Aπό ΧΡΗΜΑ WEEK

Μετρήσεις ποιότητας των τραπεζικών κεφαλαίων εισάγει στα μοντέλα της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, υπό το βάρος των εξελίξεων στον χρηματοπιστωτικό κλάδο σε ΗΠΑ και Ευρώπη τον Μάρτιο. Αυστηροποίηση ελέγχων σε μια συγκυρία στην οποία η Κομισιόν προωθεί νέους κανόνες για την εκκαθάριση τραπεζών, χωρίς να πλήττονται καταθέτες και φορολογούμενοι, και στο ενδοτραπεζικό σύστημα συναλλαγών παρατηρούνται… αρρυθμίες. 

Το μεν πρώτο μπορεί να θεωρείται –και εύλογα– ένα βήμα προς την επίτευξη ενός στοιχειωδώς ενιαίου συστήματος εγγυήσεων, ένα στάδιο προς τη χρηματοπιστωτική ενοποίηση, το δε δεύτερο όμως περισσότερο σαν «καμπανάκι» alert ακούγεται, καθώς σχετίζεται με την έκτακτη χρηματοδότηση των τραπεζών από το «κέντρο». Θέμα που απασχόλησε πρόσφατα –την περίοδο του Πάσχα των Καθολικών– την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, που σημαίνει ότι για να συζητηθεί στα κεντρικά όργανα της Bank for International Settlements, θεωρείται εν δυνάμει κίνδυνος για το τραπεζικό σύστημα. 

Το λεγόμενο discount window, μηχανισμός της ΕΚΤ στον οποίο προσφεύγουν για έκτακτη χρηματοδότηση οι τράπεζες –ακριβότερη κατά 25 μονάδες βάσης από τη βασική (main refinancing operation με 3,5%)– έχει «ανοίξει» κατά 110 δισ. για τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, εξέλιξη που μόνο εφησυχασμό δεν δικαιολογεί. Τουναντίον, με τo μέτωπο της Credit Suisse ανοιχτό και μάλιστα με τις αρχές των ΗΠΑ να κατηγορούν για διακοπή έρευνας που αφορούσε λογαριασμούς Ναζί, ο ακήρυχτος «πόλεμος» μεταξύ των δύο συστημάτων (ΗΠΑ/Fed vs Ευρώπη/ΕΚΤ) προοιωνίζεται μεγαλύτερες εντάσεις. 

Συστάσεις Στουρνάρα

Ποιοτική βελτίωση κεφαλαίων ζητά και η Τράπεζα της Ελλάδος, εναρμονιζόμενη πλήρως με τη λογική (και τον προβληματισμό του SSM), με τον διοικητή, Γιάννη Στουρνάρα, να αναφέρεται (στην Ετήσια Εκθεση της ΤτΕ) σε ανάγκη για ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των συστημικών αλλά και της θωράκισης των μη συστημικών. 

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η βελτίωση της κεφαλαιακής βάσης παραμένει σημαντική πρόκληση για τον κλάδο, ιδιαίτερα στο υφιστάμενο περιβάλλον μεταβολών διεθνώς. Αδύναμο σημείο του εγχώριου banking είναι η χαμηλή ποιότητα κεφαλαίων, καθώς το μεγαλύτερο μέρος (πάντα σύμφωνα με την ΤτΕ) των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων αφορά σε οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις. Παράλληλα, η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να σημαίνει περισσότερα έσοδα για τις τράπεζες, συνιστά όμως και επιβάρυνση για δαπάνες τόκων, σε μια φάση στην οποία το σύστημα θα πρέπει να αυξήσει τις καλύψεις των Ελάχιστων Απαιτήσεων Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων προσφεύγοντας σε νέες εκδόσεις ομολόγων. 

O κεντρικός τραπεζίτης συνεχίζει να προειδοποιεί για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, θυμίζοντας πως παραμένουν στην οικονομία (αν και στα χέρια των διαχειριστών) και ότι η θεαματική μείωσή τους επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της τιτλοποίησης και μεταβίβασης προς επενδυτικά χαρτοφυλάκια.