Τη δυναμική της ανάπτυξη συνεχίζει η Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης ενισχύοντας περαιτέρω το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων της, ώστε να καλύψει τις ανάγκες της εσωτερικής και της διεθνούς αγοράς, ενώ παράλληλα δρομολογεί νέες επενδύσεις.
Όπως ανέφερε σήμερα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, Αθανάσιος Συριανός, κατά τη διάρκεια επίσκεψης δημοσιογράφων στις εγκαταστάσεις της ΕΖΑ στην Αταλάντη Φθιώτιδας, «σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης, κοινωνικής αβεβαιότητας και ανησυχίας για το μέλλον της χώρας, η πορεία της Ελληνικής Ζυθοποιίας Αταλάντης δίνει το παράδειγμα των δυνατοτήτων προόδου και μεγέθυνσης των ελληνικών βιομηχανιών επωνύμων προϊόντων».
Παράλληλα πρόσθεσε ότι «με εμπειρία που συσσωρεύτηκε στην ΕΖΑ από τον Οκτώβριο του 1992, όταν και ανέλαβε τη διοίκηση η σημερινή γενική διεύθυνση της εταιρείας και με την είσοδο του στρατηγικού επενδυτή DAMMA το 2013, καταστρώσαμε το σχέδιο που καθορίζει ρεαλιστικούς αλλά φιλόδοξους στόχους ενώ παράλληλα αναβαθμίσαμε την εταιρική διακυβέρνηση και την αποτελεσματικότητα της οργάνωσής μας».
Στο πλαίσιο αυτό, όπως τόνισε ο κ. Συριανός, η εταιρεία διεύρυνε το χαρτοφυλάκιο των προϊόντων της με την εζα Premium Pilsener, την εζα Fine Lager, την εζα χωρίς Αλκοόλ, την Blue Island και την Odyssey επιτυγχάνοντας σημαντική οργανική μεγέθυνση και βελτίωση των επιδόσεων της εταιρείας. «Από το 2018 είμαστε η μεγαλύτερη ελληνική – με ελληνική ιδιοκτησία και παραγωγή στην Ελλάδα πιστοποοιημέων ελληνικών προϊόντων- εταιρεία στον κλάδο της μπίρας» τόνισε ο κ. Συριανός.
Παράλληλα, πρόσθεσε ότι η εταιρεία διεύρυνε σημαντικά τα προηγούμενα πέντε έτη τον κύκλο εργασιών ο οποίος αναμένεται να ξεπεράσει το 2018 τα 36 εκατ. ευρώ και το EBITDA τα 4 εκατ. ευρώ.
Αναφορικά με τις επενδύσεις, ο κ. Συριανός τόνισε ότι τα τελευταία πέντε χρόνια η εταιρεία έχει επενδύσει περί τα 15 εκατ. ευρώ. Επίσης, δρομολογεί επένδυση ύψους 8,5 εκατ. ευρώ που αφορά νέα εμφιαλωτική γραμμή η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί περί τα τέλη του 2019.
Να σημειωθεί ότι οι ιδιόκτητες παραγωγικές εγκαταστάσεις της ΕΖΑ εκτείνονται σε 200 στρέμματα, στην Αταλάντη. Πρόκειται για μία σύγχρονη, πλήρως καθετοποιημένη μονάδα παραγωγής, με 4 γραμμές συσκευασίας 1 γραμμή εμφιάλωσης, 1 γραμμή εγκυτίωσης και 1 γραμμή πλήρωσης βαρελιών με δυνατότητα παραγωγής που υπερβαίνει τα 80.000.000 λίτρα ετησίως. Εκτός της παραγωγής ζύθου, η ΕΖΑ επεκτείνει δραστηριοποιείται στην παραγωγή αναψυκτικών, νερών και διαιτητικών σκευασμάτων, χωρίς την χρήση χημικών υποκατάστατων.
Το μερίδιο αγοράς της εταιρείας στη ζεστή αγορά (σούπερ μάρκετ) τον Αύγουστο, σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen, ήταν 10,1%. Στόχος της διοίκησης είναι την επόμενη τριετία το μερίδιο αγοράς της εταιρείας να διπλασιαστεί φτάνοντας περίπου το 15%.
Ο κ. Συριανός εκτίμησε ότι η αγορά της μπίρας είναι οριακά ανοδική και πρόσθεσε ότι στη συγκεκριμένη αγορά παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές τα τελευταία χρόνια. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πριν λίγα χρόνια ότι μπίρες παγκόσμιας εμβέλειας θα σταματούσαν να έχουν τα υψηλά μερίδια που είχαν στην ελληνική αγορά και πλέον κάποια από τα σήματά τους να έχουν πέσει σε μονοψήφιο μερίδιο. Σημείωσε δε ότι πλέον ο καταναλωτής θέλει να έχει μεγαλύτερες και περισσότερες επιλογές ενώ οι εταιρείες οφείλουν να επενδύουν πίσω από την ποιότητα και την αναγνωρισιμότητα των σημάτων τους. «Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που έχουμε αποφασίσει ως διοίκηση να κάνουμε από εφέτος και για τα επόμενα χρόνια» ανέφερε ο κ. Συριανός.
Σημαντικό πυλώνα για την ανάπτυξη της εταιρείας αποτελούν, σύμφωνα με τον κ. Συριανό, οι εξαγωγές. Η εταιρεία εξάγει ήδη σε χώρες όπως το Ισραήλ, Η Αλβανία, η Μάλτα, η Κύπρος και η Αυστραλία ενώ διερευνά και νέες αγορές. Οι εξαγωγές αποτελούν το 11% του όγκου των πωλήσεων της ΕΖΑ ενώ στόχος είναι αυτές να φτάσουν το 14% του όγκου των πωλήσεών της στο τέλος της φετινής χρονιάς.
Από τον Σεπτέμβριο του 2018 η εταιρεία έθεσε σε εφαρμογή ένα καινοτόμο, τριετές πρόγραμμα, στην Αταλάντη, που αφορά την πρακτική και θεωρητική εκπαίδευση νέων ζυθοποιών. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα ταυτόχρονης εκπαίδευσης και – απασχόλησης νέων, το οποίο χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την εταιρεία, με την συμμετοχή του ελληνογερμανικού επιμελητηρίου και την υποστήριξη του ΣΕΒ.