 2020 είναι εντυπωσιακή. Οι επιχειρήσεις αυτές εμφάνισαν βελτίωση σε βασικά οικονομικά μεγέθη το 2020 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Δήλωση Νικήτα Κωνσταντέλλου, Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου του ομίλου εταιρειών ICAP
«Η ελληνική οικονομία κινήθηκε σε τροχιά βαθιάς ύφεσης το 2020, λόγω της πανδημίας Covid-19, ανατρέποντας την ελαφρά ανοδική πορεία των τριών προηγούμενων ετών (2017-2019). Οι επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης προκάλεσαν σημαντικά προβλήματα στο σύνολο του ελληνικού επιχειρηματικού τομέα, ο οποίος κλήθηκε να λειτουργήσει κάτω από αντίξοες συνθήκες και σε ένα περιβάλλον έντονης ανησυχίας και αβεβαιότητας.
Σε μια αδιαμφησβήτητα πολύ δύσκολη χρονιά και πέρα από τις κοινωνικές επιπτώσεις, υπήρξαν εταιρείες που επέδειξαν ανθεκτικότητα και κατάφεραν να βελτιώσουν βασικά οικονομικά τους μεγέθη. Σύμφωνα με τους ισολογισμούς του έτους 2020, οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές εταιρείες βελτίωσαν την κερδοφορία τους πετυχαίνοντας αξιόλογες επιδόσεις.
Συγκεκριμένα, τα συνολικά κέρδη EBITDA των 500 πιο κερδοφόρων εταιρειών της χώρας αυξήθηκαν κατά 4,3% το 2020 και ανήλθαν σε €12,8 δισ. Η αύξηση αυτή κατεγράφη παρά τη μείωση του συνολικού κύκλου εργασιών των εταιρειών κατά 4,5% το ίδιο έτος, υποδηλώνοντας συγκράτηση του κόστους και περιορισμό των λειτουργικών δαπανών.
Όλοι οι τομείς δραστηριότητας παρουσίασαν αύξηση στα κέρδη EBITDA το τελευταίο έτος, ωστόσο ιδιαίτερα υψηλή ήταν η αύξηση στους τομείς των Τραπεζών-Factoring και των Ασφαλειών. Επίσης, τα συνολικά προ φόρου κέρδη διευρύνθηκαν σημαντικά κατά 37,4%, επηρεαζόμενα όμως από τα αποτελέσματα της ΔΕΗ Α.Ε., η οποία εμφάνισε κέρδη το 2020 από σημαντικές ζημιές το 2019. Τα συνολικά προ φόρου κέρδη των 500 εταιρειών ανήλθαν σε €7,1 δισ., μέγεθος που υπερκαλύπτει το αντίστοιχο αποτέλεσμα του συνόλου των ελληνικών εταιρειών με διαθέσιμους ισολογισμούς για το 2020. Άνοδο κατά 9,7% εμφάνισαν και τα ίδια κεφάλαια των 500 επιχειρήσεων.
Αξίζει να σημειωθεί πως το κριτήριο (κέρδη EBITDA) για να συμπεριληφθεί μια εταιρεία στην ομάδα των top 500 διαμορφώθηκε φέτος σε επίπεδα υψηλότερα κατά 1,8% σε σχέση με το περσινό, γεγονός που υποδεικνύει μικρή βελτίωση των επιδόσεων της συγκεκριμένης ομάδας εταιρειών. Επιπλέον, χαρακτηριστικό είναι ότι 109 από τις εταιρείες της φετινής κατάταξης διακρίνονται ανελλιπώς ως “Business Leaders in Greece” την τελευταία δεκαετία (2011-2020), επομένως μπορούν να χαρακτηριστούν ως οι “πρωταθλητές” των πλέον κερδοφόρων επιχειρήσεων της χώρας.
Για το 2021 η ελληνική οικονομία επιστρέφει δυναμικά. Σύμφωνα με πολλούς ελληνικούς και διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς, εκτιμάται αύξηση του ΑΕΠ κατά 6,5% – 7% το 2021 σε σχέση με το 2020, δημιουργώντας ευοίωνες προοπτικές για την εξέλιξη της πορείας των ελληνικών επιχειρήσεων. Άλλωστε, οι αντίστοιχες προβλέψεις για το 2022 είναι για ανάπτυξη 4,5%- 5%. Ωστόσο, οι συνθήκες της αγοράς λόγω των επιδημιολογικών δεδομένων εξακολουθούν να είναι δύσκολες και να ταλανίζουν τον επιχειρηματικό κόσμο. Επομένως, θεωρώ ότι με την οριστική αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, που μετατίθεται για τα μέσα του 2022, οι επιχειρήσεις αυτές οι οποίες αποτελούν έναν βασικό πυλώνα του ελληνικού εταιρικού τομέα, θα μπορέσουν απρόσκοπτα να στοχεύσουν σε υψηλότερες επιδόσεις, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ταχύτερη ανάπτυξη της χώρας».