Δημήτρης Μαλλάς
Συγκρατημένα αισιόδοξοι για την παρούσα κατάσταση στην τηλεπικοινωνιακή αγορά εμφανίστηκαν χθες οι επικεφαλής των τριών μεγαλύτερων παρόχων της χώρας, οι οποίοι, παράλληλα τόνισαν ότι θα πρέπει και η πολιτεία να τους βοηθήσει προκειμένου να μπορέσουν να συνεχίσουν τις επενδύσεις σε επόμενης γενιάς δίκτυα και ιδίως όσον αφορά την 5η γενιά κινητής τηλεφωνίας.
Στην αρχική τοποθέτηση τους κατά τη διάρκεια πάνελ που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του συνεδρίου Infocom World 2018, τόσο ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Wind Ελλάς, Νάσος Ζαρκαλής όσο και ο ομόλογος του στη Vodafone Ελλάδος, Χάρης Μπρουμίδης υποστήριξαν ότι η εκτίμηση που υπάρχει είναι πως η φετινή χρονιά θα κλείσει με μία αύξηση στα έσοδα από υπηρεσίες της τάξεως του 1%-2%, κάτι που συμβαίνει μετά από πολλά χρόνια. Εκτίμηση με την οποία συμφώνησε και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, ο οποίος έσπευσε να θέσει ένα ακόμη θέμα, το οποίο δεν είναι άλλο από την επερχόμενη δημοπρασία για την εκχώρηση του φάσματος συχνοτήτων για την ανάπτυξη δικτύων 5G, η οποία εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθεί στο τέλος του 2019. «Η πολιτεία δεν θα πρέπει να κάνει μία δημοπρασία αποκλειστικά για να συγκεντρώσει έσοδα τη στιγμή που δεν υπάρχει πλάνο αυτή τη στιγμή αναφορικά με το που θα προέλθουν τα επιπλέον έσοδα για τις εταιρείες» σημείωσε ο κ. Τσαμάζ, προσθέτοντας ότι θα απαιτηθεί τουλάχιστον μία πενταετία από τη στιγμή που θα ξεκινήσουν τα δίκτυα 5G μέχρι να αρχίσουν να έρχονται τα επιπλέον έσοδα. Άποψη με την οποία συμφώνησαν σε γενικές γραμμές και οι άλλοι δύο συμμετέχοντες στο πάνελ, με τον κ. Ζαρκαλή, μάλιστα, να προτείνει ότι «θα ήταν εμπνευσμένο να δοθούν οι άδειες αυτές με τη δέσμευση ότι θα γίνουν επενδύσεις που θα βοηθήσουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας».
Πάντως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η τοποθέτηση που έκανε πάνω στο συγκεκριμένο θέμα ο Srini Golopan, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Deutsche Telekom και υπεύθυνος για τις ευρωπαϊκές δραστηριότητες του γερμανικού ομίλου, ο οποίος στη δική του ομιλία μετά το πάνελ, αναφέρθηκε σε διάφορες περιπτώσεις χωρών που έχουν αξιοποιήσει τις ψηφιακές τεχνολογίες. Ο κ. Golopan αναφέρθηκε στην περίπτωση της Νοτίου Κορέας, η οποία έχει αποκτήσει εξαιρετικά προηγμένες δικτυακές υποδομές αλλά είναι και μία χώρα όπου το φάσμα συχνοτήτων έχει εκχωρηθεί έναντι πολύ χαμηλού τιμήματος. «Το κράτος έκανε μία παραχώρηση έχοντας ως στόχο να δημιουργήσει μία οικονομία που θα ήταν ανταγωνιστική χάρη στην αξιοποίηση των τεχνολογιών και όχι χάρη στο χαμηλό κόστος του εργατικού δυναμικού όπως συνέβαινε στο παρελθόν» επεσήμανε το υψηλόβαθμο στέλεχος του γερμανικού κολοσσού, ο οποίος τόνισε πάντως ότι η Ελλάδα έχει μπροστά της πολλές ευκαιρίες. «Η Ελλάδα είναι σε ένα καλό σημείο καθώς προχωρούν οι επενδύσεις στις οπτικές ίνες και έχει μπροστά της και την ανάπτυξη των 5G δικτύων» επεσήμανε ο κ. Golopan.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας και οι επενδύσεις στις υποδομές ήταν ένα από τα θέματα που απασχόλησαν τη συζήτηση με τον κ. Μπρουμίδη να τονίζει ότι αν η Ελλάδα δεν ακολουθήσει τι γίνεται στις υπόλοιπες χώρες με την 4η βιομηχανική επανάσταση, τότε η διαφορά που θα δημιουργηθεί θα είναι χαώδης. «Η 4η βιομηχανική επανάσταση χωρίς δίκτυα υπερυψηλών ταχυτήτων δεν μπορεί να γίνει πραγματικότητα» επεσήμανε ο επικεφαλής της Vodafone Ελλάδος, ο οποίος δήλωσε αισιόδοξος δεδομένου ότι βλέπει να υπάρχει ενδιαφέρον από τους Έλληνες καταναλωτές για συνδέσεις υψηλότερων ταχυτήτων.
Και οι τρεις επικεφαλής συμφώνησαν επίσης ότι οι αναφορές που υπάρχουν περί υψηλών τιμών στην Ελλάδα όσον αφορά τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες βασίζονται σε λανθασμένα στοιχεία, επισημαίνοντας την υψηλή φορολόγηση που υπάρχει στον κλάδο. Τόνισαν ακόμη ότι ο ανταγωνισμός που υπάρχει είναι ιδιαίτερα έντονος και δεν είναι τυχαίο ότι δεν έχουν κάνει την εμφάνιση τους νέοι «παίκτες», καθώς τα περιθώρια κερδοφορίας είναι μικρά. Μάλιστα, ο κ. Ζαρκαλής επεσήμανε ότι παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια δύο τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι (σ.σ. Forthnet και Cyta Ελλάδος) βγήκαν προς πώληση, τελικώς, αυτοί που ενδιαφέρθηκαν ήταν οι υπάρχοντες «παίκτες» (Vodafone και Wind).
Επιπλέον, οι τρεις επικεφαλής απάντησαν και στην κριτική που υπάρχει αναφορικά με το επίπεδο του ανταγωνισμού και το γεγονός ότι δεν έχει υπάρξει νέος «παίκτης» στην κινητή τηλεφωνία που να λειτουργήσει ακολουθώντας το μοντέλο του «εικονικού παρόχου» (MVNO). Ήταν χαρακτηριστικό ότι και οι τρεις ανέφεραν ότι υπήρξε προσέγγιση από αρκετούς ενδιαφερόμενους αλλά τελικώς κανείς δεν έκανε το βήμα λόγω ότι δεν φαίνεται να υπάρχουν τα περιθώρια εκείνα ώστε ένας νέος «παίκτης» να εισέλθει στην αγορά προσφέροντας χαμηλότερες τιμές.
Από την πλευρά της κυβέρνησης, στο κοινό βρισκόταν ο Γενικός Γραμματέας Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων, Βασίλης Μαγκλάρας, ο οποίος αναφέρθηκε στις δράσεις που έχουν γίνει μέχρι τώρα αλλά και στις επόμενες κινήσεις. Οι τελευταίες περιλαμβάνουν την προκήρυξη του έργου UltraFast Broadband, με εκτιμώμενο προϋπολογισμό που υπερβαίνει τα 600 εκατ. ευρώ και με δημόσια συμμετοχή που θα φτάσει μέχρι και 300 εκατ. ευρώ και θα έχει ως στόχο την παροχή δυνατότητας για υππερυψηλές ταχύτητες (άνω των 100 Mbps) σε περιοχές που δεν καλύπτονται από τα υπάρχοντα πλάνα. Το σχέδιο υλοποίησης του έργου έχει τεθεί ήδη σε δημόσια διαβούλευση.
Επίσης, ο κ. Μαγκλάρας ανέφερε προχωράει και η προετοιμασία και άλλων, μικρότερης εμβέλειας δράσεων, όπως το κουπόνι σύνδεσης επιχειρήσεων, το κουπόνι ενδοκτιριακής υποδομής και η ανάπτυξη σημείων ασύρματης ευρυζωνικής πρόσβασης (WiFi) στους Δήμους της χώρας.
Όσον αφορά το 5G, ο κ. Μαγκλάρας σημείωσε ότι πριν λίγες μέρες εκδόθηκε και η απόφαση της ΕΕΤΤ σε συνεργασία με την ΓΓΤΤ για τη διαδικασία χορήγησης αδειών χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για πιλοτικά 5G δίκτυα, ώστε να διατεθεί το απαιτούμενο φάσμα και να αρχίσει ο σχεδιασμός και η υλοποίηση των δικτύων.